Γράφει ο Βουλευτής Οικολόγων Χαράλαμπος Θεοπέμπτου
Είμαστε μια χώρα που συχνά βλέπουμε πλέον πυρκαγιές στην ύπαιθρο και στα δάση μας και οι επιστήμονες μας προειδοποιούν πάνω από 15 χρόνια, ότι η επέκταση του καλοκαιριού κατά δύο μήνες λόγω κλιματικών αλλαγών, σε συνδυασμό με αυξημένες θερμοκρασίες αυξάνουν κατακόρυφα τις πιθανότητες πυρκαγιών και μάλιστα μεγάλων διαστάσεων – Megafires.
Πέραν από τα μέτρα πρόληψης και αντίδρασης σε μια φωτιά, είναι εξίσου σημαντικά και τα μέτρα για την προστασία του εδάφους και τη διασφάλισης της ικανότητας του εδάφους να αναγεννηθεί μετά από μια φωτιά.
Στη φύση το έδαφος δεν είναι συμπιεσμένο όπως πχ σε ένα χωματόδρομο που περνούν αυτοκίνητα και γι αυτό έχει και το σημαντικό πλεονέκτημα ότι όταν βρέχει μπορεί εύκολα το νερό της βροχής να απορροφηθεί από το έδαφος και μάλιστα σε βάθος. Αυτή η αύξηση της υγρασίας στο υπέδαφος είναι που δίνει ζωή στη βλάστηση να αντέξει μέχρι τις επόμενες βροχές.
Πολύ συχνά ακούμε τις σταγόνες της βροχής να πέφτουν με δύναμη και να ακούμε ένα χαρακτηριστικό ήχο όταν βρέχει. Όταν όμως έξω στη φύση πέφτουν με δύναμη οι σταγόνες της βροχής, είτε η βλάστηση στο έδαφος, είτε τα φύλλα των δέντρων, αφαιρούν την ενέργεια της και πέφτει απαλά στο έδαφος.
Αν όμως έχουμε βροχές μετά από μια πυρκαγιά όπου τα χόρτα και τα δέντρα κάηκαν, δεν υπάρχει πλέον τίποτα να ανακόψει τη δύναμη των σταγόνων βροχής να κτυπούν στο έδαφος. Επειδή όμως το έδαφος όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, δεν είναι συμπιεσμένο ή όπως λέμε στην Κύπρο είναι “αφρούγιο”, είναι εύκολο για την βροχή να το σκάψει και να το παρασύρει με τη ροή του αλλού.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι στο επιφανειακό έδαφος έχουμε όλους τους σπόρους των δέντρων, θάμνων και αγριόχορτων και όλα αυτά θα τα παρασύρουν τα νερά της βροχής πιο κάτω ή ακόμη να ξεριζωθούν και μικρά φυτά.
Αυτό θα καταστρέψει την οποιαδήποτε πιθανότητα να έχουμε ξανά βλάστηση στην περιοχή αυτή.
Γι αυτό ένα από τα πιο επείγονται θέματα που πρέπει να εκτελεστούν γρήγορα μετά από μια φωτιά, είναι ο σχεδιασμός και η εκτέλεση αντιδιαβρωτικών μέτρων πριν τις επόμενες βροχές.
Τα αντιδιαβρωτικά μέτρα περιλαμβάνουν μεταξύ πολλών άλλων μέτρων, τη χρήση κορμών δέντρων που έχουν καεί (κορμοδέματα, κορμοπλέγματα) απλωμένων στο έδαφος για να σταματήσουν τη ροή των νερών της βροχής προς τα κάτω, τη χρήση κλαδιών και μικρών πέτρινων αναχωμάτων, η καθυστέρηση των νερών σε ρυάκια και πολλά άλλα μέτρα βασισμένα πάντα στη χρήση φυσικών υλικών της περιοχής.
Αυτός είναι από τους λόγους που πρέπει να μένουν τα καμένα υλικά στην καμένη περιοχή εφόσον είναι με αυτά κυρίως που εκτελούνται τα αντιπλημμυρικά έργα.
Ανάλογα με την περίπτωση και όταν ο καιρός είναι κατάλληλος, μπορεί να βοηθηθεί η περιοχή να ανακάμψει με τις δενδροφυτεύσεις ή/και την υδροσπορά (hydroseeding) η οποία μπορεί να ραντίσει μεγάλες εκτάσεις με σπόρους αναμεμιγμένους σε ειδικά προετοιμασμένο υγρό για να μπορούν να αναπτυχθούν εύκολα οι σπόροι μετά από τις πρώτες βροχές και να προστατευθούν από πουλιά και μυρμήγκια.
Το Τμήμα Δασών έχει τέτοιο εξοπλισμό, τον οποίο χρησιμοποίησε για παράδειγμα στην αποκατάσταση της περιοχής του Αμιάντου στο Τρόοδος.
Ακόμη ένα πλεονέκτημα των αντιδιαβρωτικών έργων είναι ότι εμποδίζουν όλη αυτή τη στάχτη να φτάσει στο σύστημα υδροδότησης της περιοχής και εμποδίζει τις λάσπες από του να δημιουργούν προβλήματα σε οχετούς και αυλάκια πιο κάτω.
Για να γίνονται όλα αυτά σωστά και γρήγορα χρειάζεται παρακολούθηση, εκπαίδευση του προσωπικού και ο κατάλληλος εξοπλισμός γιατί χωρίς αυτά θα επιταχυνθεί η ερημοποίηση του τόπου μας.