Η CABS και το SPA δημοσιεύουν την αναφορά πεδίου για τη Φθινοπωρινή Περιοδεία Προστασίας Πουλιών του 2013 στην Κύπρο – Κατεπείγουσα έκκληση για την εφαρμογή μίας πολιτικής μηδενικής ανοχής
Η Committee Against Bird Slaughter (CABS – Επιτροπή Ενάντια στη Σφαγή των Πουλιών) και το Foundation Pro Biodiversity (SPA – Ίδρυμα για την Προστασία της Βιοποικιλότητας) μόλις έχουν δημοσιεύσει την αναφορά πεδίου για τη Φθινοπωρινή Περιοδεία Προστασίας Πουλιών του 2013 στην Κύπρο. Η CABS και το SPA διακηρύσσουν δημόσια ότι η «πολιτική μηδενικής ανοχής» ενάντια στη λαθροθηρία αμπελοπουλιών δεν συνιστά μία ρητορική πολιτική δήλωση, αλλά πρέπει να αποτελεί μία πραγματική, ανυποχώρητη και συνεχή προσπάθεια των αρμόδιων πολιτικών αρχών και των υπηρεσιών πάταξης λαθροθηρίας για την προστασία των ειδών και πληθυσμών των άγριων πτηνών από τη χρήση μη-επιλεκτικών και μαζικών μεθόδων παγίδευσης και θανάτωσης, καθώς επίσης και τη διασφάλιση της απονομής περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, μέσω της καταπολέμησης αυτού του σοβαρότατου εγκλήματος ενάντια στην άγρια ζωή που παρατηρείται στην Κύπρο.
Κατά το 2013, η 4η Φθινοπωρινή Περιοδεία Προστασίας Πουλιών διεξήχθη για μία περίοδο τριών εβδομάδων, από τις 20 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 13 Οκτωβρίου. Συνολικά, στην περιοδεία συμμετείχαν 15 εθελοντές από την Κύπρο, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ουγγαρία, την Αγγλία, τη Σλοβενία και την Ελβετία. Παρά το γεγονός ότι οι εθελοντές της CABS δεν έλαβαν οποιαδήποτε επιχειρησιακή υποστήριξη από την Κυπριακή Αστυνομία, κατάφεραν να ελέγξουν 176 σημεία παγίδευσης, στα οποία εντόπισαν, κατέγραψαν και κατέσχεσαν 4,419 ξόβεργα, 60 δίχτυα και 85 ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές. Επιπλέον, κατέγραψαν περίπου άλλα 300 ξόβεργα, τα οποία όμως βρίσκονταν σε περιφραγμένες ιδιωτικές περιουσίες, ενώ παράλληλα κατάφεραν να εντοπίσουν άλλες 51 ηλεκτρονικές ηχομιμητικές συσκευές, οι οποίες όμως αφέθηκαν στο πεδίο, είτε γιατί βρίσκονταν εντός περιφραγμένων ιδιωτικών περιουσιών ή για λόγους ασφάλειας των εθελοντών.
Μέχρι την άνοιξη του 2013, οι περιοδείες προστασίας πουλιών πραγματοποιούνταν υπό την πλήρη ενημέρωση και σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες πολιτικές αρχές και υπηρεσίες πάταξης της λαθροθηρίας. Την άνοιξη του 2013, μετά από μία αρκετά επιτυχημένη κοινή εκστρατεία μεταξύ των διεθνών περιβαλλοντικών οργανώσεων και των υπηρεσιών πάταξης της λαθροθηρίας, η οποία οδήγησε στην καταγγελία ενός μεγάλου αριθμού λαθροθήρων στην κύρια περιοχή παγίδευσης στην επαρχία Αμμοχώστου, οι παγιδευτές άρχισαν να ασκούν έντονες πολιτικές πιέσεις με επίκεντρο το Παραλίμνι. Ως αποτέλεσμα, η συνεργασία μεταξύ της CABS και των αρμόδιων αρχών πάταξης της λαθροθηρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας τερματίστηκε «προσωρινά» από τον τότε νεοδιορισμένο Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης (ΥΔΔΤ). Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έκανε η CABS, με στόχο τη συνέχιση της κοινής δράσης της με τις αρμόδιες αρχές, αλλά και τις θετικές δηλώσεις που έγιναν από την πλευρά του ΥΔΔΤ για την επαναδραστηριοποίηση του Κλιμακίου Πάταξης Λαθροθηρίας της Κυπριακής Αστυνομίας, με στόχο την παροχή υποστήριξης στο πεδίο, η CABS δεν έλαβε καμία απολύτως επίσημη απάντηση από τον ΥΔΔΤ μέχρι την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξης της Φθινοπωρινής Περιοδείας Προστασίας Πουλιών. Αντιθέτως, μέχρι το τέλος της περιοδείας προστασίας πουλιών, η CABS έλαβε την αρνητική απάντηση του Αρχηγείου της Κυπριακής Αστυνομίας και συνεπώς δεν είχε οποιαδήποτε βοήθεια από τις αρμόδιες αρχές πάταξης της λαθροθηρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, η συμπεριφορά των οποίων πλέον μοιάζει περισσότερο με μποϊκοτάζ της έρευνας πεδίου και της εκστρατείας ενάντια στη λαθροθηρία.
Η CABS και το SPA θεωρούν αυτό το μποϊκοτάζ ως μέρος μίας ευρύτερης στρατηγικής των αρμόδιων πολιτικών αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία αποσκοπεί στην παρεμπόδιση των δράσεων ενάντια στην παράνομη παγίδευση πουλιών και στην υιοθέτηση μίας στάσης συγκάλυψης των παγιδευτών. Οι λαθροθήρες αμπελοπουλιών εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την πολιτική επιλογή ανοχής: η παγίδευση έφτασε ξανά σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, ενώ φαίνεται ότι οι παγιδευτές δεν ανησυχούν καθόλου για το ενδεχόμενο ποινικής δίωξης τους και επιδεικνύουν μία ωμή στάση βίας εναντίον οποιουδήποτε προσπαθεί να παρεμποδίσει τις παράνομες αλλά επικερδείς δραστηριότητες παγίδευσης.
Χωρίς την παροχή οποιασδήποτε αστυνομικής υποστήριξης ενάντια στην παγίδευση πουλιών στο πεδίο και με την ύπαρξη μόνο δύο περιπόλων του Ταμείου Θήρας – τα οποία ουσιαστικά καλούνται να καλύψουν τα 1,211.82 τετραγωνικά χιλιόμετρα των δύο βασικών περιοχών παγίδευσης στις επαρχίες Λάρνακας και Αμμοχώστου και να χειριστούν όλες τις υποθέσεις που σχετίζονται με το κυνήγι και τη λαθροθηρία (από την προστασία των οικοτόπων μέχρι τη διαχείριση της άγριας ζωής και την καταπολέμηση της παράνομης θανάτωσης και εμπορίας θηρεύσιμων και προστατευόμενων ειδών) – οι παγιδευτές απολαμβάνουν ένα σχεδόν απόλυτο καθεστώς ατιμωρησίας.
Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι το λόμπι των παγιδευτών βρίσκεται ήδη στη διαδικασία της εγγραφής και αναγνώρισης του ως ένα «σωματείο για τη διεκδίκηση της νομιμοποίησης των παραδοσιακών και αειφόρων [sic] μεθόδων κυνηγίου», όπως τα ξόβεργα. Κάθε βήμα που έγινε τα προηγούμενα χρόνια προς την κατεύθυνση της εφαρμογής μίας πολιτικής μηδενικής ανοχής έχει πλέον παραγνωριστεί: αυτό ήταν το «Έτος Μηδέν στην Κύπρο». Εξαιρετικά ανησυχητικά είναι επίσης τα ευρήματα της έρευνας πεδίου στην επικράτεια της Ανατολικής Κυρίαρχης Περιοχής της Βρετανικής Βάσης της Δεκέλειας, όπου η παγίδευση συνεχίζει να είναι ευρύτατα διαδεδομένη, ως συνήθως.
Η έλλειψη πολιτικής θέλησης και η υποχώρηση στα αιτήματα των παγιδευτών αποτελούν τον κοινό παρονομαστή της στάσης που τηρεί τόσο η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσο και η Διοίκηση της Κυρίαρχης Περιοχής της Βρετανικής Βάσης της Δεκέλειας.
Η CABS και το SPA θεωρούν ότι η στάση αυτή αποτελεί τουλάχιστον παραγνώριση, αν όχι απόρριψη, της επίσημα διακηρυγμένης «πολιτικής μηδενικής ανοχής» ενάντια στην παράνομη, μη-επιλεκτική και μαζική παγίδευση, θανάτωση και εμπορία προστατευόμενων άγριων πτηνών.
Αυτή η «πολιτική μηδενικής ανοχής» υιοθετήθηκε επίσημα από την Κυπριακή Δημοκρατία κατά τη διάρκεια του «Ευρωπαϊκού Συνεδρίου για την Παράνομη Θανάτωση Πουλιών» (“European Conference on Illegal Killing of Birds”), που διοργανώθηκε στη Λάρνακα τον Ιούλιο του 2011, από το Συμβούλιο της Ευρώπης και τη Γραμματεία της Σύμβασης της Βέρνης για τη Διατήρηση της Άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων της Ευρώπης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εσωτερικών και το Ταμείο Θήρας. Το γεγονός αυτό καταδεικνύεται μέσω της υποστήριξης και της ενίσχυσης του λόμπι των λαθροθήρων από διάφορους πολιτικούς αξιωματούχους σε τοπικό επίπεδο, καθώς επίσης και από τις πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις που καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικοί αντιλαμβάνονται το σοβαρότατο έγκλημα της λαθροθηρίας αμπελοπουλιών, το οποίο στρέφεται ενάντια στην προστασία της άγριας ζωής στην Κύπρο.
Όλες αυτές οι ενέργειες και οι δηλώσεις, οι οποίες ακολούθησαν την απόφαση του ΥΔΔΤ για τερματισμό της ανοιξιάτικης περιοδείας προστασίας πουλιών το 2013, εκλαμβάνονται από τις δύο διεθνείς περιβαλλοντικές οργανώσεις ως μία ξεκάθαρη προσπάθεια υπονόμευσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και συνεπώς των ίδιων των αρχών του κράτους δικαίου που ισχύουν στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτή η υποταγή στις πιέσεις αντιδημοκρατικών και εγκληματικών στοιχείων αντιπροσωπεύει την περιβαλλοντική αδικία και την δημόσια παραβατικότητα – το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από την αποστολή του αρμόδιου ΥΔΔΤ.
Η CABS και το SPA επισημαίνουν με ιδιαίτερη έμφαση ότι σε περίπτωση που δεν αντιστραφεί αυτή η στάση και εάν η πολιτική μηδενικής ανοχής δεν εφαρμοστεί σε ολόκληρο το νησί, τότε η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η Διοίκηση της Κυρίαρχης Περιοχής των Βρετανικής Βάσης της Δεκέλειας θα πρέπει να καταστούν υπόλογες για τη δημιουργία απαγορευμένων περιοχών, όπου το οργανωμένο έγκλημα ενάντια στην άγρια ζωή θα μπορεί να αναπτυχθεί ανεξέλεγκτα και η Κυπριακή και Ευρωπαϊκή νομοθεσία θα μπορούν να παραβιάζονται συστηματικά, χωρίς το φόβο ποινικής δίωξης.
Η Committee Against Bird Slaughter (CABS) δημιουργήθηκε το 1975 στη Δυτική Ευρώπη, σε χώρες όπως το Βέλγιο και η Γερμανία, οι οποίες αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα λαθροθηρίας. Στόχος των μελών της οργάνωσης ήταν η ανάληψη συστηματικής, δυναμικής και αποτελεσματικής δράσης για τον τερματισμό του παράνομου κυνηγίου, της μη-επιλεκτικής παγίδευσης και του μαζικού εμπορίου προστατευόμενων ειδών άγριων πουλιών. Σιγά-σιγά, η οργάνωση αναπτύχθηκε πέρα από τη Γερμανία, το Βέλγιο και τη Γαλλία και άρχισε να διοργανώνει περιοδείες προστασίας πουλιών και σε άλλες Μεσογειακές χώρες, όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Μάλτα και η Κύπρος.