«Άτιτλο»
Της Δέσποινας Λουκά
(Το πιο κάτω ποίημα της Δέσποινας Λουκά απαγγέλθηκε στην Ποιητική Βραδιά που διοργάνωσε το Skala Times μαζί με το “Περι Τέχνης” στις 11 Φεβουαρίου” )
Αγαπημένε μακρινέ μου φίλε,
σου γράφω από μια έμπνευση τρελή της μεταμεσονύχτιας μοναξιάς μου.
Καλά το μάντεψες ˙
η ανάγκη για επικοινωνία επιβλήθηκε στην άλλη την πεζή για ύπνο.
Θέλω λοιπόν να σε βρω,
κάπου εκεί στο άγνωστο που ελπίζω πως υπάρχεις
και να σ’ το δηλώσω απεριφράστως:
Πόσο κουράζουν αυτές οι τάχα οικείες διαχύσεις,
όλα αυτά τα κούφια λόγια!
Πόσο κουραστικοί είν’ οι άνθρωποι οι ψεύτικοι,
που όταν μιλούν σαν κουρδισμένοι
καμιά δεν ακουμπούν χορδή της ύπαρξής σου!
Δε λέω, όμορφοι άνθρωποι σαφώς υπάρχουν,
μα είμαστ’ όλοι στην ουσία τόσο απλησίαστοι
πίσω απ’ τα πέπλα τα βαριά της μοναξιάς μας ˙
τόσο τρομακτικά αυτάρκεις, τόσο μόνοι,
μες τις ευχάριστες τις συναναστροφές μας.
Αισθάνομαι που υπάρχουν και καλές προθέσεις,
προθέσεις για γεφύρωση του χάσματος.
Άνθρωποι πλησιάζουν λίγο, ή πολύ,
(κανείς πάρα πολύ).
Μα έλα που το πέπλο παραμένει,
στην περίπτωση που δεν είναι και τείχος.
Μονόλογος. Λοιπόν αποκρίσου!
(Τι αστείο) υπάρχεις;
Υπάρχεις άραγε εσύ που θα κοιτάξεις ίσια στην ψυχή μου;
Που θ’ ανακαλύψεις σε χρόνο ανύποπτο κάτι από μένα;
Που θα δεις αυτή τη φλόγα για ζωή που πνίγεται μέσα στο φόβο;
Που δε θα σε ξεγελάσει η βιτρίνα, που δε θα αρκεστείς σ’ αυτήν;
Είναι αργά.
Θα σε νανουρίσω τώρα μέσα στ’ όνειρο.
Εκεί τουλάχιστον υπάρχεις.
Αλλά δεν έχεις πρόσωπο.