Την γνώρισα πριν από εννέα περίπου χρόνια όταν ο εκδοτικός οίκος στον οποίο εργαζόμουν, “ΔΙΑΣ”, μου ανέθεσε ένα ρεπορτάζ, για το οποίο θα ταξίδευα στο Λονδίνο και θα αφορούσε τον σημαντικότερο οίκο δημοπρασιών –εδώ και τέσσερις αιώνες– τον οίκο Christie’s.
H Κύπρια Μαρία Παφίτη, εργαζόταν τότε ως υπεύθυνη του τμήματος βυζαντινής τέχνης και ρωσικών εικόνων του οίκου Christie’s και ήταν η συνεντευξιαζόμενη του ρεπορτάζ. Απ’ το πρώτο λεπτό που με υποδέχτηκε στο κτήριο του οίκου (οδός King Street, κεντρικό Λονδίνο) με γοήτευσε με την αφοσίωση και την αγάπη που την διακατείχε για το επάγγελμα της, αλλά και για την τέχνη γενικότερα.
Μέσα στα χρόνια που πέρασαν, με την Μαρία χτίσαμε μια όμορφη φιλία και η αλήθεια είναι ότι πάντα επιδίωκα ακόμη μια συνέντευξη με την “Ελληνίδα Λάρα Κροφτ” (όπως την αποκάλεσε κάποτε η ελλαδική εφημερίδα “Πρώτο Θέμα”).
Η έκθεση “El Greco in Italia. Metamorfosi di un genio” στην Ιταλία, ήταν μια καλή ευκαιρία για να την πείσω για μία ακόμη συνέντευξη.
Περισσότερα και ενδιαφέροντα στη συζήτηση που ακολουθεί!
Γιατί, υπάρχουν και αυτοί οι Κύπριοι/Κύπριες που διαπρέπουν όμορφα, σπουδαία και ταπεινά, στις γειτονιές του κόσμου!
Από τη Γιώτα Δημητρίου
Μαρία Παφίτη, ανήκεις στην επιστημονική επιτροπή της έκθεσης “El Greco in Italia. Metamorfosi di un genio” που διοργανώθηκε στο Τρεβίζο της Ιταλίας. Κατ’αρχάς πώς έγινε η επιλογή σου; Και ποιοι άλλοι απαρτίζουν την επιτροπή;
Η επιλογή μου έγινε από τον Ιταλό καθηγητή Lionello Puppi, ο οποίος θεωρείται αυθεντία στην Ιταλική περίοδο του Ελ Γκρέκο. Πρωτογνώρισα τον καθηγητή Puppi μέσα από τα κείμενά του, τα οποία διάβασα όταν ως φοιτήτρια μελετούσα την Κρητική και πρώιμη Ιταλική περίοδο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Η συμβολή του καθηγητή Puppi στην έρευνα είναι σπουδαία και βάσει αυτής ακολούθησαν άλλοι ακαδημαϊκοί. Σήμερα είναι 84 ετών και η έκθεση του Τρεβίζο, που είναι αφιερωμένη στην Ιταλική Περίοδο του καλλιτέχνη, υπήρξε για τον καθηγητή Puppi επιθυμία ζωής. Είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω το Φεβρουάριο του 2014 στο γραφείο του που βρίσκεται στο Ίδρυμα Benetton, όταν τον επισκεφθήκαμε με μία γκαλερίστα από το Μόντε Κάρλο, η οποία ήθελε τη γνώμη του για ένα έργο του Ελ Γκρέκο που έχει στη συλλογή της (και το οποίο τώρα παρουσιάζεται στην έκθεση). Όταν έμαθε ότι η διατριβή μου ήταν αφιερωμένη στην Κρητική Περίοδο του Θεοτοκόπουλου, ζήτησε να τη δει και στη συνέχεια μου πρότεινε να συνεργαστώ μαζί του για την έκθεση, κάτι που για μένα αποτελεί ιδιαίτερη τιμή. Η επιτροπή, της οποίας ηγείται ο καθηγητής Puppi, απαρτίζεται από ειδικούς που έχουν ασχοληθεί με διάφορα θέματα που αφορούν στη δημιουργία του Ελ Γκρέκο, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο δικός μου καθηγητής, Robin Cormack. Αξίζει να αναφέρω ότι, όταν είχα να επιλέξω πανεπιστήμιο για τις μεταπτυχιακές μου σπουδές, επέλεξα το Courtauld Institute of Art στο Λονδίνο, όχι απλώς διότι είναι μια κορυφαία σχολή για την Ιστορία της Τέχνης, αλλά κυρίως διότι ο καθηγητής Cormack δίδασκε ένα πρόγραμμα που λεγόταν «Από το Βυζάντιο στον Ελ Γκρέκο: η προσφορά της Ελλάδας στην Αναγέννηση». Όπως ο καθηγητής Puppi, έτσι και ο καθηγητής Cormack, υπήρξε από τους πρώτους που αναγνώρισαν τη σπουδαιότητα της τέχνης του Ελ Γκρέκο και κυρίως εκτίμησε και προέβαλε την σχετικά άγνωστη Κρητική του περίοδο.
Να πούμε λίγα λόγια για την έκθεση;
Η έκθεση επιδιώκει να φωτίσει την Ιταλική Περίοδο του Ελ Γκρέκο, από το 1567 που έφτασε στη Βενετία μέχρι το 1577 που εγκατέλειψε ανεπιστρεπτί την Ιταλία, για να ψάξει ένα καλύτερο μέλλον στην Ισπανία του Φίλιππου Β’. Στην Ιταλία ο Ελ Γκρέκο έζησε μια δεκαετία, που αποδείχτηκε η καθοριστικότερη της ζωής του. Όταν αφίχθηκε στη Γαληνοτάτη το 1567 ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γνώριζε καλά την τέχνη της Αγιογραφίας, την οποία είχε διδαχθεί στα εργαστήρια του Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο). Αν και ήταν ένας επιτυχημένος αγιογράφος, ο καλλιτέχνης είχε τα μάτια του στραμμένα προς την Ιταλία και φυσικός προορισμός του ήταν η Βενετία, που από το 1211 είχε κυριεύσει την Κρήτη. Μέσα από την έκθεση επιχειρούμε να ακολουθήσουμε τα καλλιτεχνικά βήματα του Θεοτοκόπουλου, πρώτα στη Βενετία όπου μαθήτευσε κοντά στον Τισιανό και γνώρισε άλλους Ενετούς καλλιτέχνες και αργότερα στη Ρώμη. Πέραν από τους σπουδαίους πίνακες που εκτίθενται μαζί για πρώτη φορά, ιδιαιτέρως συγκινητικό είναι το χειρόγραφο γράμμα του Θεοτοκόπουλου, ημερομηνίας 6 Ιουλίου 1572, μέσω του οποίου εξέφραζε το παράπονό του για την αποπομπή του από το Παλάτσο Φαρνέζε. Κατά τη διαμονή του στην Ιταλία, ο Ελ Γκρέκο μεταμορφώθηκε από αγιογράφο, σε ένα εντελώς Δυτικό καλλιτέχνη, εξ’ ου και ο τίτλος της έκθεσης: Ο Ελ Γκρέκο στην Ιταλία. Η μεταμόρφωση μιας διάνοιας. Αυτή η δεκαετία της συνεχούς μαθητείας του έδωσε όλα τα εφόδια τα οποία του επέτρεψαν να σχηματίσει τον καλλιτεχνικό χαραχτήρα που ελεύθερα και με πολλή αυτοπεποίθηση εξεδήλωσε στη συνέχεια στην Ισπανία.
Μαρία, η δική σου σχέση με την Τέχνη ποια είναι;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα αγαπούσα την τέχνη· δεν ήταν απλώς μία ενασχόληση, ήταν κάτι παραπάνω….με απασχολούσε συνεχώς, και πάντοτε είχα κάποιους πίνακες ή άλλα έργα στο μυαλό μου. Με εντυπωσίαζε η αρχαιολογία και ταυτόχρονα με ενθουσίαζε το μάθημα της Τέχνης το οποίο περίμενα με ανυπομονησία. Όταν ήμουν έντεκα χρονών διάβασα στην εφημερίδα ότι ο ΟΗΕ διοργάνωνε διαγωνισμό ζωγραφικής με θέμα σχετικό με την Ειρήνη. Προετοιμάστηκα για δύο εβδομάδες και ένα Σάββατο απόγευμα έλαβα μέρος στο διαγωνισμό, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στην Πύλη Αμμοχώστου. Το έργο πήρε την τρίτη θέση παγκυπρίως και μετά διακρίθηκε στον παγκόσμιο διαγωνισμό που οργανώθηκε από τον ΟΗΕ στην Κίνα. Παρόλα τα αριστεία στο σχολείο, για μένα αυτή η διάκριση ήταν η σημαντικότερη που είχα λάβει έως τότε στη ζωή μου!
Πότε κατάλαβες ότι ήθελες να αχοληθείς με την Ιστορία της Τέχνης;
Η πρώτη εμπειρία που χαράχτηκε στο μυαλό μου και με έκανε να καταλάβω ότι ήθελα να μάθω εις βάθος για την Τέχνη ήταν και πάλι όταν ήμουν γύρω στα έντεκα. Επισκεπτόμουν τότε το Θεόδοτο Κάνθο, ξάδελφο της γιαγιάς μου, ο οποίος έκανε τα πορτρέτα μου. Ήταν σπουδαίος δάσκαλος ο Θεόδοτος Κάνθος και στα διαλείμματα μου έδειχνε βιβλία τέχνης. Δε θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που αντίκρισα σε ένα βιβλίο έναν πίνακα κρεμασμένο πάνω σε τοίχο καλυμμένο με κόκκινο ύφασμα. Απεικόνιζε την Παναγία να κρατεί το νεκρό σώμα του Χριστού, το οποίο είχε ένα ελαφρύ γκρίζο χρώμα. Ρώτησα ποιος ήταν ο καλλιτέχνης, και ο Κάνθος μου είπε ότι λεγόταν Ελ Γκρέκο. Η στιγμή εκείνη σφραγίστηκε μέσα μου και μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι αποτελεί σημείο αναφοράς στη ζωή μου. Κανένας άλλος πίνακας δε μου έχει προξενήσει ποτέ εντονότερη συγκίνηση! Μετά από χρόνια έμαθα ότι ο πίνακας εκείνος είχε αγοραστεί από το Σταύρο Νιάρχο το 1955 για 400.000 δολάρια, ποσό αστρονομικό (πέραν των 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων σήμερα), διότι την εποχή εκείνη ο Ελ Γκρέκο δεν έχαιρε πολύ μεγάλης εκτίμησης. Η φωτογραφία που μου έδειξε ο Κάνθος, ήταν όντως από το σπίτι του Νιάρχου στο Παρίσι. Όταν πλέον έπρεπε να επιλέξω μεταπτυχιακές σπουδές, αποφάσισα να ακολουθήσω Ιστορία της Τέχνης στο Λονδίνο. Σπούδασα στο Christie’s Education και στο Courtauld Institute of Art, με ειδίκευση στη Βυζαντινή Τέχνη και πρώιμο Ελ Γκρέκο. Μετά άρχισα να εργάζομαι, όμως συνεχίζω μέχρι σήμερα να διατηρώ συνεχή επικοινωνία με το Courtauld, διότι εκεί γαλουχήθηκε μια σχέση ζωής, όπως συμβαίνει και με πολλούς άλλους απόφοιτους αυτής της σημαντικής σχολής.
Η συνεργασία σου με ένα απ΄ τους δυο σημαντικότερους οίκους δημοπρασιών στον κόσμο, τον οίκο Christie’s στο Λονδίνο, τι σου δίδαξε;
Αυτό που κυρίως μου δίδαξε η δουλειά μου στους Christie’s είναι ότι στο εμπόριο η Τέχνη χάνει το ρομαντισμό της. Οπωσδήποτε η ομορφιά της Τέχνης, η σπανιότητά της και το ταλέντο των καλλιτεχνών, λαμβάνονται υπόψη, αλλά θεωρούνται κυρίως αρετές που συντείνουν στην αύξηση της αξίας ενός ακόμη περιουσιακού στοιχείου ή επενδυτικού μέσου. Δε θα μπορούσα να κάνω εκείνη τη στυγνή δουλειά για το υπόλοιπο της ζωής μου. Με ενδιαφέρει να λειτουργώ ως σύμβουλος Τέχνης, διότι αυτός ο ρόλος είναι πιο δημιουργικός. Μου επιτρέπει να έχω επικοινωνία με συλλέκτες που αγαπούν την Τέχνη και θέλουν να φτιάξουν συλλογές στις οποίες μπορώ κι εγώ να συμβάλω. Τα χρήσιμα εφόδια που κράτησα από τους Christie’s είναι ο επαγγελματικός χειρισμός των έργων, ο σεβασμός στους πελάτες, αλλά και η συνεργασία με συναδέλφους διαφόρων ειδικοτήτων σε διεθνές επίπεδο.
Σίγουρα μια μεγάλη στιγμή στην καριέρα σου ήταν όταν σταμάτησες τη δημοπρασία που αφορούσε σε έξι εικόνες που κλάπηκαν από την κατεχόμενη Κύπρο. Τότε μάλιστα τα ελλαδικά ΜΜΕ σε είχαν αποκαλέσει “Η Κύπρια Lara Croft” (Η εφημερίδα “Πρώτο Θέμα” της Ελλάδας είχε βάλει τίτλο “Η Ελληνίδα Λάρα Κροφτ” και το “Ομικρον” στην Κύπρο έβαλε τίτλο “Η Κύπρια Λάρα Κροφτ”). Να πούμε λίγα λόγια για εκείνο το συμβάν;
Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε ότι η επιστροφή των έξι κυπριακών εικόνων που ανήκαν αρχικά στη Μητρόπολη Μόρφου, αλλά είχαν μεταφερθεί πριν την Τουρκική εισβολή στο βόρειο μέρος της Κύπρου (εκτός μιας που είχε κλαπεί από την Κύπρο το 1936) κι αγοράστηκαν στη συνέχεια από το Pankow Foundation, δεν ήταν μια αποκλειστικά δική μου επιτυχία. Ήταν το αποτέλεσμα συνεργασίας μεταξύ του Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτου, του δικηγόρου της Μητρόπολης, Γιώργου Χατζηπιερή, του δικηγόρου που αντιπροσώπευσε τη Μητρόπολη στην Αμερική, Thomas Kline, κι εμένα. Όντως η δική μου συμβολή ήταν καθοριστική διότι συνέταξα μία έκθεση μέσω της οποίας απέδειξα ότι οι εικόνες ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας κυπριακές, άρα κλεμμένες, αφού ποτέ δεν είχαν πωληθεί από τους νόμιμους ιδιοκτήτες. Λόγω της έκθεσής μου, τόσο το Pankow Foundation, όσο και οι Sotheby’s, μέσω των οποίων θα πωλούνταν οι εικόνες αποφάσισαν να μη διεκδικήσουν τις εικόνες, κι έτσι αυτές επεστράφησαν στην Κύπρο.
Ποια άλλη στιγμή στην καριέρα σου θεωρείς σημαντική;
Υπήρξαν περισσότερες από μία οι στιγμές που θεωρώ σημαντικές. Μία από αυτές ήταν η ανακάλυψη μιας ρωσικής εικόνας του Αγίου Νικολάου η οποία ανήκε στο Τσάρο Νικόλαο Β’.
Η εικόνα βρισκόταν σε ένα κτήριο στο κεντρικό Λονδίνο, το οποίο μόλις είχε πωληθεί. Ο νέος ιδιοκτήτης την είχε τοποθετήσει σε μία τσάντα του σουπερμάρκετ και ήθελε απλώς να την ξεφορτωθεί. Πριν από μένα είδαν την εικόνα άλλοι τρεις ειδικοί, όμως δεν κέντρισε το ενδιαφέρον κανενός. Τελικά την πώλησα τον Ιούνιο του 2007 για 434.400 GBP, σπάζοντας παγκόσμιο ρεκόρ για την ακριβότερη εικόνα που πωλήθηκε ποτέ σε δημοπρασία. Επίσης, ενώ εργαζόμουν στους Christie’s εντόπισα μια βυζαντινή εικόνα που αγοράστηκε για 32 δολάρια από Βραζιλιάνους τουρίστες που επισκέφτηκαν την Κωνσταντινούπολη το 1951. Η εικόνα θα προσφερόταν σε δημοπρασία στη Νέα Υόρκη ως ασήμαντο Ιταλικό έργο του 16ου αιώνα, για 2.000 – 3.000 δολάρια. Μετά από πολλές συζητήσεις, η εικόνα έφθασε κοντά μου στο Λονδίνο και τότε οι υποψίες μου επιβεβαιώθηκαν, ότι δηλαδή η εικόνα ήταν Κωνσταντινουπολίτικο έργο του 14ου αιώνα. Η εικόνα αυτή, εν συνεχεία, πωλήθηκε για 186.000 στερλίνες.
Η μεγαλύτερη όμως επιτυχία ίσως να είναι η ανακάλυψη σε μια συλλογή στη Ρώμη της εικόνας του Άγγελου Ακοτάντου, που απεικονίζει την Παναγία Γλυκοφιλούσα. Ο ιδιοκτήτης πίστευε ότι επρόκειτο για έργο του Ανδρέα Ρίτζου, χρονολογημένου στο τέλος του 15ου αιώνα. Πωλούσε δε την εικόνα για περίπου 300.000 Ευρώ. Εγώ όμως μπόρεσα να δω στην τεχνοτροπία το χέρι του Άγγελου Ακοτάντου, πράγμα που σήμαινε τη χρονολόγηση της εικόνας περίπου μισό αιώνα νωρίτερα. Αφού κατοχυρώθηκε αυτή η απόδοση, η εικόνα αγοράστηκε από το Cleveland Museum of Art στο Ohio, ΗΠΑ, για 1.150.000 Ευρώ, καθιστώντας την έτσι την ακριβότερη εικόνα που πωλήθηκε ποτέ.
Τέλος, τεράστια συγκίνηση ένιωσα το 2007 όταν σε επίσκεψή μου σε θυρίδα τέχνης στη Ζυρίχη, όπου φυλασσόταν μια συλλογή, εντόπισα δύο σημαντικές εικόνες από την Κύπρο. Οι εικόνες αυτές που έχουν μνημειώδεις διαστάσεις, δείχνουν η μια την ένθρονη Παναγία με τον Άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή και η δεύτερη τον ένθρονο Χριστό με τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ανήκαν στην εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στο κατεχόμενο Τρίκωμο. Για τις δύο εικόνες ενημέρωσα το διευθυντή του Μουσείου του Κύκκου, κύριο Στυλιανό Περδίκη. Εξ’ όσων γνωρίζω, η διεκδίκηση των εικόνων αυτών βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη κι εύχομαι ότι σύντομα θα επιστραφούν στην Κύπρο.
Σήμερα πού σε βρίσκουμε επαγγελματικά;
Συνεχίζω να προσφέρω υπηρεσίες σε συλλέκτες, κυρίως Ρώσους (αφού αυτοί είναι που ενδιαφέρονται κυρίως για εικόνες) που αφορούν σε εκτιμήσεις, συμβουλές και ιδιωτικές πωλήσεις. Επίσης, αρθρογραφώ στο πολιτιστικό ένθετο κυριακάτικης εφημερίδας.
Ποια χώρα θεωρείς ιδανική για το επάγγελμα σου;
Δε θα έλεγα χώρα, αλλά πόλη. Κι αυτή είναι το Λονδίνο, διότι είναι μια μεγαλούπολη την οποία επισκέπτονται όλοι όσοι ασχολούνται με την Τέχνη. Οι ακαδημαϊκοί τη θεωρούν ιδανική διότι υπάρχουν σημαντικές συλλογές, μουσεία, αρχεία και βιβλιοθήκες, απ’ όπου μπορούν να αντλήσουν αμέτρητες πληροφορίες για την έρευνά τους, αλλά και να δουν πραγματικά έργα. Για τους φιλότεχνους προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες διότι συνεχώς διοργανώνονται ποικίλες εκθέσεις και πολλές άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Για τους εμπόρους Τέχνης δε, είναι ένα μεγάλο κέντρο, με προσβασιμότητα τόσο από την Ασία, τη Ρωσία, την Ευρώπη και βεβαίως από Αμερική. Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει άλλη πόλη στην Ευρώπη που να συγκεντρώνει τα όσα έχει να προσφέρει το Λονδίνο, το οποίο αγαπώ ιδιαιτέρως. Εδώ μου δόθηκαν πολλές και σημαντικές ευκαιρίες στη ζωή μου και για μένα αποτελεί το δεύτερό μου σπίτι, που είναι πολλές φορές πιο φιλικό και πιο οικείο απ’ ότι το περιβάλλον στο οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα.
Τέλος, Μαρία τι έχεις κερδίσει ως προσωπικότητα μέσα από την σημαντική μέχρι στιγμής εμπλοκή σου με την τέχνη;
Η Τέχνη διδάσκει πολλά, όχι μόνο πώς να κοιτάζεις και να αναλύεις έργα Τέχνης, αλλά πώς να αντιμετωπίζεις καταστάσεις ζωής. Το σημαντικότερο που εγώ έχω λάβει μέσω της απασχόλησής μου με την Τέχνη είναι η συνειδητοποίηση του βραχέος της ζωής. Τα έργα που μελετούμε έχουν ηλικία αιώνων και τα έχουν θαυμάσει εκατομμύρια ανθρώπων – ανθρώπων που πέρασαν από τη ζωή και χάθηκαν, ενώ τα έργα συνεχίζουν να υπάρχουν. Αυτή η διάρκεια της Τέχνης έναντι της σύντομης δικής μας ζωής με έκανε να καταλάβω πόσο αστεία και αχρείαστη είναι η υπεροψία, ο εγωισμός, ή πλεονεξία. Θέλω να πιστεύω ότι η Τέχνη με έχει βοηθήσει να γίνω ένας πιο ταπεινός και καλύτερος άνθρωπος που έχει επίγνωση του ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια περαστική παρουσία από τα επίγεια. Εξάλλου η Τέχνη λειτουργούσε πάντα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ως «memento mori» (θύμηση θανάτου).
—————————————————————————————–