Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός τη μητέρα μου να μου λέει “χαμήλωσε τη μουσική γιε μου”, δεν ήταν ώρα για ξεκούραση, ήμασταν μόνοι στο σπίτι με τα αδέρφια μου και έπρεπε όλα να είναι κλειστά. Έμενα πάντοτε με την απορία γιατί να μπορούν οι άλλοι να κάνουν πάρτυ με δυνατή μουσική και εγώ να μην μπορώ να ακούσω μουσική όσο δυνατά ήθελα.
Η γενιά που ακολούθησε τον πόλεμο, η γενιά του ’80 γεννήθηκε σε μια κοινωνία όπου ακόμα θρηνούσε για τους 1619 αγνοουμένους και τους νεκρούς της Τουρκικής εισβολής του 1974. Η Κύπρος ακόμα θρηνεί. Ο αριθμός των χαμένων-ηρώων της εισβολής είναι τόσο μεγάλος για το μέγεθος του πληθυσμού της Κύπρου, έτσι ώστε σήμερα σχεδόν κάθε οικογένεια, ή έστω κάθε γειτονιά να έχει το δικό της ήρωα.
Οι πληγές είναι ακόμα ανοικτές και δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Θεωρώ πως το αίσθημα αδικίας και θυμού που προκαλεί σε όλους μας η εισβολή του 1974, θα πρέπει να υπερβαίνει το θυμό που μας προκαλεί η οικονομική κρίση και οι συνέπειες της ή ακόμα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συγκρίνονται. Έχω καταλάβει πως ο αγώνας για επιβίωση είναι συνεχής, όπως συνεχής θα πρέπει να είναι και ο αγώνας για επανένωση της πατρίδας μας. Το Κυπριακό πρόβλημα δεν πρέπει να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα γιατί απλά παραμένει πάντοτε πρώτιστης σημασίας.
Η γενιά του ’80 θεωρώ ότι είναι η πιο ευαισθητοποιημένη γενιά, μετά τις γενιές που έζησαν τον πόλεμο. Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε χωρίς μουσική, όμως έζησε ανέμελα μια περίοδο ευμάρειας και ευημερίας, τεχνολογικής και όχι μόνο ανάπτυξης. Καλούμαστε να μάθουμε και στις επόμενες γενιές όχι “να μην ακούνε μουσική”, αλλά πως αυτός ο τόπος πρώτα πονάει γιατί είναι ακόμα πληγωμένος από την προδοσία, την εισβολή, τους ήρωες της και μετά “πεινάει” λόγω της οικονομικής κρίσης. Γιατί αλήθεια… τι σημασία θα έχει αν “χορτάτος” μείνω χωρίς πατρίδα;
*Ο Φάνος είναι ένας από τους χιλιάδες Κύπριους νέους που έχουν συγγενή αγνοούμενο.