Γράφει η Μυράντα Ορθοδόξου
Email: orth_miranda@hotmail.com
Είναι κι αυτές οι φάσεις που αδειάζεις και λες… έχει νόημα; Με τόσα που συμβαίνουν γύρω μου να μιλήσω; Να γράψω; Και τι να πω; Κι εκεί που τα βάζω κάτω, κάτι συμβαίνει…. Μια κουβέντα, ένα βλέμμα, μια συνάντηση, μια είδηση προσωπική ή δημόσια. Και να σου η σπίθα που ξεκινά να σε σιγοκαίει, να σε τρώει μέχρι που θεριεύει και δεν μπορείς να την σβήσεις. Για να λυτρωθείς πρέπει να εκφραστείς.
Παρακολουθούσα προχθές ένα ντοκιμαντέρ που παρουσιάζει τις ιστορίες ζωής κατά συρροή δολοφόνων. Μου κινεί την περιέργεια. Δείχνει ανθρώπους εξαχρειωμένους, αποκτηνωμένους, ανθρώπους- θηρία και εξαγριωμένους, κυριαρχημένους από ένστικτα και πάθη. Διερωτώμαι πώς και γιατί ένας άνθρωπος φτάνει σε τέτοιο σημείο θηριωδίας! Ωμές επαχθείς πράξεις, κυνικές. Σε όλες οι περιπτώσεις οι γιατροί και οι ερευνητές καταλήγουν σε κοινό συμπέρασμα: παιδικά βιώματα.
Όλα ξεκινούν από την παιδική κι εφηβική ηλικία. Εκεί κτίζονται προσωπικότητες, εκεί ολοκληρώνονται οι άνθρωποι. Εκεί όμως γεννιούνται και τα συμπλέγματα κατωτερότητας κι ανωτερότητας, οι ανασφάλειες, οι εμμονές. Κι αναρωτιέμαι….Τι είδους άνθρωποι δημιουργούνται σήμερα; Σε ποιες οικογένειες και ποιους δασκάλους βρίσκουν πρότυπα; Τι σόι κοινωνία τους προσφέρουμε να μεγαλώσουν, να διαμορφώσουν χαρακτήρες;
Αυτό γίνεται όταν «πετάμε» τα παιδιά μας, από μικρή ηλικία, στις ξενόγλωσσες οικιακές βοηθούς σαν να είναι το σκυλιά που χρειάζεται να βγουν για κατ…μα; Όταν αργότερα δεν καθόμαστε ούτε να ακούσουμε πώς διαβάζουν και πανικοβαλλόμαστε για τη μαθησιακή δυσκολία που ανέπτυξαν και για να εξιλεωθούμε και να απαλλαχτούμε από τις τύχεις μας τα στέλλουμεσε μια, κατά τα άλλα αρίστου φήμης ειδική παιδαγωγό, να τα βοηθήσει; Όταν πληρώνουμε με τα τσουβάλια τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα για να μπουν στη σχολή που θέλουν για την οποία παρεμπιπτόντως δεν ξέρουμε κιόλας ποια είναι και πού θα το βγάλει. Όταν τρέχουμε πιο μετά έξω από τα στρατόπεδα να τα ταΐσουμε με το κουτάλι που είναι συνηθισμένα να τρώνε, γιατί του στρατού δεν είναι επίχρυσα; Ή όταν τους δίνουμε την goldcard να πάρουν ό,τι θέλουν γιατί δεν έχουμε χρόνο να βγούμε μαζί για ψώνια;
Γνωρίζοντας ότι μιλώ εκ τους ασφαλούς (εφόσον δεν είμαι γονιός) και με τον κίνδυνο να παρεξηγηθώ και να θεωρηθεί ότι κρίνω μια κατάσταση «από τις κερκίδες», κρατάω μια επιφύλαξη κι αναμένω για το μέλλον που εύχομαι να με διαψεύσει. Ωστόσο, κάτι απτό και αποδεδειγμένο, κάτι που μπορώ να κρίνω από τις βιωματικές μου εμπειρίες είναι ότι οι γονείς οι δικοί μας, οι γονείς δηλαδή των προηγούμενων δεκαετιών, μεγάλωσαν παιδιά ενώ εργάζονταν κι όμως έβρισκαν την ευκαιρία να τσεκάρουν την ορθογραφία μας. Έλειπαν όλη τη βδομάδα αλλά τα Σαββατοκύριακα τρώγαμε όλοι μαζί. Κρύβονταν πίσω από τις κουρτίνες στο κρυφτό αλλά μας έβαζαν και τιμωρία όταν κοροϊδεύαμε ή όταν μειώναμε κάποιον. Βγαίναμε βόλτα στα Λούνα Παρκή στον δημοτικό κήπο εάν κι εφόσον ήμασταν φρόνιμοι. Πέφταμε, κτυπούσαμε, μας πέρναγε. Μας έμαθαν να «έχουμε» όχι απλά να «ξοδεύουμε» και να «καταναλώνουμε». Κι αυτοί είχαν λάθη αλλά τουλάχιστον το πάλευαν, ενδιαφέρονταν, προσπαθούσαν. Κι αν απότυχαν κάπου, παρόλο του ότι τους κατεβάσαμε από τους θρόνους τους κατά την εφηβεία, σήμερα όντας πιο ώριμοι, τους κατανοούμε.
Δε λέω ότι βγήκαμε ως η «αμόλυντη γενιά» στην κοινωνία. Βγήκαμε όμως με τα καλά μας και τα κακά μας. Από την άλλη δεν υπονοώ ότι μεγαλώνουμε δολοφόνους. Πολύ φοβάμαι όμως ότι τα παιδιά μας παλεύουν μόνα τους να βρουν και τα καλά τους και τα κακά τους. Και για όσα είναι λίγο αδύναμα και φοβισμένα, υπάρχουν έξω θεριά ανήμερα, έτοιμα να τα κατασπαράξουν. Ευτυχώς όμως ακόμα το παλεύουν. Τα βλέπω να κατσουφιάζουν κρατώντας τις goldcards, να αναζητούν την προσοχή φορώντας τα ακριβά τους παπούτσια και να διεκδικούν τη γνώμη που τους στέρησαν τόσο χρόνια. Ενσυνείδητα ή αυθόρμητα δεν ξέρω. Κάποια έτσι και κάποια αλλιώτικα. Το μόνο που ξέρω και βλέπω είναι ότι διεκδικούν και μάχονται. Ειδικότερα μόλις ξεβάψει η αίγλη και η λάμψη του πρώτου ακριβού κινητού τους.