Search
Close this search box.

Ο Γιάννης Ρίτσος που άρμεγε με τις λέξεις του το φως της οικουμένης

Της Γιώτας Δημητρίου
Αρχισυντάκτρια SkalaTimes

Το ποίημα “Επιτάφιος” του Γιάννη Ρίτσου λέει “άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης”, αλλά εμείς, σήμερα, σε αυτό το αφιέρωμα με αφορμή την ημέρα γέννησης του, μπορούμε να πούμε ότι ο Ρίτσος άρμεγε με τις λέξεις του το φως της οικουμένης.
Αυτός, ο σπουδαίος Έλληνας ποιητής της Ρωμιοσύνης που έδινε στις λέξεις άλλη υπόσταση κι άλλο νόημα, που τις έβαζε δίπλα δίπλα κι αποκτούσαν μια άλλη αξία. Τα στάχυα, οι λέξεις, το φλούδι, τα πρόβατα (ποίμνια), τα δέντρα, τα άστρα, τα αδέλφια, λέξεις ταπεινές που φορούσαν βασιλικές κορώνες όταν έπαιρναν μια θέση σε ποιήμα του Γιάννη Ρίτσου.

“Ωστε λοιπόν δεν πέθαναν τα στάχυα και τα ποιήματα;”

“οι λέξεις έχουν κι άλλο φλούδι παραμέσα όπως τα αμύγδαλα κι η υπομονή”.

“κι αγάπησα τους λυπημένους ανθρώπους
που περνούν σιωπηλοί –λευκά ποίμνια
σφραγισμένα στο μέτωπο
με την κόκκινη βούλα”.

“μπορεῖ νὰ κλάψει ἀπὸ τὴ σιγουριά του
μπορεῖ νὰ κλάψει ἀπὸ τὴ σιγουριὰ τῶν δέντρων καὶ τῶν ἄστρων καὶ τῶν ἀδελφῶν”.

Ο Γιάννης Ρίτσος είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, αλλά και ένας άνθρωπος του οποίου η ζωή θα μπορούσε να γίνει (γιατί δεν έγινε;) ταινία και να εμπνεύσει χιλιάδες κόσμου.

Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν η πυξίδα για να ανακαλύψω που ανήκω ιδεολογικά, ο Γιάννης Ρίτσος ήταν ο λόγος που αγάπησα την ποίηση, ο Γιάννης Ρίτσος ήταν το παράθυρο που άνοιξε για να δω την ανθρωπότητα με άλλα μάτια.
Ο Γιάννης Ρίτσος, για μένα και για χιλιάδες κόσμου, είναι ο χάρτης που οδηγεί στο κέντρο της ψυχής μας με τη ποίηση του, αλλά και στο κέντρο της ψυχής του κόσμου, γιατί όπως μας έχει διδάξει “Άλλη χαρὰ δὲν εἶναι πιὸ μεγάλη ἀπ᾿ τὴ χαρὰ ποὺ δίνεις. Νὰ τὸ θυμᾶσαι, κοριτσάκι”. Γιατί ήξερε πως δεν αρχίζουν και τελειώνουν όλα με εμάς, αλλά ότι το ΕΓΩ πρέπει να γίνεται ΕΜΕΙΣ.
Γι αυτό το ΕΜΕΙΣ μίλησε πολλές φορές μέσα από τα ποιήματα του, έμμεσα και άμεσα.
Στις “γειτονιές του κόσμου” μίλησε για το ΕΜΕΙΣ που τα φτιάχνουμε όλα στο ΦΩΣ.
“Εμείς δεν ξέρουμε τι είναι η ομίχλη.
Εμείς που λες όλα τα φτιάχνουμε στο φως”.
Μελετώντας το έργο του, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, (πάνω από 20), έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως όλη η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου ήταν ένα ταξίδι και μια προσπάθεια για να οδηγήσει τον κόσμο στο ΦΩΣ.

Σήμερα λοιπόν, πρώτη Μαϊου γιορτάζουμε τη γέννηση του Γιάννη Ρίτσου (Μονεμβασιά 1 Μαΐου 1909 – Αθήνα 11 Νοεμβρίου 1990). Ενός ανθρώπου που φόρεσε την ιδεολογία του μανδύα στη ψυχή του και μ’ αυτό το μανδύα πορεύτηκε στις γειτονιές της ποίησης και γέννησε τα πιο ωραία ποιήματα, αυτά που σημάδεψαν ανθρώπους και κατέγραψαν ιστορικά γεγονότα. Στίχοι που έγιναν σημείο αναφοράς και “ανάγκασαν” τον Κωστή Παλαμά να πει “παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις” (1938)

Για τον ποιητή που ζωγράφιζε πάνω στις πέτρες, η ζωή δεν ήταν εύκολη. Τα δεινά, τα χτυπήματα της μοίρας ήταν πολλά. Οικογενειακά, προσωπικά και άλλα, μα δεν κολλούσε εκεί, ακουγε τις σειρήνες της ανθρωπότητας που τον καλούσαν να ανέβει στο πλοίο και να οδηγηθεί στον αγώνα. Να κάνει το καθήκον του, όχι ως απλός άνθρωπος και ποιητής, αλλά ως ήρωας. Κι αυτό έκανε. Ζούσε και δημιουργούσε σαν ήρωας. Γιατί, τι άλλο είναι ο ήρωας παρά ένας άνθρωπος εξαιρετικά γενναίος, πολεμιστής, ιδεολόγος που αψηφά ακόμη και το θάνατο μπροστά στο καθήκον ή στην ιδέα;

Ο Γιάννης Ρίτσος άφησε πλούσιο έργο πίσω του, μα προπάντων σπουδαίο.
Δημοσίευσε πάνω από 100 ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και μελέτες. Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νομπέλ, το οποίο δεν πήρε, διότι θεωρήθηκε στρατευμένος ποιητής. Το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίoυ Θεσσαλονίκης και το 1977 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Άλλα σημαντικά βραβεία που απέσπασε είναι το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης (Βέλγιο, 1972) και το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του, Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (1956).

Αξίζει να τον μελετάμε, να τον θυμόμαστε (όχι μόνο σήμερα) και να τον διαβάζουμε, όχι γιατί το έχει ανάγκη ο Ρίτσος, αλλά γιατί σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ανθρωπότητα έχει ανάγκη τον Ρίτσο.

Πιο κάτω τρία ποιήματα από τη συλλογή ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, “Υπερώον”, εκδόσεις Κέδρος. Η συλλογή “Υπερώον”, είναι μια ανέκδοτη συλλογή του Γιάννη Ρίτσου, μία απ’ τις πολλές, σχεδόν πενήντα, που άφησε πίσω, μετά το θάνατό του, ολοκληρωμένες, έτοιμες για έκδοση.

Επιτέλους
Πριν από εσένα ήσουν εσύ;
Έξω στο δρόμο δεν περνάει κανένας.
Το φως του δωματίου πέφτει κάθετα τονίζοντας τα ζυγωματικά, σβήνοντας το σαγόνι μέσα στην ίδιαν απορία: «υπήρξαμε;».
Έτσι πέταξα το ποτήρι απ΄το παράθυρο.
Έτσι άκουσα τουλάχιστον κάτω στο πεζοδρόμιο τον κρότο: «υπάρχουμε».

Τ’ άσπρα βότσαλα
Ετούτα τ΄άσπρα βότσαλα στο γυμνό σου τραπέζι λάμπουν στον ήλιο.
Κανένας δε μαντεύει από ποιους βυθούς ανασύρθηκαν.
Κανένας δεν υποπτεύεται με τι ριψοκίνδυνες καταδύσεις τ’ ανέβασες.
Με τι στερήσεις κι αρνήσεις τ’ απέσπασες από τα νύχια κοραλλόδεντρων και βράχων.
Γι΄αυτό λαμποκοπούν τόσο λευκά με τη σεμνή τους περηφάνια ν΄αποσκεπάζουν το σκοτάδι της καταγωγής τους και ποτέ να μην μαρτυρήσουνε την ώρα της Μεγάλης Δίκης.

Αντιστροφη
Απ’ την άλλη όψη
ήταν κόκκινο.
Καπνίζαμε.
Η σιωπή επιμηκύνονταν
κάτω απ’ τα δάχτυλά μας.
Τα μύγδαλα
δεν τα φάγαμε.
Όταν νύχτωσε
βγάλαμε τα παπούτσια μας
κι οι τρεις.


Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn
On Key

Related Posts

error: Content is protected !!