H μόνη χώρα στην Ευρώπη που έδειξε ανθεκτικότητα στις πωλήσεις ακινήτων ήταν η Κύπρος, καθώς οι συναλλαγές στον τομέα συνέχισαν να αυξάνονται το 2023, παρά την αβεβαιότητα και τον ψηλό πληθωρισμό, ενώ αντίθετα σε άλλες χώρες καταγράφηκε ουσιαστική μείωση των πωλήσεων.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB), σε έκθεσή του που τιτλοφορείται «Follow-up report on vulnerabilities in the residential real estate sectors of the EEA countries», αναφορικά με τους κινδύνους στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνδέονται με τη στεγαστική πίστη, σημειώνει ότι «σχεδόν σε όλες τις χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τις συναλλαγές κατοικιών, ο αριθμός των πωλήσεων μειώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2023 σε ετήσια βάση (Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Ισπανία), και μάλιστα σημαντικά στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Η μόνη εξαίρεση ήταν η Κύπρος, όπου οι συναλλαγές στέγασης συνέχισαν να αυξάνονται. Ομοίως, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ σημειώθηκε σημαντική μείωση του όγκου των νέων στεγαστικών δανείων.
Σε ορισμένες χώρες, όπου ο όγκος των νέων στεγαστικών δανείων μειώθηκε σημαντικά το 2022, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης κατέγραψε ανάκαμψη το 2023, λόγω του ότι η σύγκριση έγινε από χαμηλή βάση».
Το ESRB θεωρεί ότι ανάπτυξη της στεγαστικής πίστης συνεχίστηκε στην Κύπρο, παρόλο που οι ρυθμοί ανάπτυξης επιβραδύνονται σε τριμηνιαίους όρους από τον Φεβρουάριο του 2023 και αυτό φαίνεται να σχετίζεται εν μέρει με την πολιτική εταιρειών να μεταφέρουν την έδρα τους στην Κύπρο και αυτό αυξάνει τη ζήτηση για στέγαση.
Η τελευταία ανάλυση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου διαφέρει από την προηγούμενη που έγινε το 2021, όταν η Κύπρος προσδιορίστηκε ότι είχε τρωτά σημεία, κυρίως επειδή ο λόγος του χρέους των νοικοκυριών προς το ΑΕΠ ήταν ένας από τους υψηλότερους στην ΕΕ και αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Κύπρος να θεωρείται υψηλού κινδύνου όσον αφορά τους δείκτες εξυπηρέτησης του χρέους.
Aναφέρεται στην έκθεση ότι ο αντίκτυπος των επιτοκίων είναι ακόμη πιο έντονος λόγω του πολύ υψηλού ποσοστού των δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια. Σημειώνεται ότι το χρέος των νοικοκυριών παραμένει υψηλό, αλλά μειώθηκε κάπως από τα μέσα του 2021.
«Σύμφωνα με την έρευνα τραπεζικών δανείων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η ζήτηση δανείων από τα νοικοκυριά μειώθηκε τα τελευταία τρίμηνα λόγω των υψηλότερων επιτοκίων, της χαμηλότερης καταναλωτικής εμπιστοσύνης και της επιδείνωσης των προοπτικών για τη στεγαστική αγορά», αναφέρει η έκθεση.
Συμπεριφορά δανειοληπτών
Tο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου επισημαίνει επιπλέον στην έκθεσή του ότι η χρήση των στεγαστικών δανείων σταθερού επιτοκίου αντί των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο άλλαξε σε ορισμένες χώρες, ως απάντηση στην αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής.
Αρκετές χώρες κατέγραψαν σημαντική αύξηση στο ποσοστό των νέων δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια ή βραχυπρόθεσμα σταθερά επιτόκια (έως και ενός έτους) τον Σεπτέμβριο του 2022 σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο του 2021 (Ιταλία, Σουηδία και Δανία). Πιο πρόσφατα, ορισμένες χώρες σημείωσαν σημαντική μείωση κατά 10-30 ποσοστιαίες μονάδες στο ποσοστό των νέων δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο (Κύπρος, Ελλάδα, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Πολωνία και Πορτογαλία).
Ο λόγος πίσω από αυτές τις αλλαγές μπορεί να είναι οι προσδοκίες των νοικοκυριών σχετικά με τα μελλοντικά επιτόκια ή τα νέα προϊόντα που διατίθενται στους δανειολήπτες κυρίως για αναχρηματοδοτήσεις δανείων.
Πηγή: Φιλελεύθερος