Search
Close this search box.

Ξεφλουδισμένες Λέξεις “Μη περπατάτε ξυπόλυτοι…θα καείτε!”

Γράφει η Γιώτα Δημητρίου

Έλεγε “μη περπατάτε ξυπόλυτοι στη αυλή! Θα καείτε”. Εμείς δεν καταλαβαίναμε. Τρέχαμε σαν αλητάκια πάνω κάτω, στον μικρό της παράδεισο, που ήταν γεμάτος λουλούδια όλων των ειδών, στην αυλή της.
Μας έτρεχε ξοπίσω να φάμε, και όταν ήθελε να μας καλοπιάσει το γύριζε στα γλυκά και στα παγωτά.
Απ’ τα οκτώ της παιδιά, τα τρία ήταν μόνιμοι κάτοικοι Λονδίνου. Τα εγγόνια, όπως μπορείτε να φανταστείτε, αρκετά.
Τα καλοκαίρια, με τους “Λονδρέζους” να έρχονται για διακοπές, γινόταν χαμός. Ούζο, αυτό θυμάμαι έντονα από εκείνα τα καλοκαιρινά βράδια στην αυλή. Τον άντρα της, τον παππού Μιχάλη να πίνει ούζο, το τραπέζι να είναι γεμάτο φαγητά  και εμείς (τα μικρά) να ζούμε ένα πανηγύρι χωρίς τελειωμό.
Τα δώρα που έρχονταν απ’ το Λονδίνο πολλά (ρούχα, παπούτσια, παιχνίδια και ότι βάζει ο νους).
Τότε, (δεκαετία ’80) η Κύπρος αν και βρισκόταν στην πρόσφατη μεταπολεμική της φάση, ζούσε καλές εποχές. Ευμάρεια κι αγώνας.
Αυτή μας κακομάθαινε, η αλήθεια να λέγεται.
Τα καλοκαιρινά βράδια που κοιμόμασταν σπίτι της (αφού δεν είχαμε σχολείο και διαβάσματα) γινόταν χαλασμός.  Τρέχαμε στις γειτονιές που ευωδίαζαν γιασεμιά και νυχτολούλουδα και χανόμασταν σε κάτι χωράφια γεμάτα καλαμιές. Οι μεγάλοι μας λέγανε να μην πλησιάζουμε εκεί, επειδή είχε δράκους. Μα ακριβώς γι αυτούς τους δράκους τρέχαμε μπας και τους δούμε τους άτιμους. Δεν τους πετύχαμε ποτέ. Μόνο όταν μεγαλώσαμε τους συναντήσαμε ντυμένους με επώνυμα κουστούμια να λέγονται “πολιτικοί” και να αμαυρίζουν τις ζωές μας.
Τα καλοκαίρια που λες, μαζί της ήταν παράδεισος. Και ήταν και η εξωτερική της ομορφιά, τα μεγάλα πράσινα της μάτια με το πανέμορφο πρόσωπο της, σε συνδυασμό με την ατέρμονη καλοσύνη της κι αγάπη (πόση αγάπη αυτή η γυναίκα για όλα κι όλους!) που σε έκαναν να την δέσεις μενταγιόν στην ψυχή σου και να την αγαπάς αιώνια.
Λένε πως “του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου”. Δεν ξέρω αν γίνω ποτέ μάνα κι αργότερα γιαγιά για να μπορώ να το επιβεβαιώσω αυτό. Αλλά, αυτό που συνέβηκε μαζί μου ήταν το “της μαμάς μου η μαμά είναι δυο φορές μαμά μου”. Κι έτσι την είχα αγαπήσει: περισσότερο κι απ΄την ίδια μου την μάνα.
Εκείνα λοιπόν τα χρόνια, της απερίγραπτης ευτυχίας έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Όχι μονάχα επειδή μεγαλώσαμε και δεν είμαστε πλέον παιδιά, όχι μόνο επειδή εκείνη έφυγε για τον άλλο κόσμο πριν πέντε  χρόνια, αλλά επειδή οι εποχές έχουν αλλάξει συθέμελα.
Τα παιδιά σήμερα μεγαλώνουν μέσα σε αβεβαιότητα για το αύριο,  σε αντίθεση με εμάς που μεγαλώσαμε λες και ο θεός είχε συνυπογράψει με τους γονείς μας συμφωνητικό που έλεγε “τα καλύτερα έπονται”.
Οι εποχές όπου οι μεγάλοι φορούσαν μόνιμα χαμόγελο και ελπίδα και τα πιτσιρίκια έτρεχαν ανέμελα λες και είχαν εξασφαλίσει το αύριο, τελείωσε.
Τα χρόνια της σοβαρής τηλεόρασης, του γλυκού ραδιοφώνου και της αθωότητας έγιναν λάσπη στην όξινη βροχή του χρόνου και διαπλάστηκαν. Και φτάσαμε ως εδώ. Στην Κύπρο του 2013. Την λαβωμένη οικονομικά, των πονηρών ανθρώπων, της ασύστολης προπαγάνδας, της επιλεκτικής λήθης, του παρανοϊκού ρατσισμού, (να είσαι λαός που πέρασε προσφυγιά και μετανάστευση και να είσαι και ρατσιστής;) των σκυθρωπών ονείρων.
Το χρυσοπράσινο φύλλο στο πέλαγος, βούλιαξε σε μια θάλασσα νεκρών ονείρων.

Τα καλοκαίρια παραμένουν η αγαπημένη μου εποχή. Και η συνήθεια να περπατώ ξυπόλυτη δεν λέει ν’ αλλάξει (πρώτα βγαίνει η ψυχή τ’ ανθρώπου και μετά το χούι λένε).
Συχνά την θυμάμαι, την γιαγιά Παναγιώτα, να φωνάζει σε μένα και στα ξαδέλφια μου “μην περπατάτε ξυπόλυτοι, θα καείτε”.
Δεν περπατώ σ’ αυλές (με λουλούδια), στο σπίτι περπατώ με αναμμένο το air condition, ή σε παραλιακά στέκια μετά τη θάλασσα. Δεν διατρέχω κανένα κίνδυνω να καώ.
Από άλλο πράγμα καήκαμε γιαγιά μου. Από ένα σύστημα που λάβωσε τους πολλούς και ευνόησε τους λίγους. Που έριξε τον κόσμο σε οικονομική εξαθλίωση, απ΄ την ανεργία . Από λαμόγια πολιτικούς που φτιάξανε το μέλλον μας όπως αυτοί θέλανε. Απ’ αυτά καήκαμε.
Γι αυτό ίσως σε πήρε ο Θεός πριν πέντε χρόνια, επειδή ήσουν κομμάτι ενός άλλου κύκλου, των ευτυχισμένων μας χρόνων. Σ’ αυτό το νέο κύκλο δεν χωρούσες. Έμεινες πρωταγωνίστρια στα ωραία μας χρόνια.

Το πρώτο μας λοιπόν Κυπριακό καλοκαίρι της (αληθινής) οικονομικής κρίσης.
Καλοσωρίσατε στη νέα τάξη πραγμάτων, το νησί της Αφροδίτης θα συνεχίσει να χορεύει το τσάμικο της αβεβαιότητας, τον χορό του Ζαλόγγου σε βηματισμούς απελπισίας και ενίοτε θα νοσταλγούμε τις εποχές της ευμάρειας. Θα λέμε “τότε που σχεδόν όλοι είχαν δουλειά” και θα νομίζουμε πως μιλάμε για τον κήπο της Εδέμ.

Και το ζητούμενο;
Να αγωνιστούμε (χωρίς την πιο πάνω απαισιοδοξία) για να γυρίσει ο τροχός.
Να πολεμήσουμε (όχι στα λόγια και όχι μόνο στο
fb twitter) για τα παιδιά του αύριο.
Να αγωνιστούμε για ένα μέλλον όπου δεν θα κουρελιάζουν κάποιοι τα όνειρα των  αγέννητων μας παιδιών.
Όπου η μόνη μας έγνοια τα καλοκαίρια θα είναι να μην κάψουμε τα πόδια μας όταν θα περπατάμε ξυπόλυτοι σε αυλές με ευωδιαστά λουλούδια.

 


Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn
On Key

Related Posts

error: Content is protected !!