Γιος του Γιώργου Γαβαλά και ανιψιός του Νικήτα Γαβαλά, ο Χρήστος Γαβαλά ακολούθησε τα βήματα τους και αν το κάνει πολύ καλά αυτό δεν οφείλεται μόνο στο DNA, αλλά και στις ακαδημαϊκές ρίζες που επέλεξε να αποκτήσει.
Απόφοιτος από το Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, το καλύτερο ίσως πανεπιστήμιο δημοσιογραφίας στο κόσμο και αδιαμφισβήτητα “ένα πανεπιστήμιο θρύλος”, τουλάχιστον για το κόσμο της δημοσιογραφίας (βλέπε Βραβεία Πούλιτζερ, το γεγονός ότι στους χώρους του γεννήθηκε το ραδιόφωνο FM και ότι ποικιλόμορφα λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα, διαμορφώθηκαν στο Columbia κατά τον εικοστό αιώνα, ενώ ιστορικές εκδόσεις όπως το “Columbia Daily Spectator”, η δεύτερη αρχαιότερη φοιτητική εφημερίδα των ΗΠΑ εκδίδεται στο Columbia), ο Χρήστος μπήκε δυναμικά στο χώρο της δημοσιογραφίας από τα πρώτα του βήματα, όχι μόνο εντός Ελλάδος, αλλά ξεκινώντας και από τη Μητρόπολη του κόσμου, τη Νέα Υόρκη.
Σε μια εποχή που όλα βιώνουν τη κρίση τους, το ίδιο και η δημοσιογραφία, το SkalaTimes, κουβεντιάζει με τον δημοσιογράφο Χρήστο Γαβαλά, ο οποίος ανάμεσα σε άλλα τονίζει: “Θαυμάζω κάθε δημοσιογράφο στην Ελλάδα ή οπουδήποτε που παλεύει με πενιχρά είναι η αλήθεια μέσα για την είδηση, σε εποχές πραγματικά δύσκολες και στις οποίες το κοινό στρέφεται σε εμάς για να μάθει την αλήθεια, όπως αυτή της πανδημίας”.
Της Γιώτας Δημητρίου
Χρήστο ποιοι δρόμοι σε οδήγησαν στις σπουδές δημοσιογραφίας;
Ήταν για μένα σχεδόν μονόδρομος λόγω της σταδιοδρομίας του πατέρα μου στον χώρο. Αλλά και των επιρροών μου από μικρή ηλικία. Διαμόρφωσα μια τάση ανάλυσης των γεγονότων και μου άρεσε να εκφράζομαι μέσα από αυτήν, ακόμα και για προσωπικά μου ζητήματα. Αλλά και η εσωτερική δικαιοσύνη που με διακατείχε ως προσωπικότητα, ήταν κάτι που έβλεπα ότι το επάγγελμα αυτό το είχε στον πυρήνα του ως προαπαιτούμενο για να το ασκήσεις σωστά. Επομένως, από τη στιγμή που δεν έγινα δικηγόρος -κάτι που η μητέρα μου μου είχε πει ότι θα μου ταίριαζε περισσότερο- προσχώρησα με ευκολία στη δημοσιογραφία.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να σε δεχθούν ως υπότροφο του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στο πρωτοποριακό πρόγραμμα The Lede στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης;
Αυτό έχει να κάνει με τις διαδικασίες επιλογής που ακολουθούν τα πανεπιστήμια της Αμερικής και οι οποίες είναι άκρως διαφανείς και αξιοκρατικές. Ήταν η δεύτερη φορά που γινόμουν δεκτός καθώς είχε προηγηθεί η θητεία μου ως μεταπτυχιακού φοιτητή δημοσιογραφίας στο NYU οπότε γνώριζα καλά το πόσο απαιτητικό και ανταγωνιστικό θα ήταν. Θυμάμαι ότι ένα από τα πρώτα πράγματα που μας είπαν στο orientation day στο Columbia ήταν ότι πρέπει να αισθανόμαστε περήφανοι που μας επέλεξαν (τους 6 συνολικά) μέσα από άνω των 100 αιτήσεων από την Ελλάδα.
Το πρόγραμμα είναι στην Ελλάδα ή έπρεπε να πας Νέα Υόρκη;
Το πρόγραμμα πραγματοποιήθηκε εξ ολοκλήρου στη Νέα Υόρκη, στο campus του Columbia. Φυσικά σε εποχές προ κορωνοϊού. Το Πανεπιστήμιο του Columbia θεωρείται ένα από τα καλύτερα της Αμερικής, η δε δημοσιογραφική του σχολή είναι “θρύλος”, όπως και το ίδιο το Πανεπιστήμιο. Είναι η «έδρα» των Βραβείων Πούλιτζερ, τα οποία απονέμονται επί ένα αιώνα και πλέον για ξεχωριστό έργο στη δημοσιογραφία, τη λογοτεχνία και τη μουσική, επιπλέον υπάρχουν 87 κάτοχοι Βραβείου Νόμπελ που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνδέονται με το
διάσημο αυτό πανεπιστήμιο.
Πώς συνδέεται το “θρυλικό” πανεπιστήμιο με το πρωτοποριακό πρόγραμμα The Lede; Να μας το εξηγήσεις λίγο;
Μίλησες για πρωτοπορία στη δημοσιογραφία αλλά και για τα θρυλικά βραβεία Πούλιτζερ. Λίγους μήνες πριν βρεθούμε στη Νέα Υόρκη, η έρευνα για τα λεγόμενα Panama Papers στην οποία συμμετείχε και η ομάδα της καθηγήτριάς μας, Τζιανλινα Σενίνι είχε λάβει βραβείο Πούλιτζερ. Πρόκειται για μια έρευνα που αφορούσε αν θυμάστε καλά σε εκτεταμένα φαινόμενα φοροδιαφυγής μέσω ενός παγκόσμιου δικτύου οff-shore εταιρειών. Όλο αυτό η καθηγήτρια Σενίνι και η ομάδα της από το Columbia το είχε πετύχει μέσω εξονυχιστικής ανάλυσης δεδομένων, ακόμα και τραπεζικών λογαριασμών. Είχα τεράστια περιέργεια να δω πως μπορούσε μια δημοσιογραφική έρευνα να διεκπεραιωθεί με αυτό τον τρόπο. Και αυτό ήταν -σε επίπεδο προγραμματιστικό- η ραχοκοκκαλιά του Lede. Ενός κύκλου μαθημάτων που βοηθάει τον δημοσιογράφο να αποκτήσει γνώσεις προγραμματισμού, ούτως ώστε να μπορέσει να
μετατρέψει «κρυμμένες» τάσεις μέσα σε μεγάλες βάσεις δεδομένων, σε απτές οπτικοποιημένες πληροφορίες που θα τις καταλάβει το ευρύ κοινό. Από τις πιο απλές έρευνες, μέχρι τις πιο σύνθετες, όπως αυτές των Panama Papers.
Έχω διαβάσει ότι έχεις εργαστεί ως δημοσιογράφος τόσο στον ΟΗΕ όσο και στο CNN
της Νέας Υόρκης. Θέλησες να μείνεις μόνιμα Νέα Υόρκη ή ήθελες να επιστρέψεις πίσω
στην Ελλάδα και γιατί;
Ναι πηγαίνοντας στη Νέα Υόρκη το 2005 είχα κατά νου ότι θα μπορούσα να μείνω και εκεί μόνιμα, καθώς μου άρεσε πολύ σαν πόλη, την είχα επισκεφθεί ήδη 7 φορές και με εξέφραζε πολύ το κλίμα ανοιχτότητας που διαπίστωνα. Αλλά καλό είναι σε τέτοιες αποφάσεις να προτάσσουμε πάντα το επαγγελματικό μας κριτήριο και όχι το προσωπικό ή το συναισθηματικό. Και καθαρά σε επίπεδο δημοσιογραφικής έρευνας και προοπτικής, οι προτάσεις που είχα την εποχή εκείνη μετά το πέρας των σπουδών μου, το 2007, ήταν καλύτερες στην Ελλάδα από ο,τι στην Αμερική. Τόσο ο ΟΗΕ όσο και το αμερικανικό CNN ήταν εξαιρετικές εμπειρίες, σε θέσεις όμως πρακτικής άσκησης.
Πόσο έχει αλλάξει τη δημοσιογραφία η ψηφιακή επανάσταση και ο κόσμος του
διαδικτύου;
Όπως όλα γύρω μας άλλαξαν, έτσι άλλαξε και η δημοσιογραφία. Ωστόσο, θα έλεγα ότι η δημοσιογραφία λόγω της φύσης της άλλαξε και πολύ νωρίτερα από ο,τι άλλοι κλάδοι.
Όταν για παράδειγμα το in.gr στην Ελλάδα γινόταν κραταιό, είχαμε ήδη αρχίσει να αντιλαμβανόμαστε ότι η είδηση καταναλώνεται με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με το
παρελθόν. Η ψηφιοποίηση δηλαδή του κλάδου έγινε νωρίς. Οι αλλαγές όμως δεν
σταματούν εδώ. Και πλέον νομίζω ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου η απλή
δημοσιογραφία ανταγωνίζεται το οτιδήποτε γύρω μας απαιτεί την προσοχή μας. Η καλή
όμως δημοσιογραφία που κάποτε ήταν το δεδομένο, τώρα είναι ζητούμενο και για να το
έχεις, θα πρέπει να το πληρώσεις και μάλιστα καλά. Και νομίζω ότι αυτό έχει αρχίσει να
το συνειδητοποιεί και ο κόσμος και οι επιχειρήσεις Τύπου.
Ποια θεωρείς ως τα μεγαλύτερα λάθη ή αρνητικά αν θες, της δημοσιογραφίας σήμερα
στην Ελλάδα; Δηλαδή τι σε ξινίζει να βλέπεις;
Με στεναχωρεί η υπερβολή και η έλλειψη υπομονής. Τα έχουμε σαν λαός, ούτως ή άλλως. Αλλά θα περίμενα ειδικά στον χώρο της δημοσιογραφίας και δη της ψηφιακής μια καλύτερη αξιολόγηση των ειδήσεων και όχι μια συνεχή ροπή προς την εύκολη δημοσίευση προς άγραν… κλικ. Όταν προκύπτει μια είδηση, ας κάνουμε λίγο κόπο παραπάνω να τη διασταυρώσουμε. Θα ένιωθα περήφανος εάν μου έλεγε κάποιος συνάδελφός μου ότι δεν δημοσιεύει κάτι, επειδή το έψαξε και έχει τις αμφιβολίές του.
Πάντα μπαίνω στη θέση του αναγνώστη και σκέφτομαι τι θα περίμενε από εμάς. Και σίγουρα δεν περιμένει την άμυαλη δημοσίευση που θα τον συντροφεύσει για τα επόμενα λεπτά αλλά στο τέλος της ημέρας του περισσότερο θόρυβο θα του έχει προκαλέσει, παρά ορθή κρίση για το τί συμβαίνει γύρω του.
Υπάρχουν συναδέλφοι τους οποίους όταν βλέπεις ή διαβάζεις λες “είναι η ντροπή της δημοσιογραφίας”; Τι σε ενοχλεί να βλέπεις να γίνεται από συναδέλφους δημοσιογράφους;
Δεν θα μιλήσω ποτέ έτσι για κανέναν συνάδελφο. Όλοι κάνουν τη δουλειά τους και ο καθένας κρίνεται για το δικό του έργο, τη δική του διαδρομή στο χώρο. Όπως είπα και πριν στεναχωριέμαι όταν συνάδελφοι με θέσεις ευθύνης δεν βοηθούν στην προαγωγή των στόχων της δημοσιογραφίας που πέρα από σωστή πληροφόρηση θα πρέπει να προάγει και την ορθή, ισορροπημένη κρίση για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Θα έλεγα ότι με ενοχλεί και όταν συνάδελφοι με εμπειρία στον χώρο δεν αγκαλιάζουν την αλλαγή, δεν επιμορφώνονται γύρω από τα νέα μέσα αλλά έχουν πάντα κάτι να πουν για αυτά αλλά και δεν βοηθούν νεότερους συναδέλφους με περισσότερες τεχνολογικές γνώσεις να προχωρήσουν. Το βλέπουν ανταγωνιστικά και δεν είναι σωστό γιατί οι δημοσιογραφικές ομάδες κερδίζουν, ποτέ ο ένας ή ο άλλος, και η σύζευξη εμπειρίας και ενθουσιασμού μπορεί να φέρει εξαιρετικά αποτελέσματα.
Τα ΜΚΔ είναι ένα άλλο είδος δημοσιογραφίας από μη δημοσιογράφους; Πόσο επηρεάσαν τα ΜΚΔ τη δημοσιογραφία;
Δεν πρόκειται για άλλο είδος δημοσιογραφίας, αλλά για μέσα που εξελίχθηκαν ταχύτατα τα τελευταία 15 χρόνια και επηρέασαν τη βαρύτητα που δίνει το κοινό στην πληροφόρηση και τη δυνατότητά του να επεξεργάζεται την πληθώρα των ερεθισμάτων στα οποία εκτίθεται. Την επηρέασαν πάρα πολύ προφανώς, από την στιγμή που το επιχειρηματικό μοντέλο στον χώρο του Τύπου τα συμπεριέλαβε και μάλιστα σε κυρίαρχο βαθμό. Η καλή δημοσιογραφία όμως δεν εξαρτάται από τα ΜΚΔ. Η καλή δημοσιογραφία θα βρίσκει πάντα τρόπο να κάνει αισθητή την παρουσία της, με ή χωρίς τη δική τους ώθηση.
Η ερευνητική δημοσιογραφία πόσο ανθίζει ή μαραίνεται σε εποχές κρίσης;
Είναι διπλά σημαντική η ερευνητική δημοσιογραφία σε εποχή κρίσης, γιατί μας φωτίζει τις πτυχές που οφείλουμε να γνωρίζουμε με τον πιο ισορροπημένο τρόπο. Αλλά είναι και εποχές που αναδεικνύουν την ανάγκη να είναι ισορροπημένη και διεισδυτική η δημοσιογραφία, προτού έρθει η κρίση. Ας μην ξεχνάμε ότι επί παραδείγματι η ελαστικότητα και οι -σε πολλές περιπτώσεις- σχεδόν πελατειακές σχέσεις με την οποία κάλυπταν οικονομικά έντυπα της Αμερικής τις δραστηριότητες της Wall Street την εποχή προτού έρθει η κρίση του 2008, δραδραμάτισε σημαντικό ρόλο ούτως ώστε αυτή όχι μόνο τελικά να έρθει αλλά και να αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στις οικονομίες των χωρών.
Ποια είναι τα δικά σου δημοσιογραφικά όνειρα;
Να δω περισσότερα newsroom να υιοθετούν πρακτικές ανάδειξης θεμάτων δημοσιογραφίας δεδομένων, την οποία θεωρώ κομβική ούτως ώστε να δημοσιεύσουμε διαφορετικές ιστορίες, πιο αντικειμενικές και βασισμένες σε στοιχεία που θα είναι πιο δύσκολο να αμφισβητηθούν. Έτσι θα μπορέσει το επάγγελμα να ανακτήσει μέρος της χαμένης του αξιοπιστίας. Προσωπικά, να έχω πάντα την ελευθερία να επικοινωνώ ενδιαφέρουσες ιστορίες αλλά και με τρόπο τέτοιο ώστε ο πολίτης να ενημερώνεται σφαιρικά και εμπεριστατωμένα, όχι μονόπλευρα και βιαστικά.
Κυπριακά ΜΜΕ παρακολουθείς;
Θυμάμαι την εποχή των capital controls στην Κύπρο αλλά και σε μεγάλα γεγονότα από την Κύπρο που μονοπώλησαν το ενδιαφέρον ακόμα και στην Ελλάδα, διάβαζα συνεχώς τα κυπριακά ΜΜΕ. Και σε πολλές περιπτώσεις, ένιωσα ότι μας βάζουν τα γυαλιά, παρατήρησα πιο ισορροπημένες δημοσιεύσεις.
Υπάρχουν κάποιοι δημοσιογράφοι (από Ελλάδα ή εξωτερικό) τους οποίους θαυμάζεις;
Ναι, τον Μπράιαν Ουίλιαμς του NBC γιατί όταν τον συνάντησα μου εξήγησε πώς έγινε ένας από τους κορυφαίους ανκορμεν της τηλεόρασης δίχως καν να έχει βγάλει το Πανεπιστήμιο, κάτι που για τα αμερικανικά δεδομένα εθεωρείτο πρωτοφανές. Και όμως αυτός ο άνθρωπος, έσπευδε ως παρουσιαστής κεντρικού δελτίου να ταξιδεύει ως την Αφρική για να βγει ζωντανά σε ρεπορτάζ για την φτώχεια. Θαυμάζω όμως και κάθε δημοσιογράφο στην Ελλάδα ή οπουδήποτε που παλεύει με πενιχρά είναι η αλήθεια μέσα για την είδηση, σε εποχές πραγματικά δύσκολες και στις οποίες το κοινό στρέφεται σε εμάς για να μάθει την αλήθεια, όπως αυτή της πανδημίας.
Τέλος, τι χρειάζεται η δημοσιογραφία σήμερα Χρήστο;
Ισορροπία στη σκέψη, καινοτομία στην εργαλειοθήκη και τόλμη στην εφαρμογή. Πολλές φορές ξεχνάμε ότι ασκούμε ένα μαγικό επάγγελμα. Είμαστε στην πηγή των γεγονότων και τα μεταδίδουμε στον κόσμο, έχουμε τεράστια ευθύνη, πολύ μικρή ανταμοιβή, αλλά ηθικά και κοινωνικά, πρέπει να νιώθουμε βασιλιάδες. Ας το αξιοποιήσουμε λοιπόν αυτό το συναίσθημα για να βγάλουμε με δυναμισμό την αλήθεια. Την αλήθεια τη δικιά μας αρχικά ενθυμούμενοι τις αξίες της δημοσιογραφίας την ώρα της δουλειάς μας, και εν συνεχεία την αλήθεια που περιμένει ο κόσμος να διαβάσει ή να ακούσει από μας.