Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάζει απ’ ευθείας εφέσεις κατά αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου που καταχωρίσθηκαν πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2018 και το Εφετείο (δευτεροβάθμιο δικαστήριο) έχει δικαιοδοσία να εκδικάζει εφέσεις που καταχωρίσθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2019 και μεταγενέστερα, με δικαίωμα αυτές, σε περίπτωση συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, να μπορούν να εκδικαστούν και να αποφασιστούν τελεσίδικα από τριτοβάθμιο δικαστήριο, ήτοι το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο.
Αυτή αποτελεί την ομόφωνη απόφαση της πλήρους ολομέλειας του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2024, η οποία, στο πλαίσιο εκδίκασης έφεσης, εξέτασε και έκρινε ως συνταγματική τη μεταβατική νομοθετική διάταξη που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων, με την οποία δίδεται διευρυμένη, για μεταβατική περίοδο, δικαιοδοσία στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο να εκδικάζει εφέσεις κατά αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου.
Όπως το Δικαστήριο σημειώνει, η ψήφιση της σχετικής διάταξης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων δεν αποτελεί παρέμβαση της νομοθετικής εξουσίας στη δικαστική αφού η Βουλή ενήργησε ασκώντας τις συνταγματικές της εξουσίες, ούτε και υποδηλώνει «υποβάθμιση» του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου σε απλό αναθεωρητικό Εφετείο, όπως οι δικηγόροι του εφεσείοντα υποστήριξαν.
Ομοίως απερρίφθη και ο ισχυρισμός των δικηγόρων του εφεσείοντα ότι ο πελάτης τους υπόκειται σε άνιση μεταχείριση διότι του στερείται η πρόσβαση σε τριτοβάθμιο δικαστήριο με την εκδίκαση της έφεσης από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο κι όχι από το Εφετείο (αφού η έφεση καταχωρίσθηκε πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2018), με το Δικαστήριο να σημειώνει στην απόφασή του ότι «η επισκόπηση των προνοιών του επίδικου νόμου, που άπτονται της δικαιοδοσίας του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου, φανερώνει ουσιαστική εξομοίωση όλων των υποθέσεων δευτεροβάθμιας αναθεωρητικής δικαιοδοσίας που εκκρεμούν, είτε αυτές καταχωρίσθηκαν πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2019 είτε μεταγενέστερα».
Το Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, σημειώνοντας ότι δεδομένης της πρωτοτυπίας των ζητημάτων που ηγέρθηκαν δεν θα δώσει διαταγή για επιδίκαση εξόδων.
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας την υπόθεση χειρίστηκε η Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Μαρία Κοτσώνη.