Το Ωδείο Ανδρέα Γερολέμου στη Λάρνακα με περισσότερα από 20 χρόνια πείρας, εμπειρίας και επιτυχιών είναι μια σύγχρονη εκπαιδευτική μουσική σχολή, η οποία μέσω ολοκληρωμένων προγραμμάτων και με γνώμονα το σεβασμό απέναντι στην ανάπτυξη της επαγγελματικής οντότητας του μουσικού, διασφαλίζει την παροχή εκπαίδευσης με ψηλές προδιαγραφές. Έχει επανδρωθεί με αξιόλογους καθηγητές που η προσφορά τους στον εκπαιδευτικό τομέα είναι μεγάλη. Στεγάζεται σε σύγχρονες εγκαταστάσεις στο κέντρο της Λάρνακας με κλιματισμό, αίθουσα αναμονής, γραμματεια, έξι αίθουσες διδασκαλίας και μία μικρή αίθουσα συναυλιών. Η εκπαίδευση ξεκινά από την προσχολική ηλικία και ολοκληρώνεται με την απόκτηση πτυχίου και διπλώματος.
Γίνονται επίσης μαθήματα για ενήλικες.
Ανάμεσα στα μαθήματα που μπορεί να παρακολουθήσει κανείς στο Ωδείο Γερολέμου είναι κι αυτά για εκμάθηση ακορντεόν.
Τι ακριβώς όμως είναι το ακορντεόν;
Για να δούμε:
Το ακορντεόν είναι ένα αερόφωνο πληκτροφόρο μουσικό όργανο, ιδιαίτερα διαδεδομένο στη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική πολλών Ευρωπαϊκών και Αμερικανικών χωρών. Εφευρέθηκε κατά πάσα πιθανότητα στη Γερμανία το 1822, αν και το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ανήκει στον Cyrill Demian (1829).
Έχει σχήμα κουτιού και αποτελείται από δύο πληκτρολόγια και μια αεροπαραγωγό φυσούνα που συμπιέζεται και επεκτείνεται από τον εκτελεστή. Ο ήχος παράγεται με τη δόνηση μεταλλικών ελασμάτων στο εσωτερικό του, που πάλλονται με τη ροή του αέρα.
Το ακορντεόν παίζεται κρατώντας το με τα δύο χέρια στο ύψος του στήθους. Συχνά χρησιμοποιούνται ιμάντες στήριξης (από το όργανο στους ώμους) λόγω του βάρους του οργάνου. Το αριστερό χέρι χειρίζεται ένα πληκτρολόγιο παρόμοιο με αυτό του μπαντονεόν, που αντιστοιχεί σε εως και 140 διαφορετικούς συνδυασμούς ελεύθερων μπάσων νοτών ή συγχορδιών.
Ο ρόλος του είναι κυρίως συνοδευτικός (ακκομπανιαμέντο), με έντονο το ρυθμικό στοιχείο. Στο δεξί χέρι αντιστοιχεί ένα πληκτρολόγιο παρόμοιο μ’ αυτό του πιάνου για την εκτέλεση της μελωδίας. Ενίοτε το δεξί πληκτρολόγιο έχει μορφή παρόμοια με το αριστερό, όπως και στο μπαντονεόν, το ρώσικο ακορντεόν (μπαγιάν) και την κονσερτίνα. Η φυσούνα χειρίζεται και από τα δύο χέρια, όχι μόνο για την παραγωγή αέρα, αλλά και για την διαφοροποίηση των δυναμικών. Ακόμη, το ακορντεόν διαθέτει κουμπιά, που ονομάζονται ρεζίστρα ή ρετζίστρα τα οποία διαφοροποιούν τη χροιά του ήχου, τόσο στο δεξί όσο και στο αριστερό μέρος, συνήθως με συνδυασμούς οκτάβων.
Λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, αλλά και της ιδιότητάς του να συνδυάζει μελωδία και συνοδεία, το ακορντεόν αγαπήθηκε και ενσωματώθηκε στη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική πολλών λαών.
Στην Ευρώπη, συνδέθηκε άρρηκτα με τη γαλλική λαϊκή μουσική του 20ού αιώνα, όπως επίσης και με το ρεπερτόριο του ταγκό. Ευρεία είναι η διάδοσή του στην ιταλική και ελληνική μουσική, ενώ αποτελεί κυρίαρχο όργανο σε μπάντες σλαβόφωνων χωρών.