Γράφει ο Grand Tirelire
Συχνά-πυκνά φτιάχνω παιχνίδια όχι τόσο για να “σκοτώνω” το χρόνο μου αλλά για να υπενθυμίζω στον εαυτό μου ότι δεν έπαψα ποτέ, μα ποτέ, να είμαι ένα αγόρι… που αρνείται πεισματικά να ωριμάσει.
Σαν αγόρι όλα μου τα παιχνίδια έχουν να κάνουν με το πόσο μαλάκας μπορώ να γίνω ή με το πόσο αγόρι μπορώ να παραμείνω… Στα παιχνίδια μου αφήνω μονάχα λίγους να μπουν, είναι περισσότερο παιχνίδια του μυαλού…
Το πιο σπουδαίο μου παιχνίδι δεν είχε να κάνει καν με το αγόρι μέσα μου, αλλά με το αγόρι που θα θελα να γίνω όταν μεγαλώσω… το ονόμασα “αναπνοές”. Οι όροι εύκολοι. Σε κάθε αναπνοή έπρεπε να δίνω λόγο, να λογοδοτώ για την ζωοφόρο εισπνοή αλλιώς να επεξηγώ τη ματαιότητα της. Στην αρχή έπαιζα στα κρυφά χωρίς να ανοίγω τις “αναπνοές” μου σε άλλους και έδιδα φαιδρές δικαιολογίες για αυτές που ούτε εμένα δεν έπειθαν. Σιγά-σιγά κατάλαβα ότι δεν ήταν αυτοί οι όροι του παιχνιδιού και δεν ήθελα καν να την γλιτώνω τόσο εύκολα από εμένα. Ξέρω-ξέρω, είναι κιόλας εμφανές ότι δεν έπαψα ποτέ να είμαι δυο αγόρια, το ένα που τρέχει ανέμελα και τ’ άλλο που φοβάται μην κτυπήσει και μαζεύεται. Τα δυο αγόρια κάνουν μια αέναη συζήτηση για τις “αναπνοές”. Ο ένας θέλει να τις κρατά και από αυτό να δικαιολογεί την ίδια την ύπαρξη του, το άλλο το “ανώριμο” θέλει να τις ξοδεύει πιστεύοντας ότι ξοδεύοντας τις, μοιράζοντας τις, είναι ο μόνος τρόπος για να ζει κάποιος. Όποιους λόγους μικρούς ή ασήμαντους και να έβρισκα για τις “αναπνοές” δεν έπαυα να συνεχίζω να προσπαθώ να βρω τους λόγους τους οποίους θα άξιζαν οι αναπνοές για να συνεχίσω.
Κυνηγούσα τους λόγους και τα δυο αγόρια, μέσα μου, άλλαζαν ρόλους μεταξύ τους, άλλοτε Δον Κιχώτη και άλλοτε του Πάντσο.
Η αλήθεια είναι ότι τα αγόρια συμφωνούσαν σε ένα πράγμα μόνο, ότι μόνοι μας δεν θα βγάζαμε αποτέλεσμα. Δειλά-δειλά, ως και ταλαίπωρα, τα αγόρια άνοιξαν τις “αναπνοές” στον κόσμο, σε κορίτσια, αγόρια, πράγματα, μα πάνω από όλα άφησαν για λίγο το τρέξιμο, ξαπόστασαν στις κούνιες και αφέθηκαν στον χρόνο και τις αισθήσεις.
Η αλήθεια τους βρήκε μόνους τους, με ένα κορίτσι που λαχάνιασε να τους τρέχει στο κατόπι όλο αυτό τον καιρό χαζεύοντας την άμμο με ένα ηλιοβασίλεμα να χαϊδεύει τα μαλλιά τους σαν αγιοστέφανο. Οι “αναπνοές” δεν έχουν λόγο να υπάρχουν και ποτέ δεν είχαν…. οι ίδιοι φτιάχνουμε τους λόγους και δεν είναι μόνο τα σωστά που δικαιολογούν τις αναπνοές μας, είναι ίσως πιο πολύ τα λάθη μας, που δίνουν ουσία στις αναπνοές.
Το χε πει ο Μαουρι “μην ρώτας κάποιον που ξέρει να σου εξηγήσει τον δρόμο, γιατί κινδυνεύεις να μην χαθείς”. Και αν δεν χαθείς, αν δεν λαχανιάσεις ξοπίσω από ένα λάθος, αν δεν στερέψεις από αναπνοές διεκδικώντας ένα μαλάκα έρωτα; Αν δεν σου κοπεί η ανάσα από μια σειρά σφηνάκια που άλογα άφησες να κάψουν ενοχές και λάθη στο κορμί σου; Αν δεν τις μαζέψεις όλες φωνάζοντας “αγόρι θα’ μαι για πάντα”; Τι να τις κάνεις τότε; Παντελώς τίποτα!
Θα κρύψεις τις αναπνοές σου σε “κοστούμια”, σε πολυτελή γραφεία, σε επαγγελματικές συναντήσεις και σε ακριβά δείπνα. Θα τις δεις να πνίγονται σε μια καθημερινότητα που σου δίνει χιλιάδες επιλογές για να χαλαρώνεις και να βρεις τις αναπνοές σου, μα στα αλήθεια δεν θα αναπνεύσεις ποτέ.
Έτσι ένα αγόρι στις κούνιες και ένα κορίτσι απέναντι τελείωσαν το παιχνίδι και έλυσαν το γρίφο. Τις “αναπνοές” σου τις κρατάς για σένα, για τις επιλογές, τα λάθη, τα πάθη και ότι άλλο σε κρατάει παιδί…. Ξύπνα ένα πρωινό και ψιθύρισε στο αγόρι που κοιμάται μαζί σου “θα σε κρατήσω για πάντα παιδί”, ευχήσου του σε όλη τη ζωή του να βρίσκει κούνιες, ηλιοβασιλέματα και κάποια στιγμή να αφήσει ένα κορίτσι που λαχάνιασε στο κατόπι του να τον προλάβει και να μοιραστεί τις αναπνοές του.