Γράφει η Μαλβίνα Ιωάννου
Ήμουνα λέει σε μια εμπόλεμη ζώνη και παρακολουθούσα στρατιώτες να σκοτώνουν άμαχο λαό. Κι ενώ το βλέμμα μου είχε καρφωθεί σε ένα παιδομάνι που έτρεχε να σωθεί, κάποια στιγμή ένας στρατιώτης γύρισε το όπλο σε ένα μωρό παιδί γύρω στα 9! Τότε το παιδί άρχισε να διαπραγματεύεται την ζωή του “μα θέλω να ζήσω, να πραγματοποιήσω τα όνειρα μου, εγώ δεν έχω σχέση με πολιτική, είμαι αθώο, γιατί να μου πάρεις τη ζωή;” Εκλιπαρούσε με λόγια και βλέμμα για τη ζωή του! Ο στρατιώτης με έπαρση, αναισθησία και μνησίκακο ύφος του απαντούσε “έτσι μου είπαν, έτσι πρέπει να κάνω, πρέπει να κερδίσουμε αυτό το πόλεμο”. Εγώ ήμουν ξυπόλυτη και παρακολουθούσα τα καθέκαστα με αδιάπτωτο ενδιαφέρον και συνάμα φοβισμένη.
Μετά βρέθηκα σε μια συνοικία (Ελλάδα ήταν; Ιταλία ήταν; Θα σας γελάσω) όπου πέντε άντρες χτυπούσαν έναν Αφρικανό γιατί “εισέβαλε” στη χώρα τους. Καταρχάς ήταν άνανδρο να χτυπούν οι πέντε τον ένα! Δεύτερο, κανείς δεν έχει δικαίωμα να ασκεί βία. Και τρίτο, αυτό λέγεται ρατσισμός και ξενοφοβία. Ήθελα να επέμβω, αλλά σκέφτηκα αν η χώρα ήταν η Ιταλία και αυτοί με θεωρούσαν και εμένα “ξένη”; Ο Αφρικανός λουσμένος στα αίματα ήταν έτοιμος να ξεψυχήσει, οι άλλοι γελούσαν και έλεγαν πως σιγά σιγά θα τους εξαφανίσουν όλους τους “ξένους”. Λίγο πριν ξεψυχήσει ο Αφρικανός, τον άκουσα να λέει “απλά αναζητούσα ένα καλύτερο αύριο. Με νόμιμα μέσα ήρθα στη χώρα σας….εργαζόμουν. Γιατί; Γιατί άνθρωποι; Γιατί;”
Ήμουν πολύ ζαλισμένη, το κεφάλι μου είχε βαρύνει, όταν ξαφνικά, μετά από λίγο, βρέθηκα σε μιαν ασιατική χώρα….δεν ήταν μια ασιατική χώρα από αυτές που είχα στο μυαλό μου (ξέρεις από τις ταινίες, τα βιβλία βουδισμού, τα sushi restaurants, κτλ). Είδα ανθρώπους να πεθαίνουν από την πείνα, χιλιάδες φτωχό κόσμο να μην ξέρει πως να κρατήσει τα παιδιά του στη ζωή αφού η έλλειψη φαγητού και φαρμάκων θέριζε ζωές με μεγάλη ευκολία. Σκέφτηκα πως αν όλοι οι υπόλοιπο (Ευρώπη) στέλναμε λίγο ελάχιστο, από το δικό μας, φαγητό θα άλλαζε η μοίρα αυτών των ανθρώπων! Δεν γίνεται να πεθαίνουν άνθρωποι από έλλειψη φαγητού, σε ένα κόσμο όπου η παχυσαρκία και τα ινστιτούτα αδυνατίσματος ευδοκιμούν.
Ετοιμαζόμουν να βάλω τα κλάματα όταν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα βρέθηκα στον Καναδά. Χιλιάδες φοιτητές σε διαδηλώσεις ζητούσαν δικαίωμα στην παιδεία, με λιγότερα δίδακτρα και όχι αυξήσεις σε ένα κόσμο που μαστίζεται από οικονομική κρίση. Ήθελα να φωνάξω κι εγώ μαζί τους. Ήμουν αγανακτισμένη. Αγανακτισμένη με ΟΛΑ όσα συμβαίνουν σήμερα στο κόσμο. Οι άνθρωποι έγιναν απάνθρωποι…..Γιατί; Τι γίνεται; Φώναζα. Φώναζα για τα δίδακτρα, για τον νεκρό μετανάστη, για το σκοτωμένο παιδάκι από στρατιώτη, για την ασιτία που θερίζει ζωές, φώναζα για εκείνους που έκαναν σαπούνια τους ανθρώπους το ’40 και για αυτούς που τους θαυμάζουν σήμερα, 70 χρόνια μετά, (νεοναζιστές του λένε), φώναζα για τα άδικα, για τους πολέμους, για τη βία, δεν γίνεται να ζούμε σε ένα τόσο κίβδηλο κόσμο, φώναζα, έκλαιγα, ούρλιαζα….
Μετά ξύπνησα, ιδρωμένη και έντρομη. “Εφιάλτης ήταν” σκέφτηκα ανακουφισμένη.
Κατέβηκα στη κουζίνα να πιω νερό. Η ώρα πήγαινε σχεδόν 5 το πρωί.
Στη μικρή βιβλιοθήκη της κουζίνα με τα πολλά βιβλία μαγειρικής, τα τρία βιβλία ονειροκρίτη με κοιτούσαν…..Δεν τα άνοιξα. Ήξερα να επεξηγήσω το όνειρο/εφιάλτη μου: Το προηγούμενο βράδυ είχα δει τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Κάτι που συνηθίζω επιμελώς να αποφεύγω. Το όνειρο μου δεν ήταν εξωπραγματικός σουρεαλιστικός εφιάλτης….ήταν κομμάτι του κόσμου που ζούμε σήμερα…..!