Γράφει ο Grand Tirelire
χλωμό, παγωμένο.
Κ’ ήταν και μυριάδες αστέρια στο πλάι του σαν μικρές πυγολαμπίδες που προσπαθούσαν να το ζεστάνουν.
Με μιας τίναξα τα χεριά μου και τα ακούμπησα στον ουρανό, μάζεψα όλα τα αστέρια ένα – ένα και τα ‘χωσα σε ένα σφηνοπότηρο να μην τα δει η νύχτα,
μα εσύ λείπεις και αυτό δεν είναι αρκετό.
Κ’ ήταν κι’ ένα γιασεμί ολάνθιστο,
κατάλευκο γεμάτο μυρουδιές,
κ’ ήταν χιλιάδες ανθογιασεμία που κρέμονταν σαν μικρές καμπάνες χαρμόσυνα που καρτερούν για να κτυπήσουν.
Με μιας άπλωσα τα δάχτυλα μου, ανίερα και μαγαρίζοντας τα γιασεμιά, μάζεψα όλα τα ανθογιασεμία και τα ‘χωσα σε ένα δισκοπότηρο να μην τα δει η γής,
μα εσύ λείπεις και αυτό δεν είναι αρκετό.
Κ’ ήταν και ένας κόσμος γεμάτος ματιά,
οικείος, δικός μας, κατάδικος μας,
κ’ ήταν χιλιάδες οι ματιές που φεγγοβολούσαν το βραδύ, που η λάμψη τους με ταξίδευε σε σένα σε μια στιγμή και μια αιωνιότητα.
Με μιας τράβηξα με μανία τον κόσμο όλο πιο κοντά μου, μάζεψα όλες τις ματιές και τις έχωσα σε ένα σφηνοπότηρο να μην τα δει το χάραμα.
Μα εσύ λείπεις και αυτό δεν είναι αρκετό.
Και ήταν και ένα σώμα, το δικό μου,
που κρατούσε μέσα του τα χτυποκάρδια του κόσμου όλου.
Κ’ ήταν αμέτρητα τα «τικ τακ» που κρατούσε η φτωχή μου η καρδιά και ανάμεσα τους γυρόφερνες εσύ, μονό εσύ.
Με μιας κράτησα την ανάσα μου, και μάζεψα τα χτυποκάρδια όλα, τα ‘χωσα, κρυφά απ’ το κορμί, σε ένα σφηνοπότηρο.
Μα εσύ λείπεις και αυτό δεν είναι αρκετό.
Κ’ είναι και ένα «αγαπώ», αρχέγονο και αληθινό,
που ταξιδεύει αιώνες μέσα μου
και γαντζώθηκαν πάνω του, τα «αγαπώ» του κόσμου ολάκερου
σαν ταχυδρόμος του χρόνου, τα μεταφέρω μονό για σένα…
Με μιας μουγκάθηκα, να μην τα ομολογήσω, και μάζεψα όλα τα «σ’ αγαπώ» κρυφά από τον χρόνο, και τα κρύψω βιαστικά σε ένα σφηνοπότηρο…
Μα εσύ λείπεις και αυτό, το ξέρω πια καλά, δεν θα ΄ναι ποτέ πια αρκετό.