Άρθρο του Άντρου Γ. Καραγιάννη, Δημάρχου Δερύνειας
Σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι διακρίσεις λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής απαγορεύονται. Δυστυχώς, τέτοιου είδους διακρίσεις και δομικός ρατσισμός συνεχίζουν να υφίστανται σε αρκετές κοινωνίες κυρίως στην εκπαίδευση, στον χώρο εργασίας, στις δημόσιες υπηρεσίες και στο προσφυγικό / μεταναστευτικό ζήτημα.
Το θέμα του ρατσισμού και των διακρίσεων απασχόλησε τα μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών (ΕΕτΠ) αρκετές φορές, αφού η ισότητα συνιστά μια από τις θεμελιώδεις αξίες της Ε.Ε. Σε αρκετές τοπικές αρχές της Ε.Ε. εθνοτικές μειονότητες, πρόσφυγες και μετανάστες αντιμετωπίζουν σοβαρές παρενοχλήσεις και διακρίσεις παρά την ισχύουσα νομοθεσία της Ε.Ε. για την καταπολέμηση της οποιασδήποτε μορφής ρατσισμού.
Οι διακρίσεις λόγω εθνοτικής καταγωγής, χρώματος του δέρματος, θρησκείας, φύλου ή / και σεξουαλικού προσανατολισμού είναι αρκετά διαδεδομένες σε χώρες μέλη της Ε.Ε. αφού ο ρατσισμός διαδίδεται σήμερα πιο εύκολα λόγω της ψηφιακής εξέλιξης και της επίδρασης μερίδας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης στον άνθρωπο. Οι ψευδείς ειδήσεις, η ρητορική μίσους και ο ρατσισμός, εύκολα μπορούν να διαδοθούν μέσω του ψηφιακού χώρου αλλά και από στόμα σε στόμα.
Δεν είναι λίγες οι φορές που άτομα με αναπηρία, ηλικιωμένοι, πρόσφυγες / μετανάστες, άτομα από ευάλωτες ομάδες πληθυσμού ή ΛΟΑΤΚΙ άτομα, έζησαν την άσχημη εμπειρία του ρατσισμού και της ταπείνωσης, μέσω βρισιών και χλευαστικών σχολίων.
Σε μια σύγχρονη κοινωνία οι πολίτες θα πρέπει να είναι ώριμοι και έτοιμοι να αποδεχτούν τη διαφορετικότητα και να κατανοούν ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίδιοι. Κάποιοι μπορεί να γεννήθηκαν με αναπηρία, άλλοι να εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους ή να άλλαξαν φύλο ή τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό.
Οι ανοικτές κοινωνίες είναι αυτές που προωθεί η Ε.Ε. και ως ευρωπαίοι πολίτες καλούμαστε να σεβόμαστε τον συνάνθρωπο μας χωρίς διακρίσεις. Στην Ε.Ε., 90 εκατομμύρια περίπου άτομα έχουν μια μορφή αναπηρίας, αντιμετωπίζοντας έτσι πέραν του ρατσισμού, δυσκολίες στην προσβασιμότητα και στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Αρκετά ΑμεΑ εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στην υγειονομική περίθαλψη, στην εκπαίδευση, στην απασχόληση, στην ψυχαγωγία και στη συμμετοχή τους στα πολιτικά δρώμενα.
Σύμφωνα με στοιχεία που κατατέθηκαν στην ΕΕτΠ, 28,4% των ΑμεΑ αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, σε σύγκριση με το 18,4% ατόμων χωρίς οποιαδήποτε αναπηρία. Με βάση στοιχεία του 2019, πάνω από το 50% των ΑμεΑ ανέφεραν ότι υπέστησαν διακρίσεις. Η υγειονομική και οικονομική κρίση έχουν πλήξει τα ΑμεΑ περισσότερο και κυρίως αυτά που ζουν σε ιδρύματα, οίκους ευγηρίας και καθημερινής φροντίδας, αφού ήταν πιο ευάλωτα στη μόλυνση από την πανδημία του κορωνοϊού.
Στην ίδια κατηγορία των ατόμων – θυμάτων ρατσιστικών και φραστικών επιθέσεων, διακρίσεων και κοινωνικού αποκλεισμού, θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι γυναίκες, τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι, οι άστεγοι, πρόσφυγες / μετανάστες και άλλες εθνοτικές μειονότητες, οι οποίοι χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και φροντίδας.
Η προστασία των πολιτών, οι οποίοι βιώνουν την κοινωνική διάκριση και περιθωριοποίηση αποτελεί ύψιστη στρατηγική της Ε.Ε. αλλά και καθήκον των τοπικών αρχών και κρατών-μελών. Τόσο τα ΑμεΑ, όσο και τα άτομα από τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους υπόλοιπους συνανθρώπους τους. Ο σεβασμός της διαφορετικότητας και η ανεκτικότητα καλλιεργούνται και εμπεδώνονται στις σύγχρονες κοινωνίες με στοχευμένα εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά μέτρα και δράσεις τόσο στο σπίτι, όσο και στους χώρους εκπαίδευσης και εργασίας μακριά από διακρίσεις, ρατσισμό και ξενοφοβία.