Της Μαρίας Παπαδοπούλου
Παράφαγα το βράδυ και προσπαθώ να θυμηθώ τι μου έλεγε η βέρα αρχόντισσα, η μακαρίτισσα η Γιαγιάκα μου, κάτι σαν: «Να τρως για να ζεις, όχι να ζεις για να τρως παιδάκι μου».
Αχ ρε Γιαγιάκα μου αρέσει το φαγητό και δεν μπορώ να έχω πολλές επιλογές. Μπερδεύομαι . Τα σουβλάκια, τα κοκορέτσια, τα μακαρόνια, τα γλυκά , τα σοκολατάκια με τα χρυσά περιτυλίγματα όλα μπροστά μου, όλα δικά μου. Ανάθεμα τις «ανάγκες» που δεν ήξερα ότι είχα μέχρι που βρέθηκαν μπροστά μου.
Παράφαγα και άιντε να χωνέψω τώρα. Τριγυρνάω στο σπίτι σαν την άδικη κατάρα. Ανοίγω το pc μου και κάθομαι μπροστά στην οθόνη και μπαίνω στην «πραγματικότητα» της σημερινής μου καθημερινότητας στην μικρογραφία της κοινωνίας. Βομβαρδίζομαι από νέα και ειδήσεις. Ο κόσμος έγινε η γειτονιά μου και το ιντερνέτ η μεγάλη και παχουλή «κουτσομπόλα».
Κάτι σαν ένας ανελέητος … φαγοπόλεμος! Τυχαία το λένε Νews Feedq Κάτι ήξερε ο Mark. Και τι να πρωτοφάς και τι να πρωτοχωνέψεις.
Δεν λέω, την σόδα μου θα την πιω πριν προχωρήσω στο κυρίως πιάτο και θα το ομολογήσω: αν δεν ήταν αυτή η παχουλή κουτσομπόλα δεν θα είχα γρήγορη ενημέρωση, το μάτι μου δεν θα έβλεπε φωτογραφίες από όλο τον κόσμο, δεν θα έβλεπα ωραία και μοναδικά events τέχνης, θεάτρου, ποίησης , αλλά το κυριότερο δεν θα είχα επαφή με τους φίλους μου τους αγαπημένους που είναι μακριά (ή και κοντά).
Απλά να βλέπω ότι υπάρχουν στην ημερήσια «διατροφή» μου και ότι είναι καλά. Χαμογελάω – παίρνω μια μικρή ανάσα ανακούφισης όπως όταν έχεις φάει τόσο πολύ και ξεκουμπώνεις το κουμπί του παντελονιού σου.
Δεν μπορώ να σταματήσω συνεχίζω να «τρώω»…. Βλέπω καρφιτσωμένες σε ένα «τοίχο» – την δυστυχία, την μιζέρια, την απατεωνιά, την απληστία και την κακία. Σαν κερασάκι σε τούρτα red velvet βλέπω και την μοναξιά μας. Δεν μιλάμε πλέον όπως παλιά, δεν συζητάμε όπως παλιά και δεν φλερτάρουμε όπως παλιά. Ευτυχώς που δεν έχουμε άλλη επιλογή και ακόμα κάνουμε έρωτα όπως παλιά και το αφήνω μέχρι εδώ γιατί θα ανοίξουμε ένα άλλο κεφάλαιο και εγώ τώρα παράφαγα. Συνεχίζει να με καταβροχθίζει το news feed μου. Πόλεμος, θάνατος παντού, δράμα, παιδάκια να πεθαίνουν στον πάτο της θάλασσας, να πεινάνε, να τα κακοποιούν ψυχολογικά και σωματικά. Παιδάκια είναι όχι παϊδάκια! Δεν μπορώ να συνέλθω!
Εκεί που σκέφτομαι να κλείσω το pc για να γλυτώσω την πλύση στομάχου…. εμφανίζονται… Οι ακτιβιστές του πληκτρολογίου ! Συνέχεια κρίνουν και γράφουν μεγάλα λόγια, ωραία λόγια, σκληρά λόγια απλώνοντας την εγωιστική τους μούχλα στο ψωμί μου. Και θέλω να ξεράσω γιατί ξέρω ότι η επανάσταση τους τελειώνει στο shut down της οθόνης του κομπιούτερ τους. Τι σου θυμίζω ε; Αφού τους ξέρεις αυτούς και τους ξέρω κι εγώ. Μην νομίζεις και αυτοί ξέρουν τι είναι τις νύκτες που μένουν χωρίς «φαγητό» στην απομόνωση.
Παράφαγα το βράδυ και έμεινε νηστική η ψυχή μου. Αποσβολωμένη μπροστά από την οθόνη να αρνείται να
βάλει like, ότι κλαίει και ότι έχει θυμώσει εικονικά για να προχωρήσει στο επόμενο feed που θα την ταΐσουν. Δεν θα με ενοχλούσε τόσο αν δεν έβλεπα ότι σε πλειοψηφία ζούμε σε μια απάθεια και δεχόμαστε ότι μας ταΐσουν. Και τώρα ωχ αδερφέ, ναι σε εσένα μιλάω θα μου πεις ότι έτσι είναι το σύστημα, δεν μπορείς να το πολεμήσεις γι’αυτό να σκάσεις και να το αποδεκτείς. Κάνε κανένα επαναστατικό ποστ ακτιβιστή του πληκτρολογίου και μείνε εκεί πίσω από την οθόνη του pc σου. Απλά καθώς θα τρως και θα σκας στον μικρόκοσμο σου να θυμάσαι «γιορτή» δική τους, παραμονή δική σου.
Αποσυνδέθηκα από την τεχνολογία για λίγο να χωνέψω και πήρα ένα μήλο. Ξαφνικά είδα τη γιαγιάκα μου στην κάμαρα της να μπλέκει την κοτσίδα της και να μου λέει «Να τρως για να ζεις και να είσαι ξύπνια, όχι να ζεις για να τρως και να κοιμάσαι κοριτσάκι μου» και μου έκλεισε το μάτι λέγοντας μου «και μην μασάς γρήγορα».