Γράφει ο Άντρος Γ. Καραγιάννης
Δήμαρχος Δερύνειας
Περισσότερα από δέκα εκατομμύρια πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζουν σήμερα σε 286 νησιωτικά εδάφη, τα οποία καλύπτουν το 3,2% της συνολικής έκτασης της Ε.Ε. Το 95% των κατοίκων των νησιών ζουν στη Μεσόγειο Θάλασσα, στη Σικελία, στη Σαρδηνία, στην Κορσική, στις Βαλεαρίδες Νήσους, στην Κρήτη και αλλού.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η νησιωτική Ε.Ε., σύμφωνα με στοιχεία που κατατέθηκαν σε πρόσφατη γνωμοδότηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών, είναι το χαμηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης σε σύγκριση με την ηπειρωτική Ευρώπη. Το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της ανέρχεται στο 75% του μέσου όρου της
Ε.Ε.
Πέραν των οικονομικών και αναπτυξιακών προβλημάτων, τα νησιά της Μεσογείου αντιμετωπίζουν σοβαρά περιβαλλοντικά ζητήματα όπως, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι πλημμύρες, η ξηρασία, η ανεξέλεγκτη απόρριψη αποβλήτων στη θάλασσα, η έλλειψη πόσιμου νερού και γης για μόνιμη εγκατάσταση, η υπεραλίευση και η παράκτια ρύπανση γενικότερα.
Οι πιο πάνω παράγοντες έχουν καταστήσει το νησιωτικό Μεσογειακό οικοσύστημα εύθραυστο, αφού επηρεάζουν τόσο το περιβάλλον, όσο και την οικονομία και την κοινωνία των νησιών γενικότερα. Η γεωργία, η κτηνοτροφία και η αλιεία, οι οποίες αποτελούσαν τις κύριες ασχολίες των νησιωτών κατοίκων από την αρχαιότητα, έχουν αντικατασταθεί σήμερα σε
μεγάλο βαθμό από τον τομέα του τουρισμού και της κατασκευαστικής βιομηχανίας.
Οι νέοι αναπτυξιακοί κλάδοι έχουν πλήξει τις φυσικές ομορφιές, τη βιοποικιλότητα και την πολιτιστική κληρονομιά των νησιών, αναγκάζοντας τους κατοίκους είτε να τα εγκαταλείψουν και να παραχωρήσουν τη γη τους για την ανέγερση τουριστικών μονάδων ή να μετακινηθούν προς τις πυκνοκατοικημένες περιοχές. Αυτό το φαινόμενο της αστικοποίησης παρατηρείται και σε νησιά-χώρες όπως, είναι η Κύπρος και η Μάλτα.
Η έλλειψη κοινής αγροτικής πολιτικής στην Ε.Ε. για στήριξη των νησιωτικών αλλά και των απομακρυσμένων χερσαίων περιοχών φέρνει αυτές τις περιοχές σε μειονεκτική θέση, αφού στερούνται οικονομικών μέσων για ανάπτυξη και στήριξη των φυσικών τους πόρων. Τα νησιά βασίζονται κυρίως στη δική τους αγροτική παραγωγή για επιβίωση, αλλά η συνεχής οικιστική
και τουριστική ανάπτυξη οδηγεί σε απώλεια της εύφορης γης και στην κακή διαχείριση των φυσικών πόρων.
Η κλιματική αλλαγή αλλά και ο κατασκευαστικός τομέας καταστρέφουν τα ενδημικά είδη των νησιών με αποτέλεσμα να εξαφανίζεται ο φυσικός τους πλούτος. Αρκετοί Ευρωπαίοι τουρίστες προτιμούν τα νησιά για διακοπές όμως φεύγοντας αφήνουν πίσω τους απόβλητα,
καταστρέφοντας τη μοναδική πολιτιστική κληρονομιά και το φυσικό περιβάλλον της νησιωτικής Ευρώπης.
Η βασικότερη πηγή πλούτου των νησιών είναι η γη, η οποία δυστυχώς, συνεχώς περιορίζεται λόγω της ανεξέλεγκτης οικιστικής ανάπτυξης. Τα περισσότερα νησιά της Μεσογείου εξαρτώνται από τις ηπειρωτικές χώρες κυρίως για την προμήθεια και εφοδιασμό υδάτινων πόρων
και ενέργειας σε ορυκτά καύσιμα. Οι υδάτινοι πόροι όμως, συνεχώς εξαντλούνται λόγω της υπεράντλησης και της υπερεκμετάλλευσης, τη ρύπανση και την αλμυρότητα τους.
Η απόσταση των νησιών από την ηπειρωτική Ευρώπη καθιστά δύσκολη την προσβασιμότητα σ’ αυτά, αφού αυτή επιτυγχάνεται μόνο διά θαλάσσης και αέρος. Τα εμπορικά προϊόντα και η μεταφορά εμπορευμάτων είναι συνήθως δύο μέχρι τέσσερις φορές πιο ακριβά από ότι, στις ηπειρωτικές χώρες, κάτι που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής των
νησιών.
Τα νησιά της Μεσογείου χρειάζονται τη στήριξη τόσο των ηπειρωτικών περιοχών, όσο και της Ε.Ε. γενικότερα για οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, έτσι όπως αναγράφεται στο Άρθρο 174 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ε.Ε. Η προώθηση και παραχώρηση αντισταθμιστικών μέτρων και η εφαρμογή της πολιτικής γειτονίας μεταξύ των νησιών της Μεσογείου
αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την επιβίωση των νησιωτικών περιοχών.
Η ανάπτυξη μιας κοινής μεσογειακής νησιωτικής στρατηγικής, που θα καταγράφει τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι νησιωτικές περιοχές της Μεσογείου, αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη διασφάλιση του φυσικού πλούτου αλλά και την επιβίωση των κατοίκων των νησιών της Μεσογείου.