Search
Close this search box.

Αρχιεπίσκοπος Μακάριος: 47 χρόνια από τον θάνατο του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας

Υπήρξε μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της νεότερης κυπριακής ιστορίας, ως ο ιδρυτής και διαμορφωτής της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας και πρώτος Κύπριος πρόεδρος

Διαβάζουμε από την polignosi.com:

Σαράντα εφτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον θάνατο του Εθνάρχη Μακαρίου και πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κόμματα και οργανώσεις τιμούν τη μνήμη του με ανακοινώσεις.

Ο Μακάριος Γ΄ είναι, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της νεότερης κυπριακής ιστορίας, ως ο ιδρυτής και διαμορφωτής της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας και πρώτος Κύπριος πρόεδρος. Υπήρξε και εξακολουθεί να είναι, ένα από τα περισσότερο συζητημένα πρόσωπα στην Κύπρο αλλά και διεθνώς.

Στην Κύπρο στα χρόνια της προεδρίας του αγαπήθηκε όσο κανείς από τους υποστηρικτές του αλλά και μισήθηκε από τους αντιπάλους του.

Η προσωπικότητα και το έργο του δυστυχώς ακόμα δεν έχει αποτιμηθεί αντικειμενικά όσο το Κυπριακό παραμένει άλυτο και κυρίως γιατί ακόμα πολλές από τις αποφάσεις του πηρεάζουν την πορεία που έχουν πάρει τα πράγματα σε ότι αφορά πάντα τα εθνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κύπρος.

Ο Μακάριος υπηρέτησε ως επίσκοπος Κιτίου (1948-1950), ως αρχιεπίσκοπος και εθνάρχης (1950-1977) και ως πρόεδρος της Κύπρου (1960-1977). Γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1913 και πέθανε στις 3 Αυγούστου 1977 μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου, σε ηλικία 64 ετών.

Παιδικά – νεανικά χρόνια

Ο Μακάριος Γ΄, κατά κόσμον Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκος, γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου του 1913 στο χωριό Παναγιά της επαρχίας Πάφου, από αμόρφωτους αγρότες γονείς.

Σε μια συνέντευξη του μίλησε για τη μητέρα του η οποία πέθανε όταν ο ίδιος ηταν 11 χρονών.

«Εκείνο τον καιρό οι φτωχοί και κυρίως αυτοί που ζούσαν στα βουνά της Κύπρου δεν έβγαζαν φωτογραφίες. Το μόνο που θυμάμαι για τη μητέρα μου, ήταν η μέρα που αρρώστησε. Ο γιατρός χρησιμοποιούσε το ίδιο φάρμακο για όλες τις αρρώστιες. Φαντάζομαι ότι θα ήταν ασπιρίνη. Έδωσε και στη μητέρα μου ένα χάπι και εκείνη ύστερα από λίγο πέθανε».

Ο Μακάριος βασικά μεγάλωσε τον πατέρα του Χριστόδουλο Μούσκο. Εργαζόταν ως τσοπανόπουλο, δίπλα στο βοσκό πατέρα του, και όπως έλεγε δεν είχε δει ποτέ τη θάλασσα….

Το σχολείο

Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στο δημοτικό σχολείο του χωριού του, απ’ όπου κι αποφοίτησε το 1926. Τον ίδιο χρόνο έγινε δεκτός ως δόκιμος στο μοναστήρι του Κύκκου, στα βουνά του Τροόδους. Στο σχολείο που λειτουργούσε τότε στο μοναστήρι, παρακολούθησε τα πρώτα γυμνασιακά μαθήματα, ταυτόχρονα προς την εκκλησιαστική μύηση και αγωγή. Το 1933 κέρδισε υποτροφία από το μοναστήρι και εγγράφηκε στην Δ΄ τάξη του Παγκύπριου Γυμνάσιου στη Λευκωσία. Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του σπουδών διέμενε στο μετόχι του Κύκκου, τον Άγιο Προκόπιο, κοντά στη Λευκωσία. Από το Παγκύπριο Γυμνάσιο αποφοίτησε με άριστα το 1936. Στη συνέχεια επέστρεψε στο μοναστήρι του Κύκκου όπου, μεταξύ άλλων, εργάστηκε και ως δάσκαλος στο σχολείο του μοναστηριού.

Στην Αθήνα

Στις 7 Αυγούστου του 1938 χειροτονήθηκε σε διάκονο από τον επίσκοπο Πάφου και τοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου Λεόντιο, στην Πάφο, παίρνοντας το όνομα Μακάριος Κυκκώτης. Τον επόμενο μήνα, με υποτροφία του μοναστηριού του, έφυγε για ανώτερες σπουδές στην Αθήνα.

Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1942, με άριστα. Έζησε ταυτόχρονα το δράμα του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου και την τραγωδία της γερμανοϊταλικής κατοχής. Κατά τη διάρκεια της κατοχής αναμείχθηκε στην αντίσταση και συνεργάστηκε με τον Γρίβα στην Οργάνωση Χ. Μετά την απελευθέρωση, χειροτονήθηκε στην Αθήνα, στις 13 Ιανουαρίου του 1946, σε πρεσβύτερο και αμέσως προεχειρίσθη σε αρχιμανδρίτη, από τον μητροπολίτη Αργυροκάστρου Παντελεήμονα. Η τελετή έγινε στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης στην Αθήνα, όπου υπηρετούσε ως διάκονος. Μεταξύ Ιανουαρίου και Αυγούστου του 1946 υπηρέτησε ως προϊστάμενος ιεροκήρυκας στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως (Πειραιάς).

Στις ΗΠΑ

Τον Σεπτέμβριο του 1946 κέρδισε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών για ανώτερες θεολογικές σπουδές και αναχώρησε με καράβι για την Αμερική, όπου έφθασε ύστερα από περιπλάνηση δυο και πλέον μηνών. Έπειτα από φροντιστηριακή φοίτηση (κυρίως εκμάθηση της γλώσσας) στο Ουέλλινφορτ της Φιλαδέλφειας, ενεγράφη τον Ιανουάριο του 1947 στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης όπου παρακολούθησε κοινωνιολογία της θρησκείας.

Ενώ ήταν φοιτητής στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Κύπρο άρχισε να αναδιοργανώνεται και ν’ ανασυντάσσεται η Εκκλησία, που πρόκειτο να αναλάβει ξανά την ηγεσία του απελευθερωτικού αγώνα. Η Εκκλησία της Κύπρου παρέμενε χωρίς επαρκή ηγεσία από το 1931, εξαιτίας των διωγμών μετά την εξέγερση του Οκτωβρίου του χρόνου εκείνου (βλέπε λήμμα Οκτωβριανά). Αρχιεπίσκοπος εξελέγη ο Λεόντιος το 1947, που πέθανε λίγο μετά την εκλογή του και αντικαταστάθηκε από τον Μακάριο Β΄, ως τότε επίσκοπο Κερύνειας. Στις εκλογές για πλήρωση του χηρεύοντος θρόνου της Πάφου (που κατείχε ο Λεόντιος μέχρι το 1947), ο Μακάριος προβλήθηκε ως υποψήφιος αλλά ηττήθηκε από τον ανθυποψήφιό του Κλεόπα, πρώην ηγούμενο Κύκκου. Λίγο αργότερα, ο Μακάριος προβλήθηκε ξανά ως υποψήφιος για τον χηρεύοντα θρόνο Κιτίου και, ενώ βρισκόταν στις ΗΠΑ, εξελέγη παμψηφεί στις 8 Απριλίου του 1948. Διέκοψε τότε τις σπουδές του και επέστρεψε στην Κύπρο στις 9 Ιουνίου του 1948. Στις 13 του ίδιου μήνα χειροτονήθηκε και ενθρονίστηκε ως επίσκοπος Κιτίου από τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β΄.

Επίσκοπος Κιτίου (13 Ιουνίου 1948-20 Οκτωβρίου 1950):

Στα δυο χρόνια και 4 μήνες που υπηρέτησε ως επίσκοπος Κιτίου, ο Μακάριος επέδειξε έντονη θρησκευτική και εθνική, καθώς και κοινωνική δραστηριότητα. Ίδρυσε στην περιφέρειά του (που περιελάμβανε τις πόλεις Λάρνακα και Λεμεσό) φιλανθρωπικά ιδρύματα και οργανώσεις, εργάστηκε για την προώθηση της παιδείας και για την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας του κλήρου, περιόδευσε ολόκληρη την περιφέρεια κάνοντας ομιλίες και κηρύσσοντας, ανέλαβε και οργάνωσε το Γραφείο Εθναρχίας, εξέδωσε περιοδικό της Εθναρχίας (το περιοδικό Ελληνική Κύπρος που εξεδόθη το 1949 και διέκοψε το 1955) και κατέστη ο στενότερος συνεργάτης του γηραιού αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β΄. Στις 3 Οκτωβρίου 1948 εκφώνησε στη Λευκωσία, σε παγκύπριο ενωτικό συλλαλητήριο, την πρώτη πολιτική του ομιλία. Επρόκειτο για ένα δριμύ κατηγορητήριο κατά των Βρετανών αποικιοκρατών και για κάλεσμα αφυπνίσεως των Ελλήνων της Κύπρου προς αγώνα απελευθερώσεως και ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα.

Δεξιός και Ενωτικός

Το 1949 ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη και περιόδευσε την Ελλάδα που μόλις είχε βγει τραυματισμένη από την τραγωδία του εμφυλίου πολέμου. Την εποχή αυτή ο Μακάριος δεν έκρυβε τις πολιτικές του πεποιθήσεις που μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: προσήλωση προς την Ελλάδα, αγώνας για άμεση ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, σαφής τοποθέτηση στον χώρο της Δεξιάς, αντιπάθεια για την Αριστερά και τον κομμουνισμό, υποστήριξη του θεσμού της βασιλείας στην Ελλάδα και ασυμβίβαστη αντίσταση και αδιαλλαξία στις σχέσεις με τους Βρετανούς κυριάρχους. Σταδιακά τροποποίησε αργότερα πολλές από τις σχεδόν ακραίες αυτές θέσεις του, διατήρησε όμως μέχρι τέλους τη βαθιά θρησκευτικότητα και τις μυστικιστικές τάσεις που τον διέκριναν, καθώς και την αγάπη για την Κύπρο και τον λαό της.

Δημοψήφισμα

Τον ίδιο χρόνο (1949), εμπνεύσθηκε και εισηγήθηκε στην εθναρχούσα Εκκλησία της Κύπρου τη διενέργεια ενωτικού δημοψηφίσματος για να καταδειχθεί η θέληση του κυπριακού λαού να ενώσει το νησί με την Ελλάδα. Το δημοψήφισμα, που αρνήθηκαν να διεξαγάγουν οι Βρετανοί, ανέλαβε να κάμει η Εθναρχία. Πράγματι, τούτο πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 1950 με θεαματικά αποτελέσματα (βλέπε λήμμα δημοψήφισμα).

Λίγους μήνες αργότερα, στις 26 Ιουνίου 1950, πέθανε ο γηραιός αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄. Ο Κιτίου Μακάριος προβλήθηκε τότε ως υποψήφιος για το αρχιεπισκοπικό αξίωμα. Ο επίσκοπος Πάφου Κλεόπας δεν έθεσε υποψηφιότητα, ενώ ο τρίτος των επισκόπων, ο Κυρηνείας Κυπριανός, προβλήθηκε επίσης ως υποψήφιος αν και ο ίδιος απουσίαζε από την Κύπρο (ηγείτο της αποστολής για επίδοση των τόμων του δημοψηφίσματος στις κυβερνήσεις Αθηνών και Λονδίνου και στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη). Κατά τις εκλογές, ο Κιτίου Μακάριος εξελέγη παμψηφεί ως νέος αρχιεπίσκοπος Κύπρου στις 20 Οκτωβρίου του 1950. Η ενθρόνισή του έγινε την ίδια μέρα στον καθεδρικό ναό του Αγίου Ιωάννη στη Λευκωσία. Διάδοχός του στον θρόνο Κιτίου εξελέγη λίγο αργότερα ο Άνθιμος Μαχαιριώτης.

Εθνάρχης

Υπό τις συνθήκες δουλείας του κυπριακού Ελληνισμού, το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Κύπρου δεν ήταν μόνο θρησκευτικό. Ήταν ταυτόχρονα και πολιτικό, γιατί ο εκάστοτε αρχηγός της Κυπριακής Εκκλησίας με την εκλογή του αναλάμβανε και ως εθνικός ηγέτης των Ελλήνων του νησιού. Πρέπει εδώ να υπογραμμιστεί ότι η Κυπριακή Εκκλησία, μόνη από όλες τις Εκκλησίες του κόσμου, εκλέγει τους ανώτατους αξιωματούχους της (αρχιεπίσκοπο και επισκόπους) με τη συμμετοχή όχι μόνο κληρικών αλλά και του λαού. Η τελική φάση της εκλογής γίνεται με ψηφοφορία στην οποία μετέχουν οι εξ οφφίκιο κληρικοί αλλά και αντιπρόσωποι του λαού. Οι μετέχοντες στην εκλογή λαϊκοί αντιπρόσωποι, εκλέγονται απ’ ευθείας από τον λαό με ψηφοφορία.

Ο ρόλος του αρχιεπισκόπου Κύπρου ως εθνάρχη διαμορφώθηκε κατά την ιστορική πορεία πολλών αιώνων, κατά τους οποίους στο πρόσωπό του συγκεντρώθηκαν, εκτός από τις θρησκευτικές, και κοσμικές εξουσίες (βλέπε λήμμα εθναρχία).

Συνεπώς, η εκλογή του Μακαρίου Γ΄ ως αρχιεπισκόπου και εθνάρχη το 1950, σήμαινε ότι αυτός ανελάμβανε, ως αρχηγός, και την ευθύνη για τον (προετοιμαζόμενο ήδη αλλά χωρίς σαφή μεθόδευση ακόμη) αγώνα των Ελλήνων Κυπρίων προς αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και ένωση του νησιού τους με την Ελλάδα. Την ίδια στιγμή κατάφερε να ελέγξει την Δεξιά παράταξη της Κύπρου της οποίας εμφανιζόταν ως φυσικός αρχηγός.

Περισσότερα στο https://www.polignosi.com/cgibin/hweb?-A=6983&-V=limmata

Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn
On Key

Related Posts

error: Content is protected !!