Η ψήφιση του προϋπολογισμού είναι η υπέρτατη νομοθετική πράξη. Η Βουλή ως κορυφαίος ανεξάρτητος θεσμός αυτού του κράτους έχει πληγωθεί στα μάτια και στην συνείδηση του κυπριακού λαού τα τελευταία χρόνια για λόγους πολύ καλά γνωστούς που δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν.
Στόχος και όραμα όμως είναι να αποκατασταθεί το κύρος και η αξιοπιστία του Σώματος, να αναδειχθεί η σημασία που έχει στο κράτος δικαίου και να υπενθυμίζει καθημερινά στους πολίτες ότι η Βουλή είναι θεματοφύλακας των θεμελιωδών αξιών του κράτους δικαίου.
Διανύουμε το τρίτο έτος από τη συνταγματική κατοχύρωση της οικονομικής αυτονομίας της Βουλής των Αντιπροσώπων και της σύνταξης του προϋπολογισμού του Σώματος από το ίδιο το κοινοβούλιο ως απόρροια της γενικότερης ανεξαρτησίας του ως διακριτής πολιτειακής εξουσίας. Προς αυτή την κατεύθυνση, υπολείπεται βέβαια η σύνταξη και ψήφιση του σχετικού νόμου, ο οποίος, πρέπει να πω ότι βρίσκεται ήδη σε διαδικασία εκπόνησης και σύμφωνα με σχετική συνταγματική επιταγή, θα ρυθμίζει ζητήματα εκτελέσεως του προϋπολογισμού, θα καθιδρύει εσωτερικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς και θα προβλέπει την κωδικοποίηση και λειτουργία των υπηρεσιών της Βουλής στη βάση του σχετικού Νόμου.
Το 2021 ήταν ένα δύσκολο, ομολογουμένως, έτος συνεπεία της πανδημίας που επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει όλες και όλους με διάφορους τρόπους. Η Βουλή επέδειξε ωστόσο το αναγκαίο πνεύμα προσαρμοστικότητας και ευελιξίας και κατάφερε να λειτουργήσει απρόσκοπτα και παρά τις αντιξοότητες να παράξει σημαντικό νομοθετικό έργο. Όπως γνωρίζετε, η Βουλή θα συνεχίσει τη λειτουργία της μέχρι τον Ιούλιο του 2022 στο Συνεδριακό, με την ελπίδα ότι με την έναρξη της δεύτερης συνόδου και μέχρι το αργότερο τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα έχει επιστρέψει στη βάση της. Κρίνω, όμως, σκόπιμο να αναδείξω με την ευκαιρία που μου δίνεται, την ανάγκη να προχωρήσουμε συλλογικά στα επόμενα βήματα σε σχέση με τη στέγαση της Βουλής σ’ ένα σύγχρονο και λειτουργικό κτίριο, το οποίο θα καλύπτει τις ανάγκες της νομοθετικής εξουσίας του κράτους σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και για τον σκοπό αυτό έχω ήδη αναλάβει πρωτοβουλία για επανεκτίμηση της όλης κατάστασης.
Σημαντικότατο ζήτημα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι η εύρυθμη λειτουργία των κοινοβουλευτικών επιτροπών, αλλά και της ολομέλειας του σώματος. Κατά διαστήματα, πολλές και πολλοί από εμάς έχουμε γίνει δυστυχώς μάρτυρες πρακτικών που, είτε συνιστούν απόκλιση από τις προβλεπόμενες στον Κανονισμό της Βουλής διαδικασίες είτε δε συνάδουν γενικότερα με τα κοινοβουλευτικά θέσμια, χωρίς αυτό βέβαια να επισκιάζει σε καμία περίπτωση το ομολογουμένως σημαντικότατο κοινοβουλευτικό έργο, το οποίο επιτελείται επί καθημερινής βάσεως. Δεν σκοπεύω βεβαίως τώρα να υπεισέλθω στις επιμέρους πτυχές του θέματος δεδομένου ότι τα σχετικά ζητήματα έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού και συζήτησης τόσο στη Σύσκεψη Αρχηγών όσο και σε συνάντηση με τους προέδρους των κοινοβουλευτικών επιτροπών, μετά και από γραπτές επισημάνσεις. Εύχομαι και ελπίζω, ωστόσο, ότι με τη θετική βούληση όλων για σεβασμό του συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής, καθώς και με το αναγκαίο πνεύμα συνεργασίας και συναίνεσης, το επίπεδο λειτουργίας τόσο των κοινοβουλευτικών επιτροπών όσο και της ολομέλειας θα προσλάβει τις σωστές του διαστάσεις, κατά τρόπο που το παραγόμενο νομοθετικό έργο θα αναβαθμιστεί σε όλες του τις πτυχές.
Αναφερόμενη στον Κανονισμό της Βουλής, δράττομαι της ευκαιρίας να αναδείξω την ανάγκη όπως επέλθουν σε αυτόν τροποποιήσεις που όπως διαπιστώθηκε κρίνονται αναγκαίες, ώστε η διαδικασία και η πορεία εξέτασης των σχεδίων νόμου να απλοποιηθεί και να καταστεί πιο λειτουργική και αποτελεσματική. Όπως διαφάνηκε από τη μέχρι σήμερα εμπειρία, οι δικονομικού τύπου τροποποιήσεις οι οποίες χαρακτηρίζουν τον Κανονισμό ύστερα από τελευταία τροποποίησή του το 2019, δεν παρέχουν την αναγκαία ευελιξία στις επιτροπές και στην Ολομέλεια ώστε να λειτουργούν ικανοποιητικά με ευέλικτες και απλοποιημένες διαδικασίες, χωρίς να παραγνωρίζεται η ανάγκη αναλυτικής και λεπτομερούς μελέτης και εξέτασης των νομοσχεδίων αλλά και χωρίς τις καθυστερήσεις ή την τελμάτωση του νομοθετικού έργου, στη βάση διαδικαστικών και μόνο λόγων, γεγονός που δε συνάδει με τον δικαιοπολιτικό χαρακτήρα του Σώματος.
Οφειλόμενη θεωρώ, επίσης, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μία σύντομη αναφορά στον Κώδικα Αρχών και Κανόνων Δεοντολογίας της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ο κώδικας δεοντολογίας που πρόσφατα θεσπίστηκε αποτελούσε, κατά γενική παραδοχή, μια αδήριτη αναγκαιότητα για το σώμα, αφού ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο πρέπει να λειτουργεί στη βάση της αρχής της λογοδοσίας και της διαφάνειας. Είναι, επίσης, γνωστό ότι ο εν λόγω κώδικας αποτελούσε και σύσταση της GRECO και ότι λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον Κανονισμό της Βουλής. Προς την κατεύθυνση, ακριβώς, της διασφάλισης της λειτουργικής εφαρμογής του με συνέπεια, όπως πιστεύω είναι επιδίωξη όλων μας, θεωρώ επιβεβλημένες στον εν λόγω κώδικα ορισμένες βελτιώσεις και προσαρμογές, προκειμένου να ξεπεραστούν διαδικαστικές δυσλειτουργίες, ώστε η όλη διαδικασία να μην αποβαίνει τελικά σε βάρος της ουσίας και της ομαλής – άρα αποτελεσματικής – εφαρμογής του.
Αναγκαία προβάλλει, επίσης, η μεταρρύθμιση της υφιστάμενης διαδικασίας εκλογής του/της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων και η μετάβαση από μια παρωχημένη διαδικασία, που ας μην ξεχνάμε, χρονολογείται από το 1985, σε μια σύγχρονη, δημοκρατική διαδικασία εκλογής Προέδρου του Σώματος που θα αντανακλά τις βέλτιστες πρακτικές που ισχύουν σε κοινοβούλια με ισχυρή κοινοβουλευτική παράδοση. Η σχετική μελέτη είναι ήδη έτοιμη και το θέμα θα τεθεί προς συζήτηση αρχές του 2022. Προσδοκώ ότι τόσο με την πρωτοβουλία αυτή όσο και με αρκετές άλλες νομοθετικές πρωτοβουλίες που πρέπει να ακολουθήσουν, θα ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους δημοκρατικούς πολιτειακούς μας θεσμούς και θα συμβάλουμε στη βελτίωση της εικόνας του κοινοβουλίου.
Άλλωστε, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί τον φορέα της δημοκρατικής βούλησης των Κυπρίων πολιτών και σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αφουγκράζεται τη φωνή τους σε διαρκή βάση. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και με στόχο τη γεφύρωση της όποιας απόστασης μεταξύ των πολιτών και του κατ΄ εξοχήν δημοκρατικού οργάνου που τους εκπροσωπεί, έχει προβλεφθεί στον προϋπολογισμό για το επόμενο έτος η ίδρυση ενός νέου θεσμού, του Ιδρύματος Κοινοβουλευτισμού και Συμμετοχικής Δημοκρατίας που προβλέπεται ότι θα λειτουργεί με έδρα το κτίριο που φέρει την επωνυμία «Σπίτι του Πολίτη». Η πρωτοβουλία αυτή συνίσταται στη δημιουργία ενός θεσμικού φορέα ουσιαστικής επικοινωνίας με τους πολίτες, αφού μέσα από τις κοινές δράσεις και έρευνες που θα αναπτύσσονται με επίκεντρο τους ιδίους, θα παρέχεται η δυνατότητα να ενισχύεται περαιτέρω ο δημοκρατικός διάλογος και να καλλιεργείται η συνείδηση του ενεργού πολίτη. Αποτελεί ειλικρινή μου πεποίθηση ότι η ουσιαστική εκπροσώπηση των πολιτών, ειδικότερα της νέας γενιάς, περνά απαραίτητα μέσα από την εξοικείωσή τους με τα δημοκρατικά και κοινοβουλευτικά θέσμια, αλλά και του εκ μέρους μας επιδεικνυόμενου σεβασμού προς τις θέσεις τους κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Είναι για αυτό τον λόγο που ενισχυτικά της έγκυρης και άμεσης ενημέρωσης των πολιτών και των λειτουργών των ΜΜΕ θα λειτουργήσει το Γραφείο Τύπου στη Βουλή, αρχικά μέσα από την καθημερινή έκδοση δελτίων Τύπου από τους γραμματείς των κοινοβουλευτικών επιτροπών με τα οποία θα γίνεται ενημέρωση για τις εργασίες των επιτροπών κατά τα πρότυπα ευρωπαϊκών κοινοβουλίων.
Στον ίδιο παρονομαστή της ανάγκης αναβάθμισης της παρουσίας της Βουλής στο σύγχρονο περιβάλλον είναι και η ενδυνάμωση της παρουσίας του κοινοβουλίου μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και της αποτελεσματικής συμμετοχής του στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Θέτουμε έτσι ως στόχο την ενίσχυση της ουσιαστικής αυτής πτυχής, παρά το γεγονός ότι η Βουλή μας, ως μικρό συγκριτικά κοινοβούλιο με άλλα της ΕΕ διαθέτει περιορισμένους πόρους, γεγονός που, αντικειμενικά, διαφοροποιεί τις δυνατότητες. Ωστόσο, στο μέτρο των δικών της δυνατοτήτων, η Βουλή των Αντιπροσώπων οφείλει να αξιοποιήσει κάθε δυνατό περιθώριο προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής και αποτελεσματικής συμμετοχής στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Απαραίτητο συστατικό στοιχείο προκειμένου να ασκηθεί αποτελεσματικά αυτός ο ρόλος, είναι βεβαίως και η ενημέρωση της Βουλής εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας, ειδικότερα σε σχέση με τα σημαντικότερα θέματα που συζητούνται στο επίπεδο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και τηρουμένου βέβαια πάντοτε του συνταγματικού πλαισίου σε σχέση με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Έχει ήδη δρομολογηθεί και αρχίσει, κατόπιν σχετικής συνεννόησης και διαβεβαίωσης, η ενημέρωση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων για τα θέματα αυτά από τα αρμόδια υπουργεία, ώστε σε συνδυασμό με τα σημαντικότερα θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής ή τις κυριότερες νομοθετικές πρωτοβουλίες να καλύπτεται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων.
Εξίσου σημαντική, αν όχι σημαντικότερη, κρίνεται και η ανάγκη ενίσχυσης του συντονισμού και της συνεργασίας της Βουλής των Αντιπροσώπων με τους Κύπριους Ευρωβουλευτές αναφορικά με τα σημαντικότερα θέματα που συζητούνται στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ώστε η Βουλή αφενός να ενημερώνεται πιο άμεσα και αφετέρου, αν το κρίνει σκόπιμο, να παρεμβαίνει στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης.
Γίνεται με αυτό τον τρόπο εύκολα αντιληπτό, κυρίες και κύριες συνάδελφοι, ότι η ουσιαστική συμμετοχή της Βουλής των Αντιπροσώπων στα ευρωπαϊκά δρώμενα δεν αποτελεί αποκλειστικά και μόνο ζήτημα ενδυνάμωσης του κύρους της, αλλά πρωτίστως ζήτημα ουσίας.
Σημαντικότατη, επίσης, είναι η παράμετρος της κοινοβουλευτικής διπλωματίας και οι διπλωματικού τύπου σχέσεις με άλλα κοινοβούλια, στο πλαίσιο της διεθνούς παρουσίας της Βουλής σε διακοινοβουλευτικούς οργανισμούς. Στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω ιδιαίτερα τις επαφές της Βουλής με τα κοινοβούλια τόσο γειτονικών μας κρατών όσο και με τα κοινοβούλια κρατών της ευρύτερης περιοχής, αφού μέσα από την ισχυροποίηση των δεσμών μας είτε σε διμερές, είτε σε τριμερές είτε και σε πολυμερές διακοινοβουλευτικό επίπεδο, θα αναδείξουμε ακόμη περισσότερο τ ρόλο που μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει η Βουλή στις προσπάθειες που καταβάλλει η Κυπριακή Δημοκρατία για την ενίσχυση της ασφάλειας, της ειρήνης και της ευημερίας στην περιοχή.
Θα ήθελα, επίσης, σύντομα, να αναφερθώ στην προσπάθεια για την τεχνολογική και ψηφιακή αναβάθμιση της Βουλής. Προχωρούμε ειδικότερα σε μία σειρά ενεργειών, όπως, μεταξύ άλλων, η ουσιαστική αναβάθμιση της ιστοσελίδας μας, ως προς την πτυχή της διαδραστικής σχέσης και επικοινωνίας των πολιτών με τη Βουλή, καθώς επίσης τον εμπλουτισμό με σύγχρονα εργαλεία εργασίας, όπως η εισαγωγή του “Active Directory”, που θα εκσυγχρονίσει τον τρόπο εργασίας τόσο εντός της Βουλής όσο και εξ αποστάσεως. Χρειαζόμαστε την αμεσότερη και ουσιαστικότερη εμπλοκή από και προς τους πολίτες.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία μου θα ήταν παράλειψή μου να μην αναφερθώ σε πάγιους στόχους πολιτικής που προσωπικά και θεσμικά έχουμε ιεραρχήσει σε υψηλή προτεραιότητα και που με συλλογικότητα πρέπει να προωθήσουμε και να συμβάλουμε με όλες μας τις δυνάμεις. Και τέτοιοι στόχοι δεν είναι άλλοι από την προώθηση νομοθεσιών για πάταξη της έμφυλης βίας, την επίτευξη πραγματικής ισότητας γυναικών και ανδρών σε όλους τους τομείς, προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως και των δικαιωμάτων όλων εκείνων των συμπολιτών μας που υποφέρουν από τον κοινωνικό αποκλεισμό, καθώς και νομοθεσιών για πάταξη της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα.
Ειλικρινά, εύχομαι και ελπίζω, ότι οι πρωτοβουλίες και οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που απαραίτητα χρειάζεται να μετουσιωθούν σε πράξη, θα τύχουν αποδοχής από τα μέλη του σώματος, προκειμένου να εργαστούμε μαζί, για να ενισχύσουμε τον ρόλο, το κύρος και την αυτονομία της Βουλής των Αντιπροσώπων ως ενός σύγχρονου συμμετοχικού κοινοβουλίου, το οποίο αναπτύσσει δράσεις στη βάση δημοκρατικών και δεοντολογικά ορθών προτύπων, αλλά πάνω απ’ όλα ενός κοινοβουλίου που σέβεται τον άνθρωπο και την αξία του, τον πολίτη αυτού του τόπου και το οποίο με όλες του τις δυνάμεις θα συμβάλλει καθημερινά μέσα από το έργο του στην ανάκτηση της χαμένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τον θεσμό. Και χρειάζεται με σύμπνοια, συγκερασμό απόψεων και αποφασιστικότητα να αλλάξουμε την εικόνα μας, την εικόνα του θεσμού που υπηρετούμε.
Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά όλες τις συναδέλφισσες και όλους τους συναδέλφους για την συνεργασία, ιδιαίτερα την Πρόεδρο και τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού για το ομολογουμένως επίπονο έργο που έχουν επιτελέσει κατά την περίοδο εξέτασης του φετινού προϋπολογισμού, καθώς επίσης τους λειτουργούς της Γραμματείας της επιτροπής, το προσωπικό της Βουλής για την πολύτιμη και πολύπλευρη στήριξή του αλλά και τη δική μου πολύτιμη ομάδα.
Εύχομαι από καρδιάς Καλά Χριστούγεννα, Καλές Γιορτές σε όλες και όλους με την ελπίδα και τον διαρκή και διακαή πόθο ότι θα επέλθει επιτέλους δικαίωση και ευημερία στην πατρίδα μας, ότι θα εγκαθιδρυθεί ειρήνη, επανένωση, ασφάλεια και ευημερία.
Γιατί υπάρχει όραμα για αυτό τον τόπο και δεν θα σταματήσουμε στιγμή να εργαζόμαστε για αυτό με ενότητα, ρεαλισμό και αποφασιστικότητα και ένα τέτοιο μεγάλο όραμα δεν θα χωρούσε και δεν χωράει ποτέ σε μοιρασμένη πατρίδα.
Ευχαριστώ.