Γράφει η Μυράντα Ορθοδόξου
Email: orth_miranda@hotmail.com
Κάπως ο καιρός, κάπως η πεσμένη διάθεση, κάπως αυτή η γλυκιά «έξαρση» των Χριστουγέννων, κάπως η κουβέντα που έκανα με φίλη μού μου θύμισαν τα παλιά. Τα πρώτα εφηβικά χρόνια.
Κάθε χρόνο τέτοια περίοδο, μόλις είχαμε απαλλαχτεί από την τρομοκρατία των διαγωνισμάτων-που εν μέρει τη ζω ακόμα και είναι ακόμα και τώρα φρικτή-και μπαίναμε στο εορταστικό κλίμα, στο πνεύμα των Χριστουγέννων. Στο σχολείο, λες και παίρναμε όλοι μια δόση μυρωδιάς κουραμπιέδων και μελομακάρονων από το σπίτι κι ήμασταν όλοι μόνιμα υπερενεργητικοί κι ευδιάθετοι. Ακόμα και οι καθηγητές έδειχναν πιο ήρεμοι, όσα σβηστηράκια ή κιμωλίες (ναι, υπήρχαν κιμωλίες) κι αν ρίχναμε, όσο κι αν η τάξη στο τέλος της ημέρας έμοιαζε με χιονισμένο τοπίο. Ήταν τότε που αγοράζαμε γραφική ύλη και χριστουγεννιάτικες καρτούλες από τη UNICEF και νιώθαμε περήφανοι. Ανταλλάζαμε κιόλας τις κάρτες μεταξύ μας, πολλές φορές ήταν και οι ίδιες (οι ωραιότερες ήταν αυτές που γυάλιζαν!). Τόνοι μελανιού και ενέργειας ξοδεύτηκαν για να γραφτούν αυτές οι κάρτες. Αν κάποιος παραλήπτης είχε κιόλας και ιδιαίτερη σημασία, μετρούσαμε και την τελευταία λέξη και εννοείται ότι του δίναμε την πιο γυαλιστερή. Κάναμε και τα πιο ωραία μας γράμματα-οι τόνοι ήταν καρδούλες(!)Βλέπεις, δεν είχαμε facebook να ευχηθούμε ηλεκτρονικά κάνοντας tag όλους τους φίλους μας πάνω σε φωτογραφία με κάποιο σουρεαλιστικό-χαριτωμένο-παραμορφωμένο Minion συνοδευμένα με ατάκα- δηλητήριο (παρεμπιπτόντως μισώ τα Minions- μου θυμίζουν κακή εκδοχή διασταύρωσης της λατρεμένης Sailormoon με τα αντιπαθή Pokemon). Ούτε κινητά είχαμε για να στέλλουμε τυποποιημένα μηνύματα, τα οποία πιθανόν οι ίδιες οι εταιρείες φτιάχνουν για να φουσκώνουν τους λογαριασμούς μας.
Τα απογεύματα ελεύθερα, χωρίς ιδιαίτερα μαθήματα, περιμέναμε να τελειώσει το «Saved by the bell» για να πάρουμε στο σταθερό τηλέφωνο και να σχολιάσουμε με τις ώρες πρώτα πρώτα το 20λεπτο σήριαλ και μετά τα σημαίνοντα σχολικά γεγονότα της ημέρας. Ώρες ολόκληρες, λες και είχαμε να βρεθούμε αιώνες, λες και την επόμενη μέρα δε θα ήμασταν δίπλα δίπλα να τα πούμε. Και η μάνα από πίσω να φωνάζει από τη μια για τον λογαριασμό που θα ερχόταν φουσκωμένος κι από την άλλη για το ότι θα μας παίρνουν τηλέφωνο (θείοι, θείες, συμπεθέροι, κουμπάροι, κτλ) και θα είναι κρατημένο! Κλασικές μαμαδίστικες ατάκες έδιναν κι έπαιρναν. Αν (τα κατάφερνα και) αγνοούσα τη δική μου μάνα, άκουγα στην άκρη του άλλου τηλεφώνου τη φωνή της άλλης μάνας. Μαγεία! Αυτά μας έδεναν. Άντε και καμιά βόλτα στις Φοινικούδες το Σάββατο ή καμιά ταινία στο Οθέλλος! Είχαμε τα σταθερά τηλεφωνά μας λοιπόν, καμιά βολτίτσα και κάτι κόλλες χαρτί που γράφαμε- σαν σε ημερολόγιο στης φίλη μας, εγώ τουλάχιστον είχα-και πάλι ένιωθα περήφανη.
Πόσο ευτυχισμένες μέρες! Πόσο αγνή, αθώα περίοδος! Πόσο τα μικρά πράγματα μας έδιναν χαρά, ευτυχία μπορώ να πω σχεδόν με σιγουριά. Και περιμέναμε να μεγαλώσουμε, έτσι λέγαμε στο γράμματα που ανταλλάζαμε. Περιμέναμε να μεγαλώσουμε για να σπουδάσουμε, για να έχουμε αμάξι, για να έχουμε δικά μας λεφτά ίσως γιατί τότε νομίζαμε ότι με αυτά θα αγοράζαμε κι άλλες χριστουγεννιάτικες κάρτες από τη UNICEF. Μεγαλώσαμε. Αλλιώς τα Χριστούγεννα πια! Έχουμε σπουδάσει, έχουμε δικό μας αμάξι, έχουμε δικά μας λεφτά, έχουμε, έχουμε…. Έχουμε κι όμορφες αναμνήσεις. Αυτή είναι η ουσία της ζωής, να χαίρεσαι να θυμάσαι πρόσωπα και καταστάσεις, όχι να θέλεις να τα βυθίσεις στα σκοτάδια της λήθης.Θα ‘θελα όσο μεγαλώνω να μαζεύω, να συλλέγω κι άλλες τέτοιες αναμνήσεις, αυτές που όταν τις αναπολείς σκας αυθόρμητα ένα μελαγχολικό χαμόγελο. Και είμαι ευτυχής γιατί ακόμα μαζεύω και θέλω να πιστεύω ότι ακόμα είμαστε στην αρχή. Το μόνο μου παράπονο…..δεν έχουμε βρε παιδί μου εκείνες τις χριστουγεννιάτικες κάρτες κι εκείνα τα εξομολογητικά, ημερολογιακά γράμματα που ανταλλάζαμε με τόση μανία, που τόσο μου έλειψαν!