Γράφει ο Μιχάλης Σεραφείμ
Υπήρχε κάποτε ένας δρόμος που έμοιαζε φτιαγμένος από παραμύθι (ή σαν τέτοιος μου φαινότανε). Ήτανε στενός και από τις δυο του πλευρές δεν μπορούσες να δεις τίποτα καθώς εκεί ήτανε πυκνοφυτεμένα κυπαρίσσια το ένα δίπλα στο άλλο. Αν περνούσες από κει το καλοκαίρι ο ήλιος δεν έβρισκε πέρασμα προς το αυτοκίνητο σου και όταν ο δρόμος τελείωνε ήθελες να επιστρέψεις μόνο και μόνο για να περάσεις από μέσα του ακόμα μια φορά. Στο τέρμα του δρόμου, έβγαινες σε μια παραλία. Στρίβοντας δεξιά μπορούσες να οδηγήσεις έχοντας την θάλασσα στα αριστερά σου και απέραντες πεδιάδες στα δεξιά σου (ή τουλάχιστον έτσι θυμάμαι). Προχωρώντας, λίγο πριν τον φάρο υπήρχε ένας μικρός πύργος στα δεξιά σου. Δεν ήξερα τι ήτανε αυτός ο πύργος στην μέση του πουθενά. Το μόνο που μου πρόσφερε ήταν ένα σημάδι πως πλησίαζα στο δρομάκι που με έβγαζε στην παραλία.
Παλαιότερα οδηγούσα συχνά σε αυτό το δρόμο. Ακόμα και το χειμώνα οδηγώντας εκεί, ακούγοντας μουσική μόνος μου ή με φίλους, ένοιωθα ότι ξέφευγα (ξεφεύγαμε), έκανα σχέδια για το μέλλον ή αμπελοφιλοσοφούσαμε (συνήθως με τον ξάδερφο) τις πραγματικότητες μας και τα «υπαρξιακά» μας.
Η αλλαγή στο τοπίο προέκυψε σταδιακά. Οι επισκέψεις μου εκεί ήταν τόσο συχνές που η αλλαγή δεν ήταν αμέσως εμφανής. Στην αρχή, εξαφανίστηκε η θάλασσα. Δηλαδή, όχι η θάλασσα, αλλά η θέα της. Τα πρώτα σπιτάκια άρχισαν να κτίζονται (εξοχικά φυσικά, αφού μάλλον δεν μας αρέσει να ζούμε δίπλα στη θάλασσα αλλά να γλυτώνουμε το οδήγημα προς αυτή το καλοκαίρι) πάνω στην ακρογιαλιά. Δεν θυμάμαι να έδωσα ιδιαίτερη σημασία τότε, αφού το δρομάκι με τα κυπαρίσσια αφενός και οι πεδιάδες με τον πύργο αφετέρου εξακολουθούσαν να μου δίνουν την αίσθηση ελευθερίας που αποζητούσα, καθώς και τα σημάδια που χρειαζόμουν για να προσανατολίζομαι.
Μεγαλώνοντας, αραίωσα και τις επισκέψεις μου σε αυτό το δρόμο και έτσι πριν από λίγες μέρες που βρήκα λίγο χρόνο αποφάσισα να βολτάρω και να κοιτάξω ξανά αυτό το σκηνικό που τόσο με αποφόρτιζε πιο παλιά. Η αλλαγή αυτή την φορά ήταν έντονη. Δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά (πριν από τώρα) που είχα πάει εκεί, αλλά λυπάμαι που δεν μπόρεσα να συγκρατήσω κάθε στιγμή. Βλέπετε τότε, δεν ήξερα ότι θα ήταν η τελευταία φορά που έβλεπα εκείνο το παραμυθένιο δρομάκι με τα κυπαρίσσια. Αν ήξερα ότι τώρα τα κυπαρίσσια θα ήταν αραιωμένα και θα χρησιμοποιούνταν ως στύλοι σηματοδότησης για εισόδους και εξόδους των επιχειρήσεων που κτίστηκαν από πίσω τους, θα κατέβαινα και θα τον περπατούσα. Μαζί με μια φωτογραφική μηχανή.
Οι πεδιάδες παρακάτω υποδέχονται τα νέα συγκροτήματα εξοχικών κατοικιών. Κτισμένα ήδη ή υπό κατασκευή, αυτή τη φορά δεν είναι πάνω στην ακρογιαλιά αλλά ένα σταύρωμα του δρόμου απόσταση. Παραλιακά κι αυτά κι ας μην φαίνεται η θάλασσα, με οποιαδήποτε υπεραξία τους δίνει αυτό στην τιμή πώλησης τους. Αν ήξερα τότε, ότι δεν θα τις ξαναέβλεπα θα έβγαζα όσες παραπάνω φωτογραφίες μπορούσα.
Και ο πύργος; Δεν τον είδα τον πύργο μέχρι που έφτασα στον φάρο και αποφάσισα να γυρίσω πίσω. Δεν τον είχα δει γιατί μπροστά του κτίζονται σπίτια. Στην επιστροφή πρόσεξα ότι ο πύργος μου έχει και όνομα. Ο Πύργος της Ρήγαινας. Με μια ωραία πινακίδα και ένα ασφαλτοστρωμένο δρομάκι να σε οδηγεί προς αυτόν. Απομεινάρι της ενετοκρατίας, παλιό παρατηρητήριο, προστατευμένο από το χείμαρρο της εξέλιξης, ίσως λειτουργήσει και ως τουριστικό αξιοθέατο.
Τώρα που ξέρω πως αυτός δεν θα πάει πουθενά, ίσως κάποια μέρα πάω να βγάλω λίγες φωτογραφίες με αυτόν στο φόντο. Φωτογραφίες με ένα ίχνος μια άλλης εποχής.
1 thought on “Προσωπικώς “Ο πύργος της Ρήγαινας””
…”Αν ήξερα ότι τώρα τα κυπαρίσσια θα ήταν αραιωμένα και θα χρησιμοποιούνταν ως στύλοι σηματοδότησης για εισόδους και εξόδους των επιχειρήσεων που κτίστηκαν από πίσω τους, θα κατέβαινα και θα τον περπατούσα. Μαζί με μια φωτογραφική μηχανή.”
Πόσο δίκιο έχεις….
Comments are closed.