Σωρεία αλλαγών στον νόμο περί πρόληψης και καταπολέμησης της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων επέρχονται με νομοσχέδιο, ώστε να προστατευθούν τα θύματα και να καλυφθούν τα κενά που παρατηρήθηκαν μετά την αποφυλάκιση των παιδεραστών.
Με το νομοσχέδιο ενισχύονται οι εξουσίες των δικαστηρίων αλλά και της Αρχής Εποπτείας, ενώ εισάγεται ο θεσμός του επιτηρητή που θα παρακολουθεί στενά όσους αποφυλακίζονται. Παράλληλα δίδονται τα απαραίτητα εργαλεία στην Επιτροπή Εποπτείας ώστε να μπορεί να ελέγχει στενά τους αποφυλακισθέντες παιδεραστές, επιβάλλοντας τους περιορισμούς.
Εννέα χρόνια μετά από την ψήφιση του νόμου περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας, η κυβέρνηση επεξεργάζεται νομοσχέδιο για την τροποποίηση του για να εισάγει σημαντικές πρόνοιες που θα καλύπτουν τις απαιτήσεις και τα κενά στα αδικήματα και στις διαδικασίες, με γνώμονα πάντοτε την προστασία και το συμφέρον των παιδιών – θυμάτων αλλά και για πρόληψη και προστασία άλλων πιθανών θυμάτων.
Η Αρχή Εποπτείας Καταδικασθέντων είναι αρμόδια για την επιτήρηση προσώπων μετά την αποφυλάκιση τους, ύστερα από σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου, με κύριο στόχο την προστασία των θυμάτων αλλά και άλλων παιδιών από πιθανή επανάληψη παρόμοιου αδικήματος. Στο νομοσχέδιο περιλήφθηκαν οι θέσεις άλλων υπηρεσιών όπως η Αστυνομία και οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας που έχουν πολύ σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή του.
Η επεξεργασία του νομοσχεδίου έγινε σε συνεννόηση με το αρμόδιο Υπουργείο και Υφυπουργείο, από τις δύο συντάκτριες του αρχικού κειμένου του νόμου, την Επίτροπο Νομοθεσίας Λουΐζα Χριστοδουλίδου Ζαννέτου και την πρόεδρο του Συμβουλίου «ΦΩΝΗ» Αναστασία Παπαδοπούλου. Όπως ανάφεραν στον «Φ», μετά από εννέα χρόνια από το αρχικό νομοσχέδιο, ήρθε η κατάλληλη στιγμή για αναθεώρηση του ώστε να καλυφθούν τα κενά που έχουν παρατηρηθεί και να προστατευθούν τα θύματα.
Το Συμβούλιο «ΦΩΝΗ» είναι το αρμόδιο όργανο που επιβλέπει το πρόβλημα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και προβαίνει σε εισηγήσεις. Η φωνή των παιδιών ενισχύεται μέσω του νομοσχεδίου αυτού. Το νομοσχέδιο εισάγει την έννοια του «επιτηρητή», ο οποίος θα είναι το πρόσωπο που θα διορίζεται από τον υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, κατόπιν εισήγησης της Αρχής Εποπτείας, με σκοπό την άσκηση εποπτείας σε καταδικασθέντα για παιδεραστία.
Οι επιτηρητές:
(α) Παρακολουθούν την τήρηση των μέτρων εποπτείας που επιβάλλει η Αρχή Εποπτείας ή/και το Δικαστήριο,
(β) συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες,
(γ) ενημερώνουν την Αρχή Εποπτείας μέσω έκθεσης σε τακτά διαστήματα, σχετικά με την τήρηση των μέτρων και την τυχόν επικινδυνότητα του εποπτευόμενου,
(δ) συμμετέχουν στην πολυθεματική ομάδα,
(ε) συμμετέχουν στο σχεδιασμό/ επανασχεδιασμό προγραμμάτων ατομικής παρακολούθησης εποπτευομένων.
Παράλληλα, με το νομοσχέδιο εισάγεται ο όρος «Οικογενειακός Σύμβουλος» που πρόκειται για κατάλληλο πρόσωπο που θα διορίζεται από τον υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας, ο οποίος θα μπορεί να συνοδεύει το παιδί και/ή να δίνει συγκατάθεση για τις ακόλουθες ενέργειες, σε περίπτωση που κρίνεται προς το συμφέρον του παιδιού αλλά οι γονείς δεν συγκατατίθενται:
(α) Λήψη οπτικογραφημένης κατάθεσης,
(β) διενέργεια ιατρικών εξετάσεων, περιλαμβανομένης ιατροδικαστικής εξέτασης,
(γ) ψυχολογική αξιολόγηση ή/και ψυχιατρική εξέταση,
(δ) λήψη μέτρων προστασίας του παιδιού σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή/και άλλες εμπλεκόμενες υπηρεσίες,
(ε) άλλη ενέργεια που κρίνεται επείγουσα ή/και σημαντική για την διασφάλιση του συμφέροντος του παιδιού.
Επίσης, με το νόμο προστίθεται νέο αδίκημα μετά από σχετική εισήγηση της Αστυνομίας, που αφορά την παρακίνηση ή προτροπή παιδιού στο να καταγγείλει ψευδώς σεξουαλική κακοποίηση του σε σχέση με τα αδικήματα που προβλέπονται στο νόμο και προβλέπεται σε περίπτωση καταδίκης του, ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα 15 έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €20.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
Με το νόμο, η αναφορά θύματος σε οποιοδήποτε αστυνομικό, λειτουργό κοινωνικών υπηρεσιών, ψυχολόγο, ψυχίατρο ή γιατρό άλλης ειδικότητας που εξετάζει το θύμα, εκπαιδευτικό, μέλος μη κυβερνητικού οργανισμού που παρέχει συνδρομή και στήριξη σε θύματα ή μέλος του στενού περιβάλλοντος του θύματος εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την διάπραξη του, ότι καταγγελία στην οποία προέβηκε για διάπραξη αδικημάτων του Νόμου είναι ψευδής, αποτελεί ικανή μαρτυρία.
Επίσης προστίθεται νέο άρθρο προβλέποντας ότι διερεύνηση ή η άσκηση ποινικής δίωξης για τα αδικήματα που αναφέρονται στον Νόμο δεν εξαρτώνται από την υποβολή καταγγελίας από το θύμα ή τον εκπρόσωπο του και η ποινική διαδικασία μπορεί να συνεχιστεί ακόμα και εάν ένα παιδί – θύμα αποσύρει την καταγγελία του και ότι η ποινική δίωξη μπορεί να ασκείται οποτεδήποτε και μετά την ενηλικίωση του θύματος.
Μέχρι και κλείσιμο υποστατικών παιδεραστών
Ενισχύονται οι εξουσίες του Δικαστηρίου και της Αρχής Εποπτείας με στόχο το συμφέρον του παιδιού.
Το Δικαστήριο θα μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να διατάσσει:
(α) Την επιβολή δικαστικής εποπτείας σε κατηγορούμενο για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικης ή την παραπομπή του στην Αρχή Εποπτείας για χρονικό διάστημα που θα καθορίσει.
(β) Την προσωρινή ή τη μόνιμη απαγόρευση άσκησης καθορισμένης εμπορικής δραστηριότητας ή παροχή υπηρεσιών είτε απ’ ευθείας είτε μέσω τρίτου.
(γ) Τον αποκλεισμό από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.
(δ) Τη διάλυση του νομικού προσώπου.
(ε) Το προσωρινό ή το μόνιμο κλείσιμο των υποστατικών ή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος.
(στ) Την απαγόρευση εργοδότησης του καταδικασθέντος σε χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά ή το θύμα.
(ζ) Τον τερματισμό απασχόλησης του καταδικασθέντος σε χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά ή το θύμα.
(η) Την απαγόρευση στον κατηγορούμενο ή τον καταδικασθέντα εισόδου ή και παραμονής ή και διαμονής ή και επίσκεψης ή να πλησιάζει σε απόσταση μέχρι 500 μέτρων στο χώρο διαμονής του θύματος ή σχολείων ή κατασκηνώσεις παιδιών.
(θ) Την απαγόρευση του κατηγορούμενου ή του καταδικασθέντος να έρχεται σε επαφή ή επικοινωνία με το θύμα, άμεσα ή έμμεσα, είτε με την οικογένεια του θύματος είτε με οποιοδήποτε παιδί, με οποιοδήποτε τρόπο, μέθοδο ή μέσο, περιλαμβανομένων της τηλεφωνικής επικοινωνίας, αλληλογραφίας, ή οποιασδήποτε μορφής ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
Σε περίπτωση δε τυχαίας επαφής με κάποιο ή κάποια από τα πιο πάνω πρόσωπα, υποχρεούται να απομακρυνθεί αμέσως και να ενημερώσει σχετικά την Αστυνομία ή την Αρχή Εποπτείας ή τον επιτηρητή του.
(ι) Την κατάσχεση και τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον Νόμο.
(κ) Την ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής παρακολούθησης και προειδοποίησης κ.ά.
Η Αρχή Εποπτείας θα μπορεί να επιβάλει σε πρόσωπο που παραπέμφθηκε σε αυτή, την παρουσίασή του σε αστυνομικό σταθμό, σε συγκεκριμένες μέρες και ώρες που καθορίζει, την παρακολούθηση θεραπευτικού προγράμματος με τη συγκατάθεση του και την υποχρέωση να ενημερώνει τις Αρχές για αλλαγή διεύθυνσης, ή αναχώρησης στο εξωτερικό.
Το νομοσχέδιο θα αποσταλεί στην υφυπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας που θα αναλάβει την διαβούλευση του και την περαιτέρω προώθηση του.
Πηγή: “Φ”