Γράφει η εκπαιδευτικός και βραβευμένη συγγραφέας
Αναστασία Ξενοφώντος Γαϊτάνου
Μετά από μια βραδινή οικογενειακή έξοδο όπου μιλήσαμε, αστειευθήκαμε, απολαύσαμε την παρέα ο ένας του άλλου.
«Όταν ένας νέος συμπληρώνει τα δεκαπέντε του χρόνια, οι γονείς του-του χαρίζουν ένα τετράδιο για να το κρεμάει στο λαιμό. Από τη στιγμή εκείνη κι έπειτα, κάθε φορά που απολαμβάνει έντονα κάτι, ανοίγει το τετράδιο και σημειώνει: Στα δεξιά, αυτό που απόλαυσε. Στ’ αριστερά, πόσο χρόνο κράτησε η απόλαυση. Έστω ότι κάποιος γνώρισε μια κοπέλα και την ερωτεύτηκε. Πόσο κράτησε το μεγάλο αυτό πάθος και η χαρά της γνωριμίας τους; Μια εβδομάδα; Δύο; Τρεις και μισή; Έτσι συνεχίζει να σημειώνει στο τετράδιο κάθε λεπτό που απολαμβάνει… Κάθε λεπτό. Όταν πεθάνει, το τετράδιό του ανοίγεται και αθροίζεται ο χρόνος της απόλαυσης για να γραφτεί πάνω στον τάφο του. Γιατί αυτός είναι ο μοναδικός και πραγματικός χρόνος που έχει ζήσει».
Όσο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνομαι την αλήθεια που κρύβει η πιο πάνω ιστορία του Μπουκάι. Κάθισα λοιπόν και αναλογίστηκα ποιος είναι ο πραγματικός χρόνος που έχω ζήσει. Τότε αποφάσισα να ανοίξω το πουγκί της μνήμης μου και να βγάλω έξω τις στιγμές που άφησαν το χνάρι τους στη ζωή μου. Όχι όλες, όχι αυτές που επιδερμικά με άγγιξαν και έφυγαν. Όχι αυτές που με τραυμάτισαν αλλά αυτές που χρωμάτισαν τη ζωή μου με ένα πελώριο ουράνιο τόξο.
Στον πάτο βρήκα όλες εκείνες τις στιγμές που αποτέλεσαν τη βάση του εαυτού μου. Τις έβγαλα στο φως, τις άγγιξα, τις ένιωσα και αγάπησα αυτό που ήμουν κάποτε και αυτό που έγινα τώρα. Μετά … μετά έφτασα στις στιγμές που ακόμη δεν είχαν χάσει το φως τους. Τις κοίταξα καλά. Ήταν οι στιγμές που μου χάρισαν τα παιδιά μου. Πήρα μια-μια με ευλάβεια και τις απόθεσα στα πόδια μου. Το φως τους πλημμύρισε την καρδιά μου και το ταξίδι ξεκίνησε …
Η είδηση ότι ήμουν έγκυος. Οι σιωπηλές συζητήσεις που είχα μαζί τους όταν ήταν ακόμη στην κοιλιά μου. Το πρώτο σκίρτημα ζωής που ένιωσα μέσα μου. Η στιγμή που τα είδα. Ταλαιπωρημένα μα ζωντανά, υγιή, σκασμένα στο κλάμα. Τα λεπτά διαφανή χεράκια τους που τυλίγονταν γύρω από το δάχτυλό μου. Το πρώτο τους χαμόγελο, το μοναδικό αυτό χαμόγελο που ήταν μόνο για μένα. Η πρώτη τους λέξη. Τα πρώτα τους βήματα. Η αγκαλιά τους. Τα πείσματά τους. Το νυχτερινό μας παραμύθι. Η πρώτη μέρα τους στο σχολείο. Η πρώτη τους απογοήτευση.
Ήταν πολλές-πολλές οι στιγμές, όλες με το δικό τους ξεχωριστό χρώμα. Αυτές όμως που είχαν το πιο έντονο πορφυρό χρώμα ήταν οι στιγμές που τα παιδιά μου μου είπαν τις λέξεις: Σε ευχαριστώ, σ’ αγαπώ.
Ένιωσα τα δάκρυα να νοτίζουν τα μάγουλά μου. Δάκρυα συγκίνησης αλλά και δάκρυα που φέρνει η ανακάλυψη μιας αλήθειας. Ότι για έναν γονιό, ένα μεγάλο κομμάτι του χρόνου της απόλαυσης του στη ζωή είναι ο χρόνος που του χαρίζει το μεγάλωμα των παιδιών του.
Και δεν είναι κατάντια, μα ούτε και ξεπεσμός γιατί μέσα από το μεγάλωμα των παιδιών σου, σου δίνεται η ευκαιρία να γίνεις άνθρωπος. Άνθρωπος με Α κεφαλαίο. Σου δίνεται η ευκαιρία να μάθεις ενώ μαθαίνεις, να διδαχτείς ενώ διδάσκεσαι.
Σοφά λόγια που πρέπει να θυμάμαι: «Αν μπορούσα να ξαναρχίσω τη ζωή μου απ’ την αρχή, θα προσπαθούσα να κάνω περισσότερα λάθη. Θα ήμουν πιο επιπόλαιη απ’ ότι υπήρξα σ’ αυτό το ταξίδι. Θα ανέβαινα σε περισσότερα βουνά, θα κολυμπούσα σε περισσότερα ποτάμια και θα έβλεπα περισσότερα ηλιοβασιλέματα. Δεν θα προσπαθούσα να έχω τίποτε άλλο παρά μόνο στιγμές…»
Νadine Stair