Γράφει ο Μιχάλης Μιχαήλ
(Ιδιοκτήτης του Βιβλιοπωλείου «ibook» στη Λευκωσία)
Λαμβάνοντας σαν αφορμή την κυριαρχούσα στην ζωή μας λέξη “κρίση” θα ήθελα να ασχοληθώ μ’ ένα συγκερκιμένο τομέα ο οποίος «διανύει οικονομική κρίση» από τον καιρό της ενασχόλησης μου μαζί του, δηλαδή τα τελευταία 8 περίπου χρόνια και ονομάζεται ακαδημαικό βιβλίο.
Μια κρίση εντελώς διαφορετική που δεν έχει να κάνει τόσο με το οικονομικό , όσο με την νοοτροπία που επικρατεί στην κυπριακή κοινωνία , και κατ’ επέκτασην στην κυπριακή φοιτητική κοινότητα.
Στα χρόνια της ενασχόλησης μου με το θέμα Ακαδημαϊκό Βιβλίο (καθότι διαθέτω δικό μου βιβλιοπωλείο στη Λευκωσία) κατέληξα στο εξής θλιβερό συμπέρασμα : για τον μέσο κύπριο πολίτη το βιβλίο είναι απλώς ένα αντικείμενο το οποίο χρησιμοποιεί στην παραλία το καλοκαίρι και συνοδεύει τις σαγιονάρες την ομπρέλλα της θάλασσας και τα παιχνίδια των μωρών, ενώ για τον κύπριο φοιτητή ο οποπιος σπουδάζει εντός συνόρων το βιβλίο είναι απλώς το μέσο με το οποίο θα πάρει καλύτερους βαθμούς και όχι εκείνο το οποίο θα εμπλουτήσει τις γνώσεις του και θα τον κάνει καλύτερο σε αυτό που έχει επιλέξει να σπουδάσει.
Ξεκινώντας πριν από 8 χρόνια να ασχολούμε αποκλειστικά με το ακαδημαικό βιβλίο είχα και εγώ τις αμφιβολίες μου κατά πόσο άξιζε, αλλά υπήρχε ένα μεγάλο κενό στον συγκεκριμένο τομέα το οποίο φάνταζε σαν επιχειρηματική ευκαιρία από την μια, αλλά και πρόκληση από την άλλη καθώς θα συνδύαζα μιαν μεγάλη μου αγάπη (βιβλία) με την καθημερινή μου ενασχόληση . Business and pleasure δηλαδή.
Θυμάμαι σαν σήμερα την χαρά που ένιωσα όταν παρέλαβα τον πρώτο τίτλο από την ελλάδα , «Οργανική χημεία τόμος 1» του John Mcmurry μεταφρασμένο από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Από τότε έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι και έχουν περάσει από τα χέρια μου εκατοντάδες τίτλοι Πανεπιστημιακών βιβλίων και ίσως να μην υπάρχει φοιτητής που να αποφοίτησε από το Πανεπιστημίο Κύπρου τα τελευταία χρόνια που να μην έχει στην βιβλιοθήκη του έστω και ένα βιβλίο αγορασμένο από το κατάστημα μου.
Το πρώτο πραγματικό σοκ ήρθε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης μου στην έκθεση βιβλίου που γίνεται κάθε χρόνο στην Φραγκφούρτη. Ήταν η στιγμή που ένιωσα αμηχανία και ταυτόχρονα ντροπή. Γιατί πως αλλιώς θα μπορούσε να νιώσει ένας άνθρωπος όταν του προυσιάζουν επισήμως στοιχεία ότι η χώρα του ήταν το νούμερο 1 rated παγκοσμίως για φωτοτύπηση ακαδημαικών βιβλίων και υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο να σταματήσουν να προμηθέουν τα βιβλία τους στην Κύπρο; Αν θυμάμαι καλά σε μια προσωπική έρευνα που έκανα τότε οι 2 πρωτιές της Κύπρου παγκοσμίως ήταν αυτή που ανάφερα και η άλλη το ποσοστό καπνιστών. («Συγχαρητήρια» Κύπρος μας).
Στα χρόνια που ακολούθησαν έγιναν προσωπικά αμέτρητες προσπάθειες για να αλλάξουμε τα δεδομένα, όμως κάποιοι παράγοντες τους οποίους θα αναφέρω πιο κάτω είναι καταλυτικοί στο να μην έχει το ακαδημαικό βιβλίο την πραγματική θέση που του αξίζει στην συνείδηση του κύπριου φοιτητή. Ποιοι είναι αυτοί οι λογοι; Λοιπόν:
– Δυστυχώς ένα γνώρισμα μας σαν λαός είναι και η έλλειψη σεβασμού προς τον συνάνθρωπο μας στον γείτονα μας κάποτε και στην ίδια μας την οικογένεια. Οπόταν γιατί να δείξω σεβασμό σε κάποιον Kenneth Rosen από την Αμερική που έγραψε ένα βιβλίο. Αν μπορώ να το φωτοτυπήσω θα το κάνω.
– Η αντιμετώπιση του βιβλίου από τους ακαδημαικούς, ειδικά του Πανεπιστημίου Κύπρου. Πολλοί από τους καθηγητές που εργοδοτούνται από το κρατικό μας Πανεπιστήμιο έχουν αποκτήσει – και ας ενοχλήσει κάποιους – νοοτροπία κυβερνητικού υπαλλήλου. Θα πάω το πρωί στην δουλειά μου θα σχολάσω το μεσημέρι «είτε βρέξει είτε σιονίσει» εγώ θα πάρω τον μισθό μου. Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην έχουν καθόλου όρεξη και διάθεση για να ενημερωθούν για καινούργια βιβλία που κυκλοφορούν στον κλάδο τους και να είναι κολλημένοι σε κάποιο τίτλο βιβλίου που πολλές φορές είναι αυτό που διδάκτηκαν οι ίδιοι όταν σπούδαζαν, πριν από κάποια χρόνια. Αν λέμε τώρα υποθετικά κάποιος διδάχτηκε μέσα από κάποιο βιβλίο marketing που γράφτηκε το 1980 πως είναι δυνατόν να περιμένει ότι οι φοιτητές του το 2013 θα το βρουν ενδιαφέρον αρκετά για να το αγοράσουν και να το διαβάσουν; Επίσης αρκετές φορές έγινα δέκτης μαρτυριών από φοιτητές ότι ο τάδε καθηγητής μας αφήνει να χρησιμοποιούμε φωτοτυπημένα βιβλία στο τμήμα.
– Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρήται είναι η αδιαφορία των φοιτητών μας για βιβλία διαφορετικά από αυτά που τους προτείνουν οι καθηγητές τους και αυτό έρχεται να ενισχύσει προηγούμενη μου τοποθέτηση ότι ουσιαστικά έχουμε μια φοιτητική νεολαία που κάνει “βαθμοθηρία” και δεν επιδιώκει πραγματικά την γνώση. Δεν θυμάμαι πραγματικά πότε είδα τελευταία φορά φοιτητή έστω να μετροφυλλά ένα βιβλίο, πέρα από αυτό που είπε από ο καθηγητής του, σε αντίθεση με την Ελλάδα που βλέπεις εκατοντάδες φοιτητές στα φοιτητικά βιβλιοπωλεία της Σόλωνος να μετροφυλλούν και να αγοράζουν βιβλία απλώς για να εμπλουτήσουν τις γνλωσεις τους.
– Διάλογος μπροστά μου από πρωτοετείς φοιτήτριες. « Κόρη έννεν καλλύττερα να πιάσω τσίντες μπότες που είδαμε προχτές παρά να δώκω 60 ευρώ για το βιβλίο;» Ε, ναι σίγουρα κορίτσι μου είναι καλύτερα να αγοράσεις τις μπότες , εξάλλου αφού και να πάρεις το βιβλίο, με την νοοτροπία που έχεις θα καταλήξει στο ράφι, τουλάχιστον τις μπότες θα τις φορέσεις και θα σε κάνει να νιώσεις καλύτερα. Το πιο πάνω παράδειγμα είναι ενδεικτικό πως κάποιοι αντιμετωπίζουν το θέμα σπουδών και κατ’ επέκταση το θέμα βιβλίο. Η αρχοντοχωριάτικη μας νοοτροπία επιβάλλει να σπουδάζει σχεδόν το 100% της νεολαίας μας, αλλά να μην υπάρχει ποιότητα φοιτητών! Να υπάρχουν και αυτοί οι οποίοι μεταξύ της αγοράς ενός βιβλίου και του pro evolution soccer να επιλέγουν το δεύτερο με μεγάλη ευκολία.
– Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αρνητική σχέση φοιτητή-βιβλίου είναι τα βιώματα που αποκτά κάποιος νέος κατά τα μαθητικά του χρόνια. Βιβλία κακογραμμένα, αναχρονιστικά και πολλές φορές μεροληπτικά όσον αφορά τομείς όπως την εκκλησία και το εθνικό μας πρόβλημα, είναι δυστυχώς αυτά που διδάσκονται οι μαθητές μας στα σχολεία . Βιβλία μακρυά από τις πραγματικότητες της σύγχρονης κοινωνίας. Αν προσθέσουμε σε αυτό και το γεγονός ότι το βιβλίο κάνει μιαν άνιση μάχη ενάντια στις σύγχρονες μηχανές ( internet/play station/iphones κ.λ.π) συν το ότι έχουμε γεμίσει τις ώρες των παιδιών μας με φροντιστήρια, τότε φτάνουμε στο σημείο που αν ρωτήσεις ένα 16χρόνο πoιος είναι ο Ντοστογιέφσκι η πιο πιθανή απάντηση που θα πάρεις είναι “ αριστερός μπακ χαφ στην σπάρτακ πράγας» . Απόλυτα λογικό επακόλουθο είναι όταν ο 16χρονος γίνει 20χρονος και πάει στο πανεπιστήμιο μετά την στρατιωτική του θητεία, η σχέση του με το βιβλίο να μην είναι η καλύτερη.
Πολλά χρόνια πριν και συγκεκριμένα όταν ήμουν στην Β’ Γυμνασίου στο Περιφερειακό Γυμνάσιο Λευκωσίας, κάποιος από τους καθηγητές μας κάθε διάλειμμα καθημερινώς, μόλις χτυπούσε το κουδούνι, πήγαινε στην βιβλιοθήκη καθόταν εκεί και διάβαζε μέχρι να ξαναπαίξει το κουδούνι για να πάει πίσω στην τάξη. Μας φαινόταν περίεργο γιατί όλοι οι άλλοι καθηγητές είτε κάθονταν στην αίθουσα τους, είτε ήταν έξω και κάπνιζαν. Με την αφέλεια των 14 μου χρόνων και σαν ο πιο “μάγκας” της παρέας πήρα μια μέρα το θάρρος να τον ρωτήσω “κύριε έχουμε μιαν απορία», είπα δείχνοντας και τους άλλους συμμαθητές μου οι οποίοι στέκονταν έξω από την βιβλιοθήκη, «τι κάνεις κάθε διάλειμμα εδώ;» Έβγαλε τα γυαλία του, με κοίταξε με ένα κάπως περίεργο ύφος, (μάλλον για το θράσος μου) και μου απάντησε: «Παιδί μου η ζωή είναι πολύ μικρή και πρέπει να την διασκεδάσουμε διαβάζοντας».