Ένα μικρό αφιέρωμα του Καθηγητή Ζαννέτου Τοφαλλή
( O Δρ Τοφαλλής ζει στο Λονδίνο και αρθρογραφεί εδώ και χρόνια στις εφημερίδες του Λονδίνου και της Κυπριακής Παροικίας στη Βρετανική Πρωτεύουσα).
Στις 15 Νοεμβρίου συμπληρώνονται 52 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου ποιητή
της Κύπρου, Τεύκρου Ανθία. Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Τεύκρο Ανθία όταν
βρισκόταν στο Λονδίνο από το 1956-1968. Και γνώρισα από κοντά τον μεγάλο
Ποιητή, Δάσκαλο, Πνευματικό Ηγέτη και Άνθρωπο, αφού εργαστήκαμε στην έκδοση
της παροικιακής τότε εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ του Λονδίνου. Ήταν ο πνευματικός μου
Πατέρας και θα του έχω παντοτινή ευγνωμοσύνη.
Το σημείωμα που ακολουθεί, αποτελεί ένα ταπεινό μνημόσυνο στο μεγάλο Δάσκαλο,
τον γεννημένο Ποιητή, τον πρωτοπόρο αγωνιστή της Προόδου και της Λευτεριάς, της
Ειρήνης και της Δημοκρατίας. Γι αυτές τις αθάνατες αρχές έδωσε ολόκληρη τη ζωή
του.
Ο Τεύκρος Ανθίας γεννήθηκε στην Κοντέα Αμμοχώστου στις 10 Απριλίου 1903 από
φτωχική οικογένεια. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ανδρέας Παύλου. Το όνομα
Τεύκρος Ανθίας είναι φιλολογικό ψευδώνυμο παρμένο από την ελληνική μυθολογία.
Παντρεύτηκε τη Λόλα Λεοντιάδου με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά – τον Αντίνοο
και την Πόπη. Με τη δεύτερη του γυναίκα, την Αναστασία, απέκτησαν τρία παιδιά –
την Φλόγα, τον Τεύκρο και την Άντρη.
Πέθανε στις 15 Νοεμβρίου 1968, στο Λονδίνο, σε ηλικία 65 χρόνων, και ετάφη στη
γενέτειρά του, την Κοντέα, το σκλαβωμένο του χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου.
Σε ηλικία 10 χρόνων, έχει κιόλας τυπωμένες έξι φυλλάδες με τραγούδια σε
ποιητάρικη μορφή με θρησκευτικά, πατριωτικά και κοινωνικά θέματα.
Το πρώτο του ποίημα άρχιζε με το δίστιχο:
Άντρες, γυναίκες και παιδιά κοντά μου συναχτείτε,
ν’ ακούσετε ελληνικά και να συγκινηθείτε.
Για το όνομά του, σαν εισαγωγή, έλεγε:
Ανδρέας Παύλου ελέγουμουν
Και νυν Τεύκρος Ανθίας,
Ποιηταρούδιν νηστικόν
Παιδίν της αλητείας.
Το 1922, ο Ανθίας είναι απόφοιτος του Ιεροδιδασκαλείου Λάρνακας. Είναι έτοιμος
να εισέλθει στο διδασκαλικό επάγγελμα κι έχει κιόλας εισέλθει στον χώρο των
κυπριακών γραμμάτων
Η ώριμη, η αδρή και λυρική του φωνή θ’ ακουστεί στην Αθήνα ύστερα από εφτά
χρόνια, όταν θα κυκλοφορήσει τα Σφυρίγματα του Αλήτη. Ο ποιητής, βγαίνοντας από
το Ιεροδιδασκαλείο, δοκίμασε να δοθεί στο διδασκαλικό επάγγελμα, αλλά δε
φαίνεται να βρήκε ευνοϊκό κλίμα, αν κρίνουμε από την πορεία που αναγκάστηκε ν’
ακολουθήσει στην υπηρεσία του: Δάσκαλος στην Χοιροκοιτία (1922-1923), στη
Σπάρτη όπου σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες εξέδιδε μόνος του κι ένα
λογοτεχνικό περιοδικό, τη «Φλόγα» (1924-1925), Σκλαβοχώρι (1926), στην
Κάρυστο, περιφέρεια Λακεδαίμονος (πέντε μήνες). Έτσι, στην περίοδο αυτή
πλανάται φτωχός και έρημος, πικραμένος και τρομερά απογοητευμένος στους
δρόμους της Αθήνας.
Φτωχός πολύ, όπως φαινόταν από την όλη του εμφάνιση συμπληρωνόταν το
πορτραίτο του από την ατημελησία του συνόλου του, που σου έκαμνε άμεση και
καίρια εντύπωση εξ αφορμής της απεριποιησίας του που στεφανώνονταν κι από τα
άκοπα μαλλιά του ριγμένα άσχημα γύρω από το κεφάλι του, κι έφταναν ως τους
ώμους του.
Αυτή την εποχή ο Ανθίας αρχίζει συστηματικά και δημιουργικά τη δημοσιογραφική
του εργασία. Εργάζεται σαν συντάκτης στην «Πρωία» (1935) και αργότερα στην
«Ελευθερία» (1939) και με το ανήσυχο πνεύμα του, την κοινωνική συνείδηση του και
τη δύναμη της γραφής του προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στην κυπριακή
δημοσιογραφία.
Με την έκρηξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ιδίως μετά τη φασιστική επίθεση
εναντίον της Ελλάδας και αργότερα της Σοβιετικής Ένωσης, δημιουργήθηκε στην
Κύπρο ένα πνεύμα υπέρ των Δημοκρατικών Δυνάμεων και εναντίον του φασισμού,
μέσα στο οποίο ατόνησαν και ουσιαστικά καταργήθηκαν οι δικτατορικοί περιορισμοί.
Άρχισε μια αντιφασιστική εκστρατεία με άρθρα και λαϊκές κινητοποιήσεις με
ιδεολογικό και εθνικό υπόβαθρο.
Ο Ανθίας, σαν κορυφαίο στέλεχος της οργανωμένης πια αριστεράς (είναι γνωστό ότι
ο Ανθίας ήταν μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και ιδρυτικό μέλος του
ΑΚΕΛ, στο οποίο παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του), βρίσκεται στην
πρωτοπορία αυτών των κινητοποιήσεων. Αναπτύσσει μια μαχητική δημοσιογραφική
δραστηριότητα, παίρνει μέρος στις λαϊκές εκδηλώσεις, εκφωνεί λόγους.
Σαν δημιουργός εμπνέεται από την αντιφασιστική πάλη των λαών και τον αγώνα τηςΕλλάδας. Επιστρέφει στην αγωνιστική ποίηση και στο πατριδολατρικό στοιχείο.
Τώρα, όμως, η αγωνιστική φωνή του είναι πανανθρώπινη στο περιεχόμενο της και η
αγάπη προς την Ελλάδα ένας βαθύς πατριωτισμός. Γράφει: «Ηρωική Συμφωνία»
(1942), «Εκ βαθέων» (1944), «Το Ανθρώπινο Έπος» (1945), «Ελλάδα» (1946),
«Κυπριακή Ραψωδία» (1947).
Το 1948, θέλοντας να κινηθεί μέσα σε ευρύτερους ορίζοντες, φεύγει για την Αγγλία.
Εκεί συνεχίζει να εκδίδει τα περιοδικά «Φλόγα και Σπίθα» (που τα τύπωνε στο
τυπογραφείο Ζαβαλλή στη Λευκωσία), συνεργάζεται με την Ελληνική Υπηρεσία του
Βρετανικού Ραδιοφώνου μαζί με τον Μιχάλη Κακογιάννη, στέλλει ανταποκρίσεις
στην Κύπρο και την Αλεξάνδρεια και πρωτοστατεί στην ίδρυση της Ελληνικής
Σχολής Λονδίνου, στην οποία ο ποιητής αφοσιώθηκε με πίστη και αυταπάρνηση
αγωνιζόμενος να προσφέρει στα ξενιτεμένα κυπριόπουλα ελληνική εκπαίδευση και
να διατηρήσει την ελληνική συνείδηση και την ελληνική ταυτότητα μέσα στην παροικία. Εδώ ο ποιητής γράφει το «Τραγούδι της Γης» και το S.O.S., δυο βιβλία με φιλοσοφική διάθεση.
Όταν επιστρέφει στην Κύπρο, το 1955, το νησί έχει κιόλας περάσει σ’ ένα νέο
μαχητικό στάδιο του εθνικού αγώνα. Ο Ανθίας εργάζεται σαν συντάκτης στην
εφημερίδα «Νέος Δημοκράτης» και καταβάλλει προσπάθειες, μαζί με άλλους
λογοτέχνες, για την έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού. Δόθηκε και υλικό στο
τυπογραφείο για το πρώτο φύλλο, μα πριν προφτάσει να τυπωθεί, ο Ανθίας βρέθηκε
στα συρματοπλέγματα της Δεκέλειας κι αργότερα στις Κεντρικές Φυλακές της
Λευκωσίας. Ακόμα μια φορά ο Ανθίας πορεύεται πλάι-πλάι με τον λαό της πατρίδας
του, ακόμα μια φορά κάνει το χρέος του προς τον αγωνιζόμενο λαό του σαν ποιητής
και σαν άνθρωπος. Εδώ, στα κρατητήρια του ξένου κατακτητή, παθαίνει την πρώτη
καρδιακή προσβολή. Κι ενώ οι φίλοι του περιμένουν με αγωνία τα νέα του από το
Γενικό Νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε, έφτασε κοντά τους η «Διακήρυξη» του:
Κι ίχνη καρδιάς να ζούνε μέσα μου
θα τραγουδώ και θ’ αλαλάζω
για Σένα ατίμητη ζωή,
για Σε γαλανομάτα Λευτεριά.
Αργότερα ο κύπριος ραψωδός θα εκδώσει δυο βιβλία εμπνευσμένα από τον νέον
αγώνα της Κύπρου, το «Ημερολόγιο τον C.D.P. (όπου περιλαμβάνει πολλά ποιήματα
που έγραψε στα κρατητήρια) και το «Ορατόριο». Και τα δυο είναι διαποτισμένα από
μια απέραντη αγάπη για την Κύπρο. Τα διαπερνά ένα φλογερό πάθος για τη λευτεριά.
Λόγω της αρρώστιας του, οι Άγγλοι τον απολύουν το 1956 κι ο Ανθίας φεύγει και
πάλι για το Λονδίνο το 1957, όπου εργάζεται σαν διευθυντής της εφημερίδας
«Βήμα» και είναι εδώ που γνωριστήκαμε με τον ποιητή. Ποτέ στα ιστορικά της
δημοσιογραφίας, η ελληνική γλώσσα με τον πλουσιότατο της κόσμο δεν
χρησιμοποιήθηκε τόσο αριστοτεχνικά. Η δημοσιογραφία έγινε ποίηση, Ήταν άριστος
τεχνίτης της γλώσσας.
Ως την τελευταία του πνοή γράφει. Γράφει για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, γράφει για τη
δολοφονία του μάρτυρα της ειρήνης Λαμπράκη (Λαμπρακιάδα), γράφει για τη νέα
δοκιμασία της Ελλάδας (Αγρυπνώ για σένα Ελλάδα) το οποίο μου ζήτησε να το
μεταφράσω στα Αγγλικά όπως κι έγινε. Και πεθαίνει “με το όραμα της παγκόσμιας
Ειρήνης και της λευτεριάς” καθώς λέει σ’ ένα σημείωμά του στη «Νέα Εποχή» ο
Βάρναλης.
Τον Επίλογο από τα Σφυρίγματα του Αλήτη, που φιλοσοφεί προφητικά τη ζωή της
κακουχίας και της στέρησης, βγήκαν τα Σφυρίγματα τον Αλήτη, που τον λύτρωσαν.
Στις ταραγμένες και σκληρές μέρες των Οκτωβριανών, ο Ανθίας μοιράστηκε με τον
λαό την έξαρση των ημερών, μα και τους διωγμούς και τις ταλαιπωρίες που
ακολούθησαν. Πιάστηκε από τους Άγγλους πληγωμένος στο χέρι από πυροβολισμό
και οδηγήθηκε στις φυλακές και αργότερα εντοπίστηκε στα χωριά Ανδρολύκου και
Κοντέα, το χωριό του.
Στην Ανδρολύκου ο εντοπισμένος ποιητής μαζεύει τους Τούρκους κατοίκους του
χωριού τα βράδια στο καφενείο και τους μαθαίνει ελληνικά. Κι η φωτογραφία του δασκάλου αναρτάται στον τοίχο του τούρκικου καφενείου. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες
που έχουμε, μένει εκεί ως το 1956. Πότε κατέβηκε, αν κατέβηκε, δε γνωρίζουμε.
Με αυτά τα λίγα λόγια, κλείνω αυτό το αφιέρωμα σαν ένα μικρό φόρο τιμής –
ένα ταπεινό μνημόσυνο σε ένα Μεγάλο Πνευματικό Δημιουργό. Το έργο του
αξίζει να μελετηθεί από τις μελλούμενες γενιές γιατί στη μακρόχρονη ιστορία της
η πατρίδα μας σπάνια γέννησε τέτοιο Λεβεντογιό. Ο Ανθίας υπήρξε η πιο λυρική,
η πιο δυνατή, η πιο ανθρώπινη φωνή που γνώρισε ποτέ η Κύπρος.
Ένα από τα αγαπημένα μας ποιήματα του Τεύκρου Ανθία, εδώ στο SkalaTimes:
Αλήτη! Απόψε είν’ η βραδιά τόσο καλή, τόσο καλή.
Μπορείς να πας να κοιμηθείς σ’ ένα παγκάκι αλήτη!
Πλάτυνε η σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ,
πο ’κανε ο άνθρωπος τη γη κι όλο το σύμπαν σπίτι.
Δεν έχεις δάκρυα να θρηνείς, ούτε κουράγιο να πονείς,
ούτε κραυγές υστερικές να βγάνεις πέρα ως πέρα.
Είσ’ ένα κύμα σιωπηλό μιας τρικυμίας παντοτεινής,
Που γαληνεύει ανήσυχα στην ήσυχη εσπέρα.
Κι όταν θα βρεις το λυτρωμό σ’ ένα παγκάκι ξαπλωμένος,
Και θα σιγήσει ο σίφουνας κι η θύελλα της ζωής σου,
Αλήτη, δε θα πεις ποτέ πως ήσουν κουρασμένος,
Απ’ τον αγώνα το σκληρό της άρρυθμης ψυχής σου.
Αλήτη! Απόψε είν’ η βραδιά τόσο καλή, τόσο καλή.
Μπορείς να πας να κοιμηθείς σ’ ένα παγκάκι αλήτη!
Πλάτυνε η σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ,
πο ’κανε ο άνθρωπος τη γη κι όλο το σύμπαν σπίτι.