Mε αφορμή τη μέρα της γυναίκας στις 8 Μαρτίιου, δημοσιεύουμε σήμερα ένα άρθρο του Δρα Βασίλη Μαύρου
(Ο Δρ Βασίλης Μαύρου είναι ο Πρόεδρος της Ένωσης Κυπρίων Αγγλίας (ΕΚΑ) και ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Αμμοχώστου Ηνωμένου Βασιλείου)
Είναι δυστυχώς αλήθεια ότι ακόμη και σήμερα η κοινωνία μας κάνει διακρίσεις σε βάρος του γυναικείου φύλου.
Δεν έχει κανείς παρά να συγκρίνει μισθούς, αξιώματα και ευκαιρίες μεταξύ των δύο φύλων.
Πολλοί περισσότεροι από όσους θα το παραδέχονταν εξακολουθούν να θεωρούν «φυσικό» οι γυναίκες να είναι οικονομικά εξαρτημένες από τους άντρες τους, να είναι αυτές που μένουν σπίτι για να προσέχουν τα παιδιά, να μεριμνούν για τους αρρώστους ή ηλικιωμένους της οικογένειας.
Στην πλειοψηφία τους οι γυναίκες εργάτριες απασχολούνται σε συγκριτικά χαμηλόμισθα πόστα. Σχεδόν τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους στη βιομηχανία τροφοδοσίας (catering) και σε θέσεις γραφικής εργασίας είναι γυναίκες, αλλά μόνο το 22% των γιατρών είναι μέλη του «ασθενούς» φύλου, μόνο το 4% των αρχιτεκτόνων και το μισό τοις εκατό των μηχανικών. Υπάρχουν πολύ λίγες γυναίκες σε σημαντικές θέσεις επιρροής ανά τον κόσμο. Λιγότερες από το 14% του συνόλου είναι διευθύντριες στη βιομηχανία, 2% ιδιοκτήτριες εταιρειών και 4% μέλη κοινοβουλίων. Και ακόμα χειρότερα, περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες ζουν στη φτώχεια.
Κι όμως, τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι. Οι περισσότερες αρχαίες κοινωνίες ήταν μητριαρχικές. Η ανισότητα των φύλων αναπτύχθηκε με τη διαμόρφωση πατριαρχικών δομών και αντιλήψεων, που συνοδεύονταν και από τη δημιουργία άρχουσας τάξης. Μπορεί επομένως κανείς να διαπιστώσει πως η αντίληψη περί «κατωτερότητας» της γυναίκας έναντι του άνδρα είναι χαρακτηριστικό των πατριαρχικών ταξικών κοινωνιών.
Στο σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα έχει εδραιωθεί αυτή η ανισότητα, με τους άνδρες κυρίαρχους στον οικονομικό, πολιτικό και πνευματικό βίο και τις γυναίκες σε ρόλο υποδεέστερο και υποτακτικό. Τα παραδείγματα γυναικών που σπάζουν αυτά τα δεσμά και αναδεικνύονται σε κορυφαίες φυσιογνωμίες του δημόσιου βίου έχουν αυξηθεί, αλλά σε γενικές γραμμές συνιστούν εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Η ανισότητα των φύλων χαρακτηρίζει κάθε ιστορικό στάδιο της ταξικής κοινωνίας: την περίοδο της δουλείας, το φεουδαρχικό σύστημα και τον σύγχρονο καπιταλισμό. Κάθε ταξική κοινωνία ήταν και είναι ανδροκρατούμενη. Οι συνήθειες διαβίωσης και επικοινωνίας στη σύγχρονη κεφαλαιοκρατική κοινωνία δεν είναι παρά μία μόνιμη και διαρκής προπαγάνδα υπέρ της δήθεν ανωτερότητας του αντρικού φύλου.
Μια χρήσιμη ερμηνεία για το φαινόμενο μας δίνει η μαρξιστική θεωρία ότι οι ανταγωνιστικές νοοτροπίες και γενικότερα τέτοιου τύπου διακρίσεις είναι γέννημα της ανάγκης για συντήρηση και ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος. Οι γυναίκες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως φθηνός εφεδρικός στρατός εργασίας και παραγωγής.
Κι όμως θα πει κανείς, πέρα από την κοινή λογική και το σεβασμό της ανθρώπινης φύσης υπάρχει μια σειρά νομοθεσιών που απαγορεύουν κάθε μορφής διάκριση στην αγορά εργασίας. Από τα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση έως τις εθνικές νομοθεσίες και τις ειδικές προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας παρέχονται θεωρητικά τα μέσα για την πάταξη των διακρίσεων και την εγγύηση της ισότητας των φύλων. Οι ισχύουσες νομοθεσίες υποχρεώνουν τους εργοδότες να εφαρμόζουν στην πράξη την ισότητα στην αντιμετώπιση των υπαλλήλων τους. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, όπως ενδεικτικά στη Γερμανία, υφίστανται νομοθεσίες που θέτουν τις βάσεις, μέσω θετικών διακρίσεων, για μια πιο ίση κατανομή θέσεων στις κυβερνητικές υπηρεσίες όπου το γυναικείο φύλο δεν αντιπροσωπεύεται επαρκώς.
Η μαρξιστική αντίληψη επισημαίνει την ανεπάρκεια του σύγχρονου Δικαίου, καθώς αυτό πηγάζει από τις οικονομικές σχέσεις και κατά συνέπεια δεν είναι ουδέτερο. Μπορεί η νομοθεσία στις καπιταλιστικές κοινωνίες να παρουσιάζει μια εικόνα ισότητας και ελευθερίας για όλους, αλλά αυτή η εικόνα είναι παραπλανητική καθώς αποκρύπτει τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες και την ιδεολογική τους ρίζα. Το κλειδί σε αυτή την παραπλανητική εικόνα είναι ότι γίνεται αναφορά σε μεμονωμένους ιδιώτες και όχι σε μέλη κοινωνικών τάξεων με αποτέλεσμα την εδραίωση της αντίληψης ότι οι διάφορες συγκρούσεις, συμπεριλαμβανομένης της καταπίεσης και της ανισότητας εις βάρος της γυναίκας, δεν είναι ταξικές αλλά συγκρούσεις μεταξύ ιδιωτών. Η μαρξιστική ιστορική ανάλυση υποστηρίζει πως το Δίκαιο αποτελεί εργαλείο ταξικής εκμετάλλευσης με σκοπό την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας και την αύξηση της κερδοφορίας μιας χούφτας μονοπωλίων, καμουφλάροντας τις σχέσεις ανταγωνισμού μεταξύ των κοινωνικών τάξεων.
Σήμερα, στην Ευρώπη που εκμεταλλεύεται την κρίση για την ενίσχυση των ανισοτήτων, τα δικαιώματα που έχουν αποκτήσει με το αίμα τους οι εργαζόμενοι, άντρες και γυναίκες, αποδομούνται ένα-ένα. Παρόλα αυτά, η σαφής στροφή κατά των κοινωνικών κατακτήσεων, κατά του κράτους πρόνοιας, κατά των δικαιωμάτων των εργατών και η ανανέωση των διακρίσεων σε βάρος της γυναίκας, βρίσκουν σθεναρή αντίσταση από οργανωμένα προοδευτικά σύνολα.