Στις 20 Δεκεμβρίου 1957 γεννήθηκε “η απόλυτη”, “η σταρ”, “η ντίβα” και πολλά άλλα που την έχουν χαρακτηρίσει κατά καιρούς, γενήθηκε η Άννα Βίσση.
Σήμερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γεμίσει με ευχές για τα γενέθλια της “απόλυτης”. Διάσημοι φίλοι της και θαυμαστές στέλνουν ευχές στην ταλαντούχα τραγουδίστρια.
Κι εμείς με τη σειρά μας, εδώ στο SkalaTimes, της ευχόμαστε Χρόνια Πολλά, να τα εκατοστήσει με υγεία, ευτυχία και επιτυχίες.
Η Άννα (ή Αννούλα για φίλους και θαυμαστές) δεν ξεχνά τη πόλη της την Λάρνακα και όταν της δίνεται η ευκαιρία επισκέπτεται τη πόλη μας για να απολαύσει γνωστά αγαπημένα της στέκκια, αλλά προπάντων να δει καλούς της φίλους που ζουν εδώ.
Η Άννα Βίσση γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1957, o πατέρας της καταγόταν από τη Πύλα. Η ίδια μεγάλωσε στην περιοχή Χρυσοπολίτισσας, ο πατέρας της ο κύριος Νέστορας ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος στη Λάρνακα και συγκεκριμένα στην Ερμού.
Η Άννα είναι η δεύτερη από τις τρεις κόρες της οικογένειας. Στην ηλικία των έξι ετών ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα χορού και πιάνου στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου, λαμβάνοντας δίπλωμα.
Την ίδια εκείνη περίοδο έδινε συναυλίες τραγουδώντας ενώ η αδερφή της, Λία, έπαιζε πιάνο. Έτσι έγιναν γνωστές ως οι “Αδερφές Βίσση”.
Το 1970, η δημοτικότητα της δεκατριάχρονης τότε Άννας Βίσση στην Κύπρο μεγάλωσε, με τη συμμετοχή της σε έναν τηλεοπτικό μουσικό διαγωνισμό όπου κέρδισε το πρώτο βραβείο.
Οι παραπάνω διακρίσεις έπεισαν τους γονείς της για το ταλέντο της. Έτσι το 1973 με πρωτοβουλία της μητέρας της, Σοφίας, ο Νέστορας Βίσσης έκλεισε το μαγαζί του στην Κύπρο και ολόκληρη η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα. Τον Σεπτέμβριο του 1973 η οικογένεια Βίσση έμενε στη συνοικία της Νέας Κυψέλης. Η τότε 16 ετών Άννα, συνέχισε το Γυμνάσιο στην Αθήνα, τραγουδώντας τα βράδια σε μπουάτ στην Πλάκα και ηχογράφησε στη δισκογραφική εταιρεία MINOS τα δύο πρώτα της τραγούδια, έχοντας ήδη περάσει από ακρόαση και υπογράψει συμβόλαιο με την εταιρεία.
Σπούδασε στο Τμήμα Νομικής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 1973 πραγματοποίησε την πρώτη της δισκογραφική συμμετοχή. Συμμετείχε μαζί με τον Γιάννη Καλατζή στο τραγούδι “Λέγοντας και κλαίγοντας” σε μουσική Βασίλη Δημητρίου και στίχους του Μάνου Ελευθερίου. Την ίδια χρονιά έκανε και την πρώτη της ζωντανή εμφάνιση μαζί με τους Γιώργο Νταλάρα, Χαρούλα Αλεξίου, Ελπίδα και Κώστα Σμοκοβίτη. Το 1974 συμμετείχε σε αρκετές δισκογραφικές δουλειές. Συγκεκριμένα συμμετείχε μαζί με άλλους καλλιτέχνες όπως Τόλης Βοσκόπουλος, Γιάννης Πάριος, Χαρούλα Αλεξίου και πολλούς άλλους, στους τουριστικούς δίσκους της εποχής Memories from Rhodes No 2 με το τραγούδι “Λέσσα για λέσσα”, Welcome to Greece No 5 με τα τραγούδια “Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου” και “Εγώ είμαι εγώ”. Την ίδια χρονιά συμμετείχε στο δίσκο Χίλια εννιακόσια τίποτα του Κύπριου συνθέτη και τραγουδιστή, Δώρου Γεωργιάδη, με το διαχρονικό πλέον τραγούδι “Μη βάζεις μαύρο” σε στίχους Σώτιας Τσώτου, το οποίο θα συμπεριληφθεί αργότερα στον πρώτο προσωπικό της δίσκο, και το ντουέτο με τον Γεωργιάδη “Νικήσαμε”. Μια άλλη συμμετοχή έγινε στο δίσκο Άσπρο μαύρο του Γιώργου Χατζηνάσιου με τα τραγούδια “Το παλικάρι” και “Κι όμως κι όμως” που το ερμήνευσε μαζί με το Γιάννη Πάριο, τη Χάρις Αλεξίου και τον Κώστα Σμοκοβίτη. Δύο από τις σημαντικότερες συμμετοχές της πραγματοποιήθηκαν το 1974. Η πρώτη στο δίσκο 18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας του Μίκη Θεοδωράκη, σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου όπου ερμήνευσε μαζί με τον Νταλάρα τέσσερα τραγούδια (“Αυγή”, “Πράσινη μέρα”, “Το κυκλάμινο” και “Λιγνά κορίτσια”). Η δεύτερη στον δίσκο Μικρές πολιτείες του Σταύρου Κουγιουμτζή με δύο κλασικά πλέον τραγούδια (“Σ’ αγαπώ” και “Δίψασα στην πόρτα σου”). Μέσα στο 1974 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον μελλοντικό σύζυγό της Νίκο Καρβέλα: συμμετείχε στον πρώτο δίσκο του πρωτοεμφανιζόμενου τότε συνθέτη, Μια χαρά μια καημός, με τέσσερα τραγούδια (“Κρύβαμε την αγάπη μας”, “Σαν τα πεινασμένα περιστέρια”, “Ούτε ένα σ’ αγαπώ” και “Γιατί γελάς και παίζεις”) σε μουσική του ίδιου και στίχους της Βαρβάρας Τσιμπούλη. Σε αυτόν τραγουδούσαν επίσης οι Κώστας Σμοκοβίτης και Δημήτρης Κοντολάζος.
Συνεργάστηκε ξανά με τον Γιώργο Νταλάρα το 1975, τόσο στις ζωντανές της εμφανίσεις, μαζί με τους Αλεξίου και Αντώνη Βαρδή, όσο και δισκογραφικά. Συμμετείχε, στον δίσκο του συνθέτη Σταύρου Κουγιουμτζή Στα ψηλά τα παραθύρια, με δύο εξαιρετικά τραγούδια (“Παραμύθι ξεχασμένο”, “Για την αγάπη πες μου”, σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου) και ένα ντουέτο με τον Νταλάρα, το εμβληματικό “Στα χρόνια της υπομονής”. Την ίδια χρονιά συμμετείχε με τους Γιώργο Ζωγράφο και Γιάννη Θωμόπουλο στον κύκλο τραγουδιών Γράμματα από τη Γερμανία του Μίκη Θεοδωράκη, ερμηνεύοντας τα τραγούδια “Χτες τ’ απόγευμα στο Άαχεν” και “Ένα δάσος κλάρες”. Επίσης πήρε μέρος στον δίσκο Ζήτημα Χρόνου του Ανδρέα Χατζηαποστόλου με το τραγούδι “Φέξε χλωμό φεγγάρι μου” σε στίχους του Πυθαγόρα. Τέλος, το 1976 συμμετείχε στον δίσκο Ύμνος και θρήνος για την Κύπρο και έξη ποιήματα του Κωστή Παλαμά του Μιχάλη Τερζή, ο οποίος μελοποίησε Κωστή Παλαμά και Γιάννη Ρίτσο, ερμηνεύοντας το τραγούδι “Γεια σας τριαντάφυλλα”. Επίσης, συνέχισε τις ζωντανές εμφανίσεις της δίπλα στον Νταλάρα, την Αλεξίου, την Τάνια Τσανακλίδου, τη Λιζέτα Νικολάου και τον Αντώνη Βαρδή.
Το 1977 πήρε μέρος στο 19ο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, στις 15 και 16 Σεπτεμβρίου, και κέρδισε το πρώτο βραβείο με το τραγούδι “Ας κάνουμε απόψε μιαν αρχή” σε μουσική και στίχους του Δώρου Γεωργιάδη. Η διάκριση αυτή στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης αποτέλεσε το έναυσμα για την αρχή της προσωπικής της δισκογραφίας, καθώς ένα μήνα μετά κυκλοφόρησε ο πρώτος της προσωπικός δίσκος Ας κάνουμε απόψε μιαν αρχή, τίτλος του νικητήριου τραγουδιού. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από τη δισκογραφική εταιρεία Minos και περιείχε 11 νέα τραγούδια και 2 από παλιότερες συμμετοχές της, ενώ ανάμεσα στους συνθέτες που έγραψαν τραγούδια ήταν ο Γιάννης Σπανός και ο Αντώνης Βαρδής. Στιχουργικά, συμμετείχε και ο Μάνος Ελευθερίου.
Περισσότερα για τη πορεία της Άννα μπορείτε να διαβάσετε εδώ:
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CE%BD%CE%BD%CE%B1_%CE%92%CE%AF%CF%83%CF%83%CE%B7