Γράφει η Μυράντα Ορθοδόξου
orth_miranda@hotmail.com
Δεν τελειώνουν τα καθάρματα σε αυτόν τον τόπο. Επιχειρηματίες, δήμαρχοι, πρώην υπουργοί. Μικροί άνθρωποι. Μικρές οντότητες, κοντά στις αμοιβάδες ή όχι καλύτερα κοντά στα σιχαμερά, γλοιώδη ζωύφια που ενώ δεν τα θέλεις, όλο κάπου γύρω σου στριφογυρίζουν και σου χαλούν την ησυχία με τις ακαθαρσίες τους.
Το μόνο που με ενώνει με τους συγκεκριμένους τύπους είναι η απέχθεια. Ναι, τίποτε άλλο. Αποφάσισα ότι δε θα καίω άλλα εγκεφαλικά κύτταρα ασχολούμενη με τέτοια θέματα. Όμως κάθε φορά που προσπαθώ να προγραμματίσω, να σχεδιάσω κάτι για το μέλλον ή μάλλον καλύτερα, κάθε φορά που ονειρεύομαι ή σχεδιάζω κάτι για το μέλλον, φουντώνει η οργή και το παράπονο μου.
Τι μας κληροδοτήσατε; Ααα μεγαλεία! Μας αναθρέψατε σαν κακομαθημένα κ*&^όπαιδα που έμαθαν να έχουν τα πάντα ετοιμοπαράδοτα: σερβιρισμένο φαγητό στο πιάτο, κολλαριστά χαρτονομίσματα, φανταχτερά ρούχα, εντυπωσιακά σπίτια κτλ κτλ. Ταυτόχρονα, παρόλα τα «έτοιμα ευεργετήματά» σας βγήκαμε ανάπηροι συναισθηματικά, φοβισμένοι κι ανασφαλείς κοινωνικά.
Μαζί μας δώσατε προίκα ένα αβέβαιο μέλλον, για να μην πω πως μας το στερήσατε με τερατώδη τρόπο. «Φάγατε» μαζί με τα λεφτά και τα όνειρά μας. Χαλάλι σας το χρήμα, μα τα όνειρά μας δε σας τα χάρισε κανένας να κάνετε στραγάλια και να τα μασουλάτε στις συναυλίες και στα ανόητα θεάματά σας. Για να μας κλείσετε τα μάτια μας αγοράσατε φανταχτερά μπιχλιμπίδια, ξεχάσατε όμως πως κάποια στιγμή δε θα μας φτάνει ό,τι λαμπιρίζει αλλά θα ψάχνουμε αυτό που πνευματικά αστράφτει. Διώξατε τα καλύτερα παιδιά μας μακριά: άλλα στη μουντή Αγγλία, άλλα στη Γερμανία κι άλλα ακόμα παραπέρα αφήνοντάς τα να ψάχνουν τρόπους να βρεθούν πάλι πίσω. Κι όσοι μείναμε πίσω, άλλοι παλεύουμε σε ό,τι δουλειά βρίσκουμε για να κτίσουμε υγιείς οικογένειες, άλλοι ξεχνιόμαστε σε στριμωχτά νοικιασμένα διαμερίσματα κι άλλοι παλεύουμε να βάλουμε μια στέγη πάνω από τα κεφάλια μας αξιοπρεπώς. Μας κλέψατε τη δυνατότητα να σκεφτόμαστε, να ονειρευόμαστε το μέλλον. Μας στερήσατε ύπουλα τις ευκαιρίες για να προοδεύσουμε.
Και τώρα τι; Τώρα ανακαλύπτουμε τι; Ότι τόσα χρόνια ταΐσατε τα μυαλά μας με παραμύθια και τώρα αντιλαμβανόμαστε πως το κάνατε για να κοιμηθούμε ενώ καταβροχθίζατε με γενναίες μπουκιές το μέλλον μας; Όχι, μικρά ύπουλα ανθρωπάκια! Εσάς δε σε θέλω στη φυλακή να μου παριστάνετε τους άρρωστους και να πληρώνω κιόλας για τη διατροφή και τη φύλαξή σας. Όοοοχι! Έξω σας θέλω! Να κυκλοφορείτε ελεύθεροι στην κοινωνία, αφού σας κατάσχουν και την τελευταία σπιταρώνα, τις γυαλιστερές αυτοκινητάρες, οικοπεδάρες, ξενοδοχειάρες που χτίσατε εις βάρος μας. Και τότε να δω πώς θα κυκλοφορείτε ανάμεσα στους ανθρώπους που εξαπατήσατε, ανάμεσα σε αυτούς που σας εμπιστεύτηκαν και τους γελάσατε, ανάμεσα σε εμάς, τους νέους που μας κάψατε τα φτερά σαν άλλους «Ίκαρους» Να δω αν τολμάτε, ψευτοπαλλικαράδες, να βγείτε από τις φυλακές που μόνοι σας θα αναγκαστείτε να φτιάξετε για τον οικτρό εαυτό σας. Γιατί το είπα και το ξαναλέω: Άμα πέσει το βλέμμα, δύσκολα ξανασηκώνεται.