Γράφει ο Άντρος Γ. Καραγιάννης
Δήμαρχος Δερύνειας
Η Πολωνία φημίζεται για τα 23 εθνικά της πάρκα, τα οποία αξιοποιούν οι τοπικές αρχές για προώθηση της υγιούς ενασχόλησης, της άθλησης αλλά και του τουρισμού. Ένα από αυτά τα πάρκα είναι το Εθνικό Πάρκο Καμπίνος, το οποίο βρίσκεται λίγο έξω από την πρωτεύουσα Βαρσοβία και αποτελεί ένα φυσικό πλούτο συνύπαρξης της πλούσιας χλωρίδας και πανίδας και υδροβιότοπων.
Δεκατρία μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών επιλέχθηκαν για να συμμετάσχουν πρόσφατα σε εκπαιδευτική επίσκεψη στην καρδιά της Μαζοβιανής περιοχής στο Εθνικό Πάρκο Καμπίνος, το οποίο δημιουργήθηκε το 1959, καλύπτει έκταση 385 τετραγωνικών χιλιομέτρων και συγκαταλέγεται στον κατάλογο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Το δάσος αποτελεί καταφύγιο 1.400 φυτών και 16.500 ζώων, όπως προστατευόμενες ορχιδέες, κρίνα, πεύκα, ελάφια, γερανοί, αγριόχοιροι, ενώ η αμερικάνικη έλαφος είναι το έμβλημα του Πάρκου.
Το Εθνικό Πάρκο Καμπίνος αποτελεί επίσης πόλο έλξης για τους κατοίκους της Βαρσοβίας, αφού φιλοξενεί κάθε χρόνο 1εκ. τουρίστες, οι οποίοι απολαμβάνουν πεζοπορία, ποδηλασία, ιππασία και σκι δίπλα από τις ελώδεις περιοχές του ποταμού Βιστούλα, ακούγοντας το θρόισμα των φύλλων των δρυών, το κελαήδημα των γερανών, των τσαλαπετεινών και των αετών, όπως και τα ουρλιαχτά των λύκων και των αλεπούδων.
Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει το δάσος είναι οι ανεμοστρόβιλοι, οι πυρκαγιές και λιγότερο η ανθρώπινη παρέμβαση, αφού οι επισκέπτες σέβονται και τηρούν πιστά τους κανονισμούς που καθορίζονται από τις τοπικές αρχές. Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα των τοπικών αρχών, όσον αφορά την προστασία του δάσους είναι ότι τα νεκρά ή κατεστραμμένα από την κακοκαιρία και τα ακραία καιρικά φαινόμενα δέντρα, δεν απομακρύνονται, αλλά παραμένουν στο έδαφος, δίνοντας έτσι ζωή σε μικροοργανισμούς.
Τα παιδιά της περιοχής αποτελούν τους πιο συχνούς επισκέπτες του Πάρκου, όπου σε ειδικά διαρρυθμισμένους χώρους ενημερώνονται για τη δημιουργία κήπων στα σπίτια, την ανακύκλωση, την κομποστοποίηση και την προστασία του νερού, το οποίο αποτελεί πηγή ζωής για το δάσος.
Η ανθρώπινη παρουσία στο δάσος έφερε την οικιστική ανάπτυξη κατά τη δεκαετία του 1970, καταστρέφοντας τη γεωργική και αγροτική γη. Με τη συμβολή των δασοφυλάκων και των τοπικών αρχών έχει δημιουργηθεί μια «νεκρή ζωή», η οποία διαχωρίζει το δάσος από την οικιστική περιοχή, στην οποία διαμένουν 2.000 κάτοικοι. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των τοπικών αρχών είναι η μόλυνση των υπόγειων υδάτων από τα απόβλητα και η άρνηση των ιδιοκτητών γης να δεχτούν ανταλλαγή του τεμαχίου τους ή να στεγαστούν σε άλλη περιοχή εκτός του Εθνικού Πάρκου.
Το ενδιαφέρον των τοπικών αρχών αλλά και η συμμετοχή και η προσφορά των πολιτών αποτελούν εγγύηση για τη διάσωση και προστασία του Πάρκου, αφού έτσι καταφέρνουν να σώσουν τη χλωρίδα και την πανίδα αυτού του πανέμορφου πνεύμονα πρασίνου της περιοχής τους. Η τοπική κοινωνία επωφελείται οικονομικά από τους επισκέπτες, οι οποίοι προμηθεύονται τοπικά προϊόντα που προέρχονται από τον φυσικό πλούτο του δάσους, όπως φράουλες, μούρα, μέλι, μανιτάρια, βότανα κ.ά.
Τα οφέλη από τον αγροτουρισμό και τον περιβαλλοντικό τουρισμό είναι πολλαπλά, αφού αποτελούν νέες μορφές τουρισμού που αναπτύσσονται με τεράστια επιτυχία εντός του Εθνικού Πάρκου, επιφέροντας επίσης σημαντικό οικονομικό όφελος στην τοπική κοινωνία.
Τοπικές αρχές, πολίτες, εθελοντές, επισκέπτες και παραγωγοί συμφωνούν ότι το δάσος αποτελεί φυσικό πλούτο και προσφέρει ζωή σε ανθρώπους, ζώα και μικροοργανισμούς και γι’ αυτό θα πρέπει να προστατευτεί. Ενδεικτική είναι η απάντηση μιας δημάρχου σε ερώτηση, κατά πόσο έχει δεχτεί πολιτικό πλήγμα από τη στάση της να διατηρεί μέρος του δάσους απροσπέλαστο και να απαγορεύει την περαιτέρω οικιστική ανάπτυξη. «Με αυτές τις θέσεις εκλέγηκα και με αυτές θα παραμείνω στο αξίωμα μου», κατέληξε, στέλνοντας έτσι μηνύματα με πολλούς αποδέκτες.