Γράφει η Γιώτα Δημητρίου
Πάνε μέρες τώρα που ξυπνάω μέσα στα άγρια μεσάνυχτα και λέω “δεν παλεύεται….”. Κρατάω σημειώσεις και ψάχνω κάτι θετικό μέσα σ’ αυτό το θολό τοπίο που κάποιοι μας έχουν ρίξει για να υποδυόμαστε ρόλους τους οποίους ποτέ μας δεν θελήσαμε.
Ο Νίκος, από Αθήνα, μου γράφει πως κατάντησα μελό και πως τον κουράζουν πλέον οι αναλύσεις μου, είναι πολύ φορτισμένες συναισθηματικά, λέει.
Τα πέτρινα χρόνια ζούμε.
Θες να χαρείς και σκέφτεσαι την μιζέρια που πλανιέται στο κόσμο και νιώθεις τύψεις. “Τι να χαρώ καλέ για βλακείες; Εδώ ο κόσμος καίγεται…”.
Πάνε μέρες που σκέφτομαι πως ή κάτι μας ψεκάζουν και σαλέψαμε ή τα καθεστωτικά ΜΜΕ πέτυχαν τον σκοπό τους και μας έχουν αποχαυνώσει εντελώς.
Κινούμενη άμμος η κοινωνία, καταπίνει ανθρώπους κι εμείς παλεύουμε να πιαστούμε από κάπου.
Κανένα φως στο τούνελ.
Μήπως θα πρέπει να γίνουμε κι εμείς σαν την Άννα Φρανκ; Να αρχίσουμε να ψάχνουμε για ομορφιές μέσα στην αθλιότητα και τα συντρίμια του πολέμου; (Ναι, αφού πόλεμο ζούμε. Οικονομικό. Κοινωνικό. Ενίοτε υπαρξιακό).
Δεν ξέρω….πάνε μέρες τώρα που νιώθω ένα κενό. Όσο κι αν κρατώ απασχολημένο τον εαυτό μου. Παραπονιέται. “Κενό…κενό…” φωνάζει.
Πάνε μέρες τώρα που μια πικρή επίγευση με κυριεύει λες και μόλις έχω φύγει από κηδεία.
Ο Νίκος στέλνει sms στις τρεις τα χαράματα. “Ρε χαζό, φταίει η προδοσία του φαλλοκράτη, που σε έχει καταντήσει μελό και σε έχει κάνει να τα βλέπεις όλα μαύρα. Μολότοφ έξω απ΄το σπίτι του και όλα θα πάρουν φως ξανά”.
Γελώ. Στις τρεις τα χαράματα.
Δεν φτιάχνω μολότοφ ρε Νίκο, ούτε ρίχνω.
Αλλά προσδοκώ ανάσταση ονείρων κι αναμένω τη μέρα που όλα και πάλι θα πάρουν φως….Χωρίς μολότοφ.