Σκηνογραφήματα: Παράκληση του Έκτορα
Ξέρετε ότι αυτός ο πόλεμος δεν έγινε από δική μου ευθύνη. Ξέρετε ότι αυτός ο πόλεμος έγινε από την ξεροκεφαλιά του αδερφού μου. Εγώ σε τίποτα δεν έφταιξα, αλλά εγώ ήμουν αυτός που τελικά έπρεπε να σηκώσει στις πλάτες του το βάρος του πολέμου. Όταν αντίκρισα την Ανδρομάχη και το μικρό μου Αστυάνακτα, μη νομίζετε ότι δε δάκρυσα. Ο φόβος του γλυκού μου Αστυάνακτα δεν οφειλόταν μόνο στη θέα της περικεφαλαίας, όπως νόμισε ο Όμηρος. Ήξερε ότι πλησίαζε η ώρα να σβήσει μια για πάντα το φως από τα μάτια του λατρευτού πατέρα. Ένιωθα την καρδιά του να κτυπά πάνω στο στήθος μου και για μια στιγμή αμφιταλαντεύτηκα, δε θα το κρύψω, δεν ήξερα ποιο δρόμο να τραβήξω. Η φωνή της καρδιάς και η φωνή της λογικής μού έπαιζαν άσχημο παιχνίδι. Μη με κατακρίνετε που τελικά η ψυχή μου διάλεξε το δρόμο της τιμής. Γνώριζα ότι η μοίρα μου ήταν να σκοτωθώ από το χέρι του Αχιλλέα. Αλλά τι μπορούσα να κάνω διαφορετικά; Αν δεν πήγαινα θα ήμουν ένας δειλός, μίασμα για το λαό μου και ανάξιος ηγέτης. Θα ντρόπιαζα τους δικούς μου και το όνομα της πόλης μου. Θα σας εξομολογηθώ όμως κάτι που δεν καταλάβατε. Το μόνο πράγμα για το οποίο παρακαλούσα όταν ο Αχιλλέας έσερνε το νεκρό μου σώμα γύρω από τα τείχη ήταν να μη βρισκόταν κάπου εκεί ψηλά κι ο Αστυάνακτας. Να μην ήταν αυτή η τελευταία εικόνα που θα είχε το μικρό μου για τον πατέρα του.