Γράφει ο Βουλευτής ΑΚΕΛ Λάρνακας Ανδρέας Πασιουρτίδης
(Νομικός)
Η φράση που αποτελεί τον τίτλο του παρόντος άρθρου χρησιμοποιείται για να καταδείξει ότι σε διάφορες στιγμές της ιστορίας κάθε κράτους, όπου η ομαλότητα αντικαθίσταται από απρόβλεπτα γεγονότα που οδηγούν σε έκτακτες καταστάσεις, το Σύνταγμα ως ο υπέρτατος νόμος αποτελεί φάρο και πυξίδα για να μπορέσει η χώρα να επανέλθει στην κανονικότητα. Στην ουσία αυτό αποτελεί την νομική προσέγγιση με την οποία όμως συνειδητά δεν θα καταπιαστώ στην παρούσα φάση αν και νομικός.
Η πολιτική προσέγγιση όμως, όσον αφορά την εφαρμογή του Συντάγματος, είναι κάτι το οποίο σε τέτοιες περιόδους θα πρέπει να μας απασχολεί και να μας κατευθύνει, αφού η εκάστοτε κυβέρνηση είναι αυτή που πρωτίστως καλείται, λαμβάνοντας μέτρα και αποφάσεις, να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την όποια κρίση. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμβολή όλων των πολιτικών δυνάμεων, οι οποίες κυρίως με την κατάθεση προτάσεων, αλλά και μέσα από την άσκηση νομοθετικής εξουσίας και κοινοβουλευτικού ελέγχου οφείλουν να συμβάλλουν εποικοδομητικά και αποτελεσματικά προς το σκοπό αυτό.
Σε συνέχεια των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω, δεν πρόκειται να μπω στη λογική της εξέτασης του κατά πόσον τα μέτρα που έλαβε ή λαμβάνει η παρούσα κυβέρνηση για την έξοδο από την κρίση του κορωνοϊού είναι ή όχι σύμφωνα με το Σύνταγμα από νομικής σκοπιάς. Αυτό αποτελεί θέμα συζήτησης ανάμεσα σε πλειάδα νομικών, με τις επιμέρους απόψεις στις πλείστες των περιπτώσεων να διαφέρουν. Δεν μπορώ όμως να μην προβώ σε μια πολιτική διαπίστωση. Για την παρούσα κυβέρνηση η επίκληση του Συντάγματος, για ακόμα μία φορά, γίνεται α λα καρτ. Διότι δεν μπορούμε να επικαλούμαστε την αντισυνταγματικότητα οποιουδήποτε μέτρου ή νομοθεσίας προτείνεται, είτε από πολιτικά κόμματα, είτε από κοινωνικές ομάδες, μόνο στην περίπτωση που το μέτρο θα πλήξει τα συμφέροντα των τραπεζών και του μεγάλου κεφαλαίου.
Προς θεού, δεν είμαι της άποψης ότι το Σύνταγμα σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, επιτρέπεται είτε να παραμερίζεται αβίαστα, είτε να γίνεται λάστιχο για να διευκολύνει την έξοδο από αυτήν. Προφανώς, το οποιοδήποτε μέτρο και η οποιαδήποτε απόφαση θα πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και να λαμβάνεται με γνώμονα τα επιτρεπτά όρια εξαιρέσεων, όπως προβλέπονται από τις συνταγματικές επιταγές. Αυτό όμως είναι πολύ διαφορετικό από την κατ’ επιλογή επίκληση του Συντάγματος αναλόγως του ποια κοινωνική ομάδα ή κατηγορία πολιτών επηρεάζεται. Άλλωστε το ίδιο το Σύνταγμα στο Άρθρο 28 αναγνωρίζει ως θεμελιώδες ατομικό δικαίωμα την αρχή της ισότητας όλων των πολιτών.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η παρούσα κυβέρνηση, για ακόμα μια φορά όπως και το 2013, χρησιμοποιεί το Σύνταγμα ως δικαιολογία για να αποφύγει να δυσαρεστήσει συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα. Και αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με νομικές θεωρήσεις, ούτε με συνταγματικές ερμηνείες. Είναι ξεκάθαρα θέμα ιδεολογικό.