Γράφει ο Χρήστος Τουβέ
(Από την ωραία Θεσσαλονίκη)
Email: touve30@gmail.com
Ήταν μία φορά και ένα καιρό, η ζωή μας..
Προσπαθήσαμε να την κάνουμε παραμύθι αλλά δεν μας βγήκε.
Ξαναπροσπαθήσαμε, τελικά κάτι έγινε και κάποιο περίεργο φως άρχισε να ξεπροβάλλει με τις πρώτες ηλιαχτίδες του ήλιου. Στην μακρινή εκείνη χώρα λοιπόν, ήταν ο ανευχαρίστητος άνθρωπος που στην τωρινή μας ζωή τον αποκαλούν ματαιόδοξο.
Κάθε μέρα καινούρια θέλω.Κάθε μέρα καινούρια πρέπει.Κάθε μέρα καινούρια μπορώ.
Ο ίδιος που ήταν μέσα σε όλα αυτά;
Έχει ανακοινωθεί πουθενά για τον χρόνο ζωής των ανθρώπων πάνω σε αυτήν την γη και έχω μείνει πίσω στις εξελίξεις;
Κανείς δεν σου χαρίζει χρόνο, κανείς δεν σου χαρίζει χρώμα.
Ο ανευχαρίστητος άνθρωπος λοιπόν ζούσε στα λιβάδια, δούλευε όλη μέρα στα χωράφια και μόλις οι σοδειές του καρποφορούσαν,τις πουλούσε και η περιουσία του μεγάλωνε.
Το επόμενο πρωί οι ίδιες σκέψεις τυραννούσαν τον ματαιόδοξο. Πως θα πάρω εξοχικό,πως θα πάρω καλύτερο αμάξι και που θα παω διακοπές το καλοκαίρι.
Έχει γραφτεί πουθενά ότι άμα δεν έχω λεφτά δεν είμαι πλούσιος;
Έχει αναρτηθεί σε κάποιο πίνακα ότι άμα πίνεις νερό δεν ξεδιψάς;
Έτσι λοιπόν ο ανευχαρίστητος γύρισε στην καλύβα του και ξάπλωσε να κοιμηθεί. Περίεργα όνειρα κατέκλυσαν το μυαλό του, είχε γεράσει λέει και δεν πρόλαβε τις χαρές της ζωής. Δεν είχε παρατηρήσει ποτέ τα ζώα γύρω του, το πράσινο χρώμα του χορταριού.Δεν είχε ακούσει το τραγούδι των πουλιών και τον ήχο της βροχής καθώς οι στάλες πέφτουν σε παρθένο χώμα.
Ξύπνησε και τι να δει. Ήταν γέρος, ανήμπορος και μόνος.Ξέχασε να ζήσει, ξέχασε να μοιραστεί.
Ο ματαιόδοξος εκείνο το μεσημέρι αποκοιμήθηκε στο γραφείο.
Φωνή περίεργη αντιχούσε στ ‘ αυτιά του.Ψίθυροι αρρώστιας βίωσε όλο του το κορμί. Σηκώθηκε άρρωστος και μουδιασμένος.
Πρέπει να σε βρει αρρώστεια για να ταρακουνηθείς;
Πρέπει να βιώσεις χαμό συνανθρώπου, για να ζεις και να χαίρεσαι με τ ‘ απλά;
Τα χρόνια πέρασαν, οι γενιές κύλησαν και η έννοια του ανευχαρίστητου εκείνου ανθρώπου εξελίχθηκε στον ματαιόδοξο.
Κάπως έτσι λοιπόν το παραμύθι που λέγεται ζωή έφτασε στο τέλος του.
Ή μήπως θα έπρεπε να πω το αντίστροφο;
Κάπως έτσι λοιπόν εκείνη η ζωή που ονειρευτήκαμε να την κάνουμε παραμύθι, έφτασε στο τέλος της.
Και χάθηκαν όνειρα, αγκαλιές, αγάπες και πολλή ζωή.
Όλα αυτά για ένα όνειρο του να ζεις σαν βασιλιάς στον πλανήτη που σε γέννησε γεωργό.
Κρίμα…θα ήταν τόσο ωραίο απλά να ζεις , ν ‘ αναπνέεις και να ρουφάς την ζωή κάθε μέρα λέγοντας ευχαριστώ γι αυτά που έχεις.
Χωρίς ματαιοδοξία.
Ήταν μία φορά και ένα καιρό η ζωή μας…
Τώρα μήπως να γράψεις αλλιώς το παραμύθι σου… ;