O Επιστημονικός Συνεργάτης Ενάντια στη Λαθροθηρία στην Κύπρο (Committee Against Bird Slaughter & Foundation Pro Biodiversity), Κλείτος Παπαστυλιανού, μιλά στο Skala Times για το θέμα της λαθροθηρίας, τον ακτιβισμό, τον ρατσισμό και την οικονομική κρίση. Αποκαλύπτει ότι «αυτοί που ελέγχουν το εμπόριο αμπελοπουλιών είναι αυτοί που ελέγχουν και το εμπόριο προσώπων. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, και το εμπόριο ναρκωτικών ή το εμπόριο όπλων. Αυτό ακριβώς είναι που δεν καταλαβαίνει ο περισσότερος κόσμος. Πολύ συχνά, αρκετοί νομίζουν ότι όταν μιλάμε για αμπελοπούλια, μιλάμε για έναν παππού σε ένα ξεχασμένο χωριό, ο οποίος στήνει μία – δύο μάτσες ξόβεργα για να πιάσει κανένα αμπελοπούλι και να καλοπιάσει τη γιαγιά στο σπίτι. Μόνο που αυτό είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Και σίγουρα αυτό από μόνο του δεν αποτελεί μεγάλη οικολογική καταστροφή. Αυτό το οποίο θα πρέπει να καταλάβουμε όμως κάποια στιγμή είναι ότι μιλάμε για μία ολόκληρη μαύρη αγορά άγριας ζωής, η οποία εφοδιάζει από καζαντί και “ντελιβεράδες” αμπελοπουλιών μέχρι κρεοπωλεία και εστιατόρια. Μιλάμε για “στημάτουρους” που στήνουν μερικές εκατοντάδες ξόβεργα ή 10-20 δίκτυα σ’ έναν δεντρόκηπο, με μία – δύο ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές και τέσσερα-πέντε ηχεία. Οι οποίοι υποστηρίζονται από ένα ολόκληρο κύκλωμα μικρών και μεσαίων παγιδευτών. Και μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες πουλιά κάθε χρόνο και συνολικό τζίρο εκατομμυρίων για ολόκληρο το παράνομο κύκλωμα σε ετήσια βάση. Και οι ίδιοι άνθρωποι που ελέγχουν τη διακίνηση προσώπων στα καμπαρέ, ελέγχουν και την εμπορία αμπελοπουλιών στα εστιατόρια». Ο Κλείτος στέλνει τα δικά του μηνύματα και τονίζει «προστατέψτε τα πουλιά, όχι τους λαθροθήρες», ενώ επιμένει ότι «ο ακτιβισμός είναι προτιμότερος από τον πεσιμισμό».
Της Γιώτας Δημητρίου
Κλείτο, θα ήθελα να σε ρωτήσω, υπό την ιδιότητα σου ως Επιστημονικού Συνεργάτη Ενάντια στη Λαθροθηρία στην Κύπρο των διεθνών περιβαλλοντικών οργανώσεων Committee Against Bird Slaughter και Foundation Pro Biodiversity, εάν πράγματι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα λαθροθηρίας στη Κύπρο; Κι αν ναι, πώς αντιμετωπίζεται;
Καταρχήν, σ’ ευχαριστώ για την πρόσκληση που μου απεύθυνες για να μιλήσουμε για ένα θέμα, το οποίο δυστυχώς οι περισσότεροι δημοσιογράφοι και τα περισσότερα ΜΜΕ στην Κύπρο δεν θεωρούν τόσο σημαντικό. Απαντώντας άμεσα το ερώτημα σου, ναι, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα λαθροθηρίας στην Κύπρο και αυτό αφορά κυρίως τρεις διαφορετικές κατηγορίες παράνομου κυνηγίου. Η πρώτη και σημαντικότερη θα έλεγα ότι αφορά την παράνομη και μη-επιλεκτική παγίδευση και θανάτωση προστατευόμενων άγριων πτηνών με ξόβεργα, δίχτυα και ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές. Λέω σημαντικότερη γιατί ουσιαστικά η κατηγορία αυτή αφορά την προσπάθεια παγίδευσης δύο μόνο ειδών, των αμπελοπουλιών και της τσίκλας, στο πλαίσιο της οποίας όμως παγιδεύονται και θανατώνονται τουλάχιστον άλλα 155 περίπου από τα συνολικά 390 είδη ενδημικών και αποδημητικών πουλιών που συναντώνται στην Κύπρο. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η παγίδευση οποιονδήποτε ειδών με αυτές τις μεθόδους έχει κηρυχθεί παράνομη, ήδη από το 1973-4. Δηλαδή, η παγίδευση με ξόβεργα και δίχτυα είναι μη-επιλεκτική και ουσιαστικά έχει σοβαρότατο αντίκτυπο στο 1/3 τουλάχιστον των ειδών των άγριων πουλιών που συναντώνται στο νησί μας. Πέρα από το σοβαρό αντίκτυπο που έχει στα είδη των άγριων πουλιών, η παράνομη και μη-επιλεκτική παγίδευση και θανάτωση επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τους πληθυσμούς της πτηνοπανίδας. Για παράδειγμα, μόνο το 2013, υπολογίζεται ότι 2,5 εκατομμύρια πουλιά παγιδεύτηκαν και θανατώθηκαν σε ξόβεργα και σε δίχτυα σε ολόκληρη την Κύπρο. Από αυτά τα 2,5 εκατομμύρια υπολογίζεται ότι μόνο το 1 με 1,5 εκατομμύριο ήταν αμπελοπούλια και τσίκλες, ενώ όλα τα υπόλοιπα ήταν αυστηρά προστατευόμενα είδη, τα οποία είτε παρουσιάζουν μείωση στον πληθυσμό τους ή κινδυνεύουν άμεσα με εξαφάνιση. Η δεύτερη κατηγορία αφορά το παράνομο κυνήγι θηρεύσιμων ειδών, δηλαδή ειδών που ενώ επιτρέπεται το κυνήγι τους, αυτό γίνεται παράνομα. Όπως για παράδειγμα σε κλειστές περιόδους ή περιοχές για κυνήγι, σε απαγορευμένες ώρες και μέρες, κτλ. για θηρεύσιμα είδη πουλιών (π.χ. φάσσα και περδίκια) ή άλλων ειδών (συγκεκριμένα λαγών). Η τρίτη κατηγορία λαθροθηρίας αφορά το παράνομο κυνήγι προστατευόμενων και μη-θηρεύσιμων ειδών, κυρίως αγρινών, και σε μικρότερο βαθμό την παγίδευση άγριων αρπακτικών πουλιών για λόγους εμπορίας.
Οικολογική και περιβαλλοντική συνείδηση υπάρχει στη Κύπρο;
Δυστυχώς, τα επίπεδα της περιβαλλοντικής συνείδησης στην Κύπρο είναι πολύ χαμηλά, κάτι το οποίο οφείλεται κυρίως στην σχεδόν ανύπαρκτη περιβαλλοντική ενημέρωση και εκπαίδευση. Όσον αφορά την περιβαλλοντική ενημέρωση, δες τι γίνεται με τις εφημερίδες, οι οποίες μάλιστα θεωρούνται ως ένα από τα ποιοτικότερα ΜΜΕ, συγκριτικά με την τηλεόραση για παράδειγμα. Εάν πάρεις τις πέντε εφημερίδες με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία και αναγνωσιμότητα στην Κύπρο, θα διαπιστώσεις ότι αφιερώνουν το πολύ μία σελίδα την εβδομάδα υπό τον τίτλο «Περιβάλλον» ή «Οικολογία». Την ίδια στιγμή, αφιερώνουν 10 σελίδες την ημέρα σε διαφημίσεις, μην πω 20 σελίδες την ημέρα σε «Αθλητικά» κτλ. Όσον αφορά την περιβαλλοντική εκπαίδευση, απλά αναφέρω ότι αυτός ο σημαντικότατος τομέας της εκπαιδευτικής διαδικασίας εισήχθη στην Κύπρο μόλις τα τελευταία μερικά χρόνια, τη στιγμή που στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης – για να χρησιμοποιήσω το πλησιέστερο προς εμάς παράδειγμα – η περιβαλλοντική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι τόσο της δημόσιας, όσο και της ιδιωτικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες, από την πρωτοβάθμια (προδημοτικό και δημοτικό) μέχρι τη δευτεροβάθμια (γυμνάσιο και λύκειο) και την τριτοβάθμια (κολλέγια και πανεπιστήμια) για ολόκληρες δεκαετίες.
Άρα το πρόβλημα ξεκινά από την παιδεία;
Όπως ανέφερα και πιο πριν, ναι, η παιδεία, η εκπαίδευση και η ενημέρωση διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση περιβαλλοντικής συνείδησης, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Έχοντας όμως αναφέρει αυτό, οφείλω επίσης να επισημάνω ότι δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε μία τόσο ρηχή ανάλυση της «ρίζας του κακού». Πέρα από την πολιτιστική διάσταση και συγκεκριμένα τα ζητήματα της ενίσχυσης της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και της προώθησης της περιβαλλοντικής ενημέρωσης, θα πρέπει να δούμε και να εξετάσουμε όλα τα υπόλοιπα μέρη του προβλήματος, κυρίως τις πολιτικές δομές και προφανώς τις οικονομικές σχέσεις. Τι θέλω να πω; Ας πάρουμε το απλό παράδειγμα της λαθροθηρίας. Λέω απλό, γιατί όλοι και όλες, ακόμη και από τη δική μας γενιά, που δεν παρακολουθήσαμε ειδικά μαθήματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στο σχολείο, γνωρίζουμε από παιδιά τα πλέον αυτονόητα, όσον αφορά την οικολογία και το περιβάλλον. Ότι δηλαδή δεν πρέπει να σκοτώνουμε τα είδη άγριας ζωής, αλλά απεναντίας θα πρέπει να τα προστατεύουμε. Ωστόσο, κάθε φορά που έχουμε αυτή τη συζήτηση με τους αρμόδιους πολιτικούς και αξιωματούχους, συνέχεια ακούμε ότι «δυστυχώς στην Κύπρο δεν έχουμε περιβαλλοντική εκπαίδευση και ενημέρωση και πρέπει να περιμένουμε την επόμενη γενιά που θα ξέρει και θα γνωρίζει και θα κάνει και θα ράνει». Όπως έχω ήδη αναφέρει, όλα αυτά είναι ωραία και σημαντικά, αλλά παρατηρούμε τα εξής δύο προβλήματα στην απλουστευτική αυτή λογική. Πρώτον, δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλη μία γενιά να έρθει για να αναλάβει την κατάλληλη δράση και να εφαρμόσει τα κατάλληλα μέτρα. Γιατί πολύ απλά, μέχρι τότε ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος θα είναι μη-αναστρέψιμο. Πολλά είδη άγριας ζωής θα έχουν χαθεί αν συνεχίσουμε να τα κυνηγούμε και κυρίως να τα παγιδεύουμε με τους ίδιους εντατικούς ρυθμούς, πολλά οικοσυστήματα θα έχουν καταστραφεί αν συνεχίσουμε να τα ισοπεδώνουμε και να τα κτίζουμε κατά τον ίδιο τρόπο, η γη και το νερό θα έχουν επιμολυνθεί και ρυπανθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό που δεν θα μπορούν πια να αποκατασταθούν στην αρχική τους κατάσταση, το κλίμα θα έχει αποσταθεροποιηθεί σε τόσο μεγάλη κλίμακα που δεν θα μπορούμε πλέον να σταθεροποιήσουμε την κλιματική αλλαγή και να αποτρέψουμε τις δυσμενέστερες επιπτώσεις της. Άσε που σε δια-γενεαλογικό επίπεδο – δηλαδή σε επίπεδο αλληλεγγύης μεταξύ της δικής μας γενιάς και των επόμενων γενεών – είναι τουλάχιστον υποκριτικό να μετατοπίζουμε το πρόβλημα σε μία γενιά που στην τελική δεν φταίει σε τίποτα, αλλά την καλούμε «να βγάλει τα κάστανα από τα φωτιά». Δεύτερο και κατά πολύ σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι αυτή η μονοδιάστατη ανάλυση πέρα από το ότι μετατοπίζει, αποκρύπτει επιμελώς τις βαθύτερες ρίζες του κακού. Ας πάρουμε και πάλι το παράδειγμα της λαθροθηρίας. Αναφέρθηκα πιο πριν στις πολιτικές δομές και τις οικονομικές σχέσεις. Γενικότερα, συνηθίζω να λέω ότι στην Κύπρο η ψηφοθηρία παρέχει πλάτες στη λαθροθηρία. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι κάποιοι συγκεκριμένοι λαθροθήρες σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές συνηθίζουν να παγιδεύουν παράνομα και μη-επιλεκτικά προστατευόμενα είδη άγριας ζωής. Προφανώς όχι για να ικανοποιήσουν τις ζωτικές τους διατροφικές ανάγκες ή για να ταΐσουν τις οικογένειες και τα παιδιά τους, αλλά για να προμηθεύσουν τα καζαντί, τα κρεοπωλεία και κυρίως τα εστιατόρια με τους μικρούς, πλην όμως πανάκριβους και «εκλεκτούς μεζέδες». Λόγω ακριβώς του τεράστιου τζίρου της παράνομης βιομηχανίας των αμπελοπουλιών – ο οποίος υπολογίζεται από το Ταμείο Θήρας ότι ανέρχεται στα 15 εκατομμύρια το χρόνο – υπάρχει ένα τεράστιο παραεμπόριο από το οποίο πλουτίζουν μερικές εγκληματικές συμμορίες. Και λόγω ακριβώς της οικονομικής τους δύναμης έχουν και την ανάλογη πολιτική επιρροή, άρα επηρεάζουν ψηφοφόρους. Και βεβαίως, πολύ λίγοι είναι οι πολιτικοί που θα βγουν δημόσια και θα πουν ότι πρέπει να επιδείξουμε μία πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι στην παράνομη και μη-επιλεκτική παγίδευση και θανάτωση προστατευόμενων άγριων πτηνών. Γιατί πολύ απλά το κόστος, το πολιτικό κόστος, μίας τέτοιας πράξης είναι πολύ μεγάλο, όπως είναι μεγάλο το οικονομικό κόστος για το μικρό αλλά ισχυρό εγκληματικό κύκλωμα που ελέγχει τη μαύρη αγορά. Βέβαια, κάποιος θα μπορούσε να αναφέρει σ’ αυτό το σημείο ότι πρόκειται για παράδοση. Πέρα από το ότι θα μπορούσαμε να δεχθούμε κάτι τέτοιο για τα ξόβεργα, αλλά σίγουρα όχι για τα δίχτυα και τις ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές, το ερώτημα που προκύπτει είναι άλλο. Ακόμη κι αν πρόκειται για παράδοση, τότε σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να δεχθούμε τη συνέχιση της. Γιατί, αν κάποιο χώρο ή κάποια κοινότητα στην Κύπρο βγει τώρα και πει ότι είναι παράδοση ο φόνος για λόγους τιμής, χωρίς καν δικαστική ακρόαση του θύματος, εμείς θα πρέπει να το δεχθούμε; Ή θα πρέπει να δεχθούμε τον περιορισμό της γυναίκας στο σπίτι; Έτσι, απλά και μόνο στο όνομα της παράδοσης; Καταλήγοντας, καλό είναι να λαμβάνουμε υπόψη τον πολιτισμικό παράγοντα, χωρίς όμως να παραγνωρίζουμε τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και θεσμικές διαστάσεις του κάθε προβλήματος.
Ποια είναι η διαφορά του εμπορεύματος – αμπελοπουλιού, από το εμπόρευμα – άνθρωπος;
Καμία. Λέμε όχι στην εμπορευματοποίηση της άγριας ζωής και της ανθρώπινης ζωής. Γι’ αυτό όμως είμαστε εδώ και συζητάμε και κινητοποιούμαστε και αντιστεκόμαστε. Και, δυστυχώς, η απάντηση είναι κυριολεκτική.
Δηλαδή;
Δηλαδή, αυτοί που ελέγχουν το εμπόριο αμπελοπουλιών είναι αυτοί που ελέγχουν και το εμπόριο προσώπων. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, και το εμπόριο ναρκωτικών ή το εμπόριο όπλων. Αυτό ακριβώς είναι που δεν καταλαβαίνει ο περισσότερος κόσμος. Πολύ συχνά, αρκετοί νομίζουν ότι όταν μιλάμε για αμπελοπούλια, μιλάμε για έναν παππού σε ένα ξεχασμένο χωριό, ο οποίος στήνει μία – δύο μάτσες ξόβεργα για να πιάσει κανένα αμπελοπούλι και να καλοπιάσει τη γιαγιά στο σπίτι. Μόνο που αυτό είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Και σίγουρα αυτό από μόνο του δεν αποτελεί μεγάλη οικολογική καταστροφή. Αυτό το οποίο θα πρέπει να καταλάβουμε όμως κάποια στιγμή είναι ότι μιλάμε για μία ολόκληρη μαύρη αγορά άγριας ζωής, η οποία εφοδιάζει από καζαντί και “ντελιβεράδες” αμπελοπουλιών μέχρι κρεοπωλεία και εστιατόρια. Μιλάμε για “στημάτουρου”» που στήνουν μερικές εκατοντάδες ξόβεργα ή 10-20 δίκτυα σ’ έναν δεντρόκηπο, με μία – δύο ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές και τέσσερα-πέντε ηχεία. Οι οποίοι υποστηρίζονται από ένα ολόκληρο κύκλωμα μικρών και μεσαίων παγιδευτών. Και μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες πουλιά κάθε χρόνο και συνολικό τζίρο εκατομμυρίων για ολόκληρο το παράνομο κύκλωμα σε ετήσια βάση. Και οι ίδιοι άνθρωποι που ελέγχουν τη διακίνηση προσώπων στα καμπαρέ, ελέγχουν και την εμπορία αμπελοπουλιών στα εστιατόρια.
Εσύ τι έχεις σπουδάσει και που;
Έχω ένα πτυχίο Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας από το Πάντειο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα και αργότερα έκανα ένα μεταπτυχιακό στο Κεντ της Αγγλίας, στο αντικείμενο της Περιβαλλοντικής Κοινωνικής Επιστήμης, με έμφαση στην περιβαλλοντική ηθική, πολιτική και κοινωνιολογία. Στο ενδιάμεσο, συμμετείχα σε ακαδημαϊκά και ερευνητικά προγράμματα που αφορούσαν τη μελέτη κοινωνικών κινημάτων και περιβαλλοντικού ακτιβισμού, κυρίως στη Δυτική και τη Νότια Ευρώπη, σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Ελλάδα και η Κύπρος. Κάποια στιγμή άφησα προσωρινά τις σπουδές μου και επέστρεψα στην Κύπρο για να δουλέψω, να μαζέψω λίγα λεφτά και να επιστρέψω για το διδακτορικό μου στον τομέα της πολιτικής κοινωνιολογίας του περιβάλλοντος. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η περίοδος που επέλεξα να επιστρέψω δεν ήταν και η καλύτερη για κάτι τέτοιο.
Γιατί το λες αυτό;
Γιατί όπως είπα, ο αρχικός στόχος ήταν να μαζέψω λίγα λεφτά, κυρίως για να ξεπληρώσω ένα φοιτητικό δάνειο για το μεταπτυχιακό μου και να συνεχίσω με το διδακτορικό. Και ξαφνικά από την “ανάπτυξη” βρεθήκαμε στην “κρίση”. Και αυτό μου θυμίζει μία αφίσα που είδα να κυκλοφορεί πρόσφατα στο διαδίκτυο, η οποία εξηγεί με ένα εξαιρετικά εύστοχο τρόπο την καπιταλιστική ανάπτυξη και κρίση στους “αρχάριους”. Στην αρχή λοιπόν είχαμε ανάπτυξη, όπου οι έχοντες πλήρωναν τους μη-κατέχοντες για να δουλεύουν οι τελευταίοι και να κερδίζουν οι πρώτοι. Στη συνέχεια μας ήρθε η κρίση, όπου πλέον οι μη-κατέχοντες πληρώνουν τους έχοντες για να τους δουλεύουν και να κερδίζουν. Ηθικό δίδαγμα: όσο υπάρχουν έχοντες και μη-κατέχοντες, οι πρώτοι κερδίζουν και οι τελευταίοι χάνουν με ένα εντελώς δυσανάλογο τρόπο! Όσο περισσότερο ιδιωτικοποιείται το κέρδος, τόσο περισσότερο κοινωνικοποιείται το κόστος και η ζημιά!
Ασχολείσαι και με ζητήματα ακτιβισμού. Υπάρχει ακτιβιστική δράση στη Κύπρο; Αν ναι μπορούμε να αναφέρουμε παραδείγματα;
Ναι, ασχολούμαι με διάφορα ζητήματα περιβαλλοντικού και κοινωνικού ακτιβισμού. Λόγω ακριβώς των ερευνητικών μου ενδιαφερόντων, είμαι περισσότερο ενεργός σε περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως ο τερματισμός της λαθροθηρίας, η προστασία της βιοποικιλότητας, η προώθηση της βιώσιμης γεωργίας και της ανανεώσιμης ενέργειας. Παράλληλα, προσπαθώ να συμμετέχω όσον το δυνατό περισσότερο σε τοπικές πρωτοβουλίες πολιτών, που αφορούν ζητήματα αναβάθμισης της ποιότητας ζωής (όπως η διαφύλαξη δημόσιων χώρων πρασίνου και η διατήρηση ιστορικών παραδοσιακών κτιρίων) ή διασφάλισης κοινωνικής δικαιοσύνης, για παράδειγμα μέσω της παροχής στήριξης και αλληλεγγύης σε αδύναμες κοινωνικές ομάδες, όπως οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Στην Κύπρο γενικά υπάρχει κάποια ακτιβιστική και κινηματική δράση, αλλά δυστυχώς παρατηρείται σε πολύ μικρό και περιορισμένο βαθμό. Τα παραδείγματα που προανέφερα είναι νομίζω ενδεικτικά. Ωστόσο, πέρα από τα παραδείγματα, καλό είναι να δούμε και λίγο πέρα από το μύθο που θέλει τους ακτιβιστές να είναι ρομαντικοί και απόμακροι στην καλύτερη περίπτωση ή ακραίοι και περιθωριακοί στη χειρότερη. Αυτό το παραμύθι που έχει επικρατήσει στην Κύπρο δεν είναι απλά γελοίο, αλλά πλήρως ανιστόρητο, μην πω επικίνδυνο για τους πολλούς και χρήσιμο για τους λίγους. Πολύ συχνά ακούμε τις λέξεις ακτιβισμός ή κινήματα στην Κύπρο και τους δίνουμε ένα αρνητικό πρόσημο, λες και πρόκειται για “κοινωνικές ασθένειες” και “πολιτικές παθολογίες”. Το οποίο επαναλαμβάνω ότι είναι τραγικό και προπάντων επικίνδυνο. Αυτό το οποίο συνηθίζω να λέω είναι ότι οι σημαντικότερες αλλαγές και οι μεγαλύτερες επαναστάσεις στην παγκόσμια ιστορία δεν είναι παρά το αποτέλεσμα συλλογικών δράσεων, κοινωνικών κινημάτων και διεκδικητικών πολιτικών. Ας αναλογιστούμε το εργατικό κίνημα και τα κοινωνικά δικαιώματα, το φοιτητικό κίνημα ή το κίνημα για την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων και τα πολιτικά δικαιώματα, το φεμινιστικό κίνημα και τα δικαιώματα των φύλων. Κατά τον ίδιο τρόπο, τα περιβαλλοντικά – οικολογικά και τα ειρηνιστικά – αντιμιλιταριστικά κινήματα δίνουν φωνή σε ολόκληρο τον πλανήτη και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, διεκδικώντας αντίστοιχα τα δικαιώματα σε ένα ασφαλές περιβάλλον και ένα ειρηνικό μέλλον. Μάλιστα, θεωρώ ότι αυτά τα κινήματα αυτά υπερβαίνουν τόσο το γεωγραφικό χώρο, όσο και το γενεαλογικό χρόνο, δεν ενεργούν στο όνομα κάποιων συνόρων, αλλά ολόκληρου του πλανήτη και όλων των κατοίκων του, όπως επίσης δεν ενεργούν στο όνομα της δικής μας μόνο γενιάς, αλλά και αυτών που θα μας ακολουθήσουν. Και στην τελική, οι ακτιβιστές και τα κινήματα παλεύουν για συλλογικά δικαιώματα και δημόσια αγαθά. Αντί λοιπόν να τους κατηγορούμε και να τους περιθωριοποιούμε, ας δούμε λιγάκι γιατί κάποιοι – συνήθως μάλιστα αυτοί που έχουν την οικονομική ή / και πολιτική εξουσία – τα βάζουν μαζί τους και τι προσπαθούν να προστατεύσουν; Ας ζυγίσουμε τον προσωπικό πλούτο αυτών των λίγων με τα συλλογικά δικαιώματα όλων εμάς ή την ατομική τους ιδιοκτησία με τα δημόσια αγαθά μας. Και αφού το κάνουμε αυτό, ας μιλήσουμε τότε για τους κακούς ακτιβιστές και τα πράσινα άλογα.
Τι είναι η CABS (Committee Against Bird Slaughter) και ποια η ακτιβιστική της δράση;
Η Committee Against Bird Slaughter (CABS) δημιουργήθηκε το 1975 στη Δυτική Ευρώπη, σε χώρες όπως το Βέλγιο και η Γερμανία, οι οποίες αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα λαθροθηρίας. Στόχος των μελών της οργάνωσης ήταν η ανάληψη συστηματικής, δυναμικής και αποτελεσματικής δράσης για τον τερματισμό του παράνομου κυνηγίου, της μη-επιλεκτικής παγίδευσης και του μαζικού εμπορίου προστατευόμενων ειδών άγριων πουλιών. Σιγά-σιγά, η οργάνωση αναπτύχθηκε πέρα από τη Γερμανία, το Βέλγιο και τη Γαλλία και άρχισε να διοργανώνει περιοδείες προστασίας πουλιών και σε άλλες Μεσογειακές χώρες, όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Μάλτα και η Κύπρος.
Πρόσφατα οι New York Times παρουσίασαν στο διαδίκτυο ένα βιντεάκι με θέμα τον ρατσισμό στη
Κύπρο. Υπάρχει πρόβλημα ρατσισμού στη Κύπρο; Κάποιοι λένε ότι είναι σε μικρό βαθμό (σε αντίθεση με το βιντεάκι των New York Times…). H δικιά σου άποψη;
Καλή ερώτηση. Πέρα από το βιντεάκι των New York Times, καλό είναι να δούμε τη γενική εικόνα. Και ναι, υπάρχει πρόβλημα ξενοφοβίας, ρατσισμού και διακρίσεων στην Κύπρο. Εάν κάποιος δεν εμπιστεύεται τις ανεξάρτητες μελέτες της ακαδημαϊκής κοινότητας ή των μη-κυβερνητικών οργανώσεων, οι οποίες καταδεικνύουν την έκταση του προβλήματος, ας ρίξει μια ματιά στις εκθέσεις και τις αναφορές της Αρχής Κατά των Διακρίσεων, της Επιτρόπου Διοικήσεως ή του Συνηγόρου του Πολίτη. Και το παράλογο δεν είναι ότι έχουμε πρόβλημα, αλλά το ότι προσπαθούμε να το κρύψουμε επιμελώς κάτω από το χαλί της κυπριακής κοινωνίας. Ξεχνώντας, στην τελική, ότι είμαστε μία κοινωνία στην οποία οι παππούδες μας και οι γονείς μας είναι πρόσφυγες, αρκετοί από τους συγγενείς μας είναι μετανάστες σε άλλες χώρες και ηπείρους, αλλά εμείς … εμείς είμαστε ρατσιστές που δεν θέλουμε τον άλλο, τον αλλοεθνή, τον αλλόθρησκο, τον διαφορετικό και επιζητούμε μία φαντασιακή εθνική, φυλετική και θρησκευτική καθαρότητα, η οποία δεν υπάρχει παρά μόνο στη φαντασία μας. Παραγνωρίζοντας, την ίδια στιγμή, τα προβλήματα που βρίσκονται ακριβώς μπροστά μας. Φταίμε για παράδειγμα τους οικονομικούς μετανάστες και τους πολιτικούς πρόσφυγες για το ότι έρχονται εδώ πέρα και μας τρώνε τα λεφτά μας. Μόνο που αυτοί οι άνθρωποι όχι μόνο δεν μας τρώνε τα λεφτά μας, αλλά απεναντίας ζούνε στο περιθώριο της κοινωνίας μας και παράγουν ουσιαστικά τον εθνικό μας πλούτο, από τις οικοδομές μέχρι τα ξενοδοχεία. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν μας ενοχλεί καθόλου ότι τα αυτοκίνητα που οδηγούμε, τα φαγητά που τρώμε, τα ποτά που πίνουμε, οι ταινίες που παρακολουθούμε, η μουσική που ακούμε, τα ρούχα που φοράμε, τα καύσιμα που καταναλώνουμε, τα έπιπλα και οι υπολογιστές που χρησιμοποιούμε, όλα αυτά έρχονται από το εξωτερικό. Αλλά, εμείς επιμένουμε και βγάζουμε το άχτι μας για τον ατομικισμό, την αποξένωση και τα πάθη μας, στους πιο φτωχούς και τους πιο αδύνατους. Και αν δούμε κανένα ξένο που είναι ματσωμένος – και δεν αναφέρομαι στους τουρίστες, αλλά σε ξένους κάτοικους του νησιού που έχουν περιουσία και ήρθαν εδώ για να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους – το μόνο που κοιτάμε είναι πόσα λεφτά θα καταφέρουμε να τους πάρουμε πουλώντας ακριβότερα αγαθά και υπηρεσίες, από το μπουκαλάκι του νερού στο περίπτερο μέχρι τις μετοχές των επιχειρήσεων στις τράπεζες.
Λένε πως η αλλαγή δεν θα έρθει από αυτούς που κατέχουν θέσεις εξουσίας, αλλά από εμάς, από τη δράση και συμμετοχή του καθενός μας. Πώς μπορεί κανείς να συμβάλει στην αντιρατσιστική δράση, αλλά και στην προστασία του περιβάλλοντος;
Όπως είπα και πιο πριν, κανένα ανθρώπινο δικαίωμα δεν δόθηκε, αλλά όλα κερδήθηκαν. Και αν θέλουμε να αλλάξουμε τα πράγματα γύρω μας, τη φτώχεια, την ανισότητα, την αδικία, την περιβαλλοντική υποβάθμιση και την οικολογική καταστροφή, το ρατσισμό και τις διακρίσεις, καλό είναι να ανοίξουμε τα μάτια μας και να διευρύνουμε τους ορίζοντες μας. Να δημιουργήσουμε νέες κοινωνικές σχέσεις και νέες κοινωνικές δομές, περισσότερο οριζόντιες παρά κάθετες, περισσότερο αποκεντρωμένες παρά συγκεντρωτικές, περισσότερο αλληλέγγυες παρά κερδοσκοπικές, πιο ισορροπημένες με το περιβάλλον παρά μπαζωμένες από το τσιμέντο.
Αυτή η οικονομική κρίση που έχει χτυπήσει και την Κύπρο θα λειτουργήσει και θετικά; Μήπως μέσα από μια ενδεχόμενη κρίση αξιών οι άνθρωποι δουν την ουσία των πραγμάτων ή αντίθετα η οικονομική κρίση θα φέρει μαζί της κι άλλα προβλήματα; (εγκληματικότητα, τάσεις ρατσισμού, κτλ);
Προσωπικά, είμαι της άποψης ότι η κρίση λειτουργεί αρνητικά … Και κυρίως η οικονομική κρίση, κατά τη διάρκεια της οποίας οι άνθρωποι ζουν και εθίζονται στη φτώχεια, την ανέχεια και την εξαθλίωση. Και πολύ συχνά ενοχλούμαι από ανθρώπους γύρω μου που υποστηρίζουν αυθαίρετα ότι «με την οικονομική κρίση θα φέρουμε το νου μας». Όσο περισσότερο υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν να πληρώσουν το ενοίκιο ή τη διατροφή τους, δεν έχουν δουλειά ή στέγη, εγκαταλείπουν τις σπουδές ή τη χώρα τους, τόσο περισσότερο τα στενά οριζόμενα οικονομικά προβλήματα μετεξελίσσονται σε κοινωνικά, πολιτισμικά, περιβαλλοντικά ή άλλα. Τόσο περισσότερη η αδικία και η ανισότητα, τόσο περισσότερες οι διακρίσεις και η περιθωριοποίηση, τόσο περισσότερο το δηλητήριο και ο φόβος. Γενικότερα, δεν είμαι ούτε αισιόδοξος, ούτε απαισιόδοξος εκ φύσεως. Πιστεύω ότι η αισιοδοξία πηγάζει από τη δράση και η απαισιοδοξία από την αδράνεια. Και η αισιοδοξία της δράσης είναι προτιμότερη από την απαισιοδοξία της σκέψης, ή καλύτερα ο ακτιβισμός είναι προτιμότερος από τον πεσιμισμό.
Σήμερα ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στην Κύπρο κατά τη γνώμη σου;
Η ανισότητα … στην κατανομή του πλούτου, στη διαχείριση της εξουσίας, στις σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων (των τάξεων και των κοινοτήτων, των Κύπριων και των αλλοδαπών, των ανδρών και των γυναικών), στις ανθρώπινες ανάγκες και στις καταναλωτικές συνήθειες, στις αδηφάγες ορέξεις και στις οικολογικές ισορροπίες. Η ανισότητα έχει διαβρώσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κυπριακή κοινωνία.
Κλείτο, μήπως η αλληλευγγύη είναι καθήκον όλων μας στις μέρες αυτές που διανύουμε ως λαός και ως
τόπος;
Προφανώς και είναι … Δεν μπορεί να υπάρξει ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αυτονομία και ελευθερία, ισότητα και δικαιοσύνη, ειρήνη και αειφορία, χωρίς αλληλεγγύη. Αλληλεγγύη όχι αφαιρετική, αλλά ουσιαστική, με τους από κάτω και τους απ’ έξω, τους φτωχούς και τους αδύνατους, τους καταπιεζόμενους και τους περιθωριοποιημένους.
Η δική σου συμβουλή και μήνυμα σε όσους θα διαβάσουν τη συνέντευξη μας αυτή;
Καμία συμβουλή, μόνο δύο μηνύματα: Όσον αφορά τη λαθροθηρία, “προστατέψτε τα πουλιά, όχι τους λαθροθήρες”. Όσον αφορά τα υπόλοιπα, “ο ακτιβισμός είναι προτιμότερος από τον πεσιμισμό”.