Search
Close this search box.

Λεξικό Κυπριακής Διαλέκτου του Κλεάνθη Γ. Κοτσιοφίδη, ένα σπουδαίο λεξικό για την όμορφη και ιστορική γλώσσα των Κυπρίων

Γράφει ο καθηγητής και γνωστός αρθρογράφος της Κυπριακής Παροικίας του Λονδίνου Ζαννέτος Τοφαλλής


Με μεγάλη χαρά – και ευχαρίστηση – παρουσιάζω σήμερα το βιβλίο του αγαπητού μας συμπατριώτη στο Λονδίνο κ. Κλεάνθη Γ. Κοτσιοφίδη με τίτλο ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ – Με Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά και στα Αγγλικά. Ένα βιβλίο – πραγματικός θησαυρός για όσους θέλουν να γνωρίζουν την Κυπριαή διάλεκτο, ιδιαίτερα τα νεαρά Κυπριόπουλα που γεννηθηκαν στην Αγγλία.

Ιδιαίτερα μας συγκινεί το γεγονός ότι ο κ. Κοτσιοφίδης δεν είναι ούτε φιλόλογος ούτε γλωσσολόγος. Απλώς έζησε στηη Αγγλία από το 1960 όπου εργαζόταν για πολλά χρόνια ως τραπεζικός υπάλληλος και μετά διευθυντής της Τράπεζας Κύπρου στο Λονδίνο. Απλώς αγάπησε την Κυπριακή ακούγοντάς την από χιλιαδες Κυπρίους της Αγγλίας. Κι όταν αφυπηρέτησε, αποφάσισε με ιώβεια υπομονή, να γράψει αυτό το Λεξικό μετάφράζοντας τις Κυπριακές λέξεις τόσο στα Νέα Ελληνικά όσο και στα Αγγλικά – για πρώτη φορά εξ όσων γνωρίζω. Είναι ένα όμορφο βιβλίο από 800 περίπου σελίδες και αναφέρεται σε κάπου 16.000 κυπριακές λέξεις μαζί με την ετυμολογία τους.

Θα ήταν καλό, νομίζω ότι με αυτή την ευχάριστη παρουσίαση, να γράψω κάτι για το ιστορικό της Κυπριακής Διαλέκτου. Η Κυπριακή διάλεκτος (Κυπριακή Ελληνική ή Κυπριακά) είναι η διάλεκτος της Ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποιείται από περίπου οκτακόσιες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους στην Κύπρο και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους της διασποράς, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία , την Αυστραλία και την Ελλάδα . Στην Αγγλία υπολογίζεται ότι ζουν κι εργάζονται κάπου 300,.000 Ελληνικύπριοι. Τα Κυπριακά σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιούνται ως επίσημος γραπτός λόγος, αλλά είναι η κοινή ομιλουμένη των περισσοτέρων Ελληνοκυπρίων.
Είναι επίσης η πρώτη γλώσσα πιο ηλικιωμένων Τουρκοκυπρίων από χωριά της Κύπρου όπως η Λουρουτζίνα και από την περιοχή της Τυλληρίας . Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι Τουρκοκύπριοι μιλούν τα Ελληνικά με Κυπριακή Διάλεκτο ως δεύτερη γλώσσα.
Συνήθως, σε επίσημο περιβάλλον θεωρείται πιο αποδεκτή η χρήση της Κοινής Νέας Ελληνικής (όπως στα σχολεία, στο κοινοβούλιο, στα μέσα ενημέρωσης και παρουσία μη Κυπρίων ομιλητών της Ελληνικής).

Στη νεότερη εποχή σημαντικοί ποιητές , όπως ο Βασίλης Μιχαηλίδης (1849-1917) και ο Δημήτρης Λιπέρτης (1866-1937) και ακόμα νεότεροι όπως ο Παύλος Λιασίδης (1901-1985) κάνουν χρήση της διαλέκτου σε γραπτή μορφή. Πολλοί άλλοι λογοτέχνες, συνήθως ποιητές αλλά και πεζογράφοι, χρησιμοποιούν ακόμα την Κυπριακή διάλεκτο.

Υπάρχει επίσης πληθώρα κυπριακών τραγουδιών (παραδοσιακά, δημοτικά και σύγχρονα), αλλά και σκετς, θεατρικά και τηλεοπτικές σειρές που χρησιμοποιούν την Κυπριακή διάλεκτο.


Η Κυπριακή διάλεκτος αποτελεί στη σύγχρονη εποχή τη μοναδική πραγματικά ζωντανή ελληνική διάλεκτο, η οποία είναι μητροδίδακτη και παραγωγική στο νησί της Κύπρου.
Ανήκει στον γεωγραφικό και διαλεκτικό χώρο της αρχαίας Αρκαδοκυπριακής και μολονότι δεν προέρχεται άμεσα από αυτήν, είναι δυνατόν ακόμη και σήμερα να εντοπίσει κανείς κατάλοιπά της στο λεξιλόγιο των ομιλητών.

Κατά τη διάρκεια της Ελληνιστικής Κοινής και των πρώιμων μεσαιωνικών χρόνων, θεωρείται ότι η Κυπριακή διάλεκτος αποτέλεσε μέρος μιας ζώνης ανατολικών διαλέκτων (με δωρικές επιρροές), στις οποίες ανήκαν τα ιδιώματα της Δωδεκανήσου και της Μικράς Ασίας. Ωστόσο, η κοινή αυτή πορεία διακόπηκε το 1191 από τους σταυροφόρους, όταν η Κύπρος τέθηκε υπό τη γαλλική δυναστεία των Λουζινιανών και ως εκ τούτου, μεταβλήθηκε σε φραγκικό κρατίδιο.

Φαίνεται ότι μέσα στους τρεις επόμενους αιώνες η διάλεκτος απέκτησε τα περισσότερα από τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της, όπως επιμαρτυρείται από τα πρώτα διαθέσιμα κείμενα, που είναι οι νομικού περιεχομένου Ασσίζες (14ος αι.) και το Χρονικόν του Λεοντίου Μαχαιρά (15ος αιώνα). Η μακρά παρουσία των Φράγκων ερμηνεύει την είσοδο αρκετών λέξεων από την παλαιά Γαλλική , οι οποίες απουσιάζουν από άλλες διαλέκτους της Ελληνικής. Επιπλέον, η απομόνωση της διαλέκτου επί τόσους αιώνες εξηγεί γιατί ακόμη και σήμερα αποτελεί αξιόπιστο μάρτυρα της μεσαιωνικής γραμματικής της ελληνικής γλώσσας.

Άλλοι σημαντικοί σταθμοί στην ιστορία της διαλέκτου, οι οποίοι άφησαν αξιοσημείωτα ίχνη στη σύγχρονη μορφή της, υπήρξαν η Ενετοκρατία (από το 1489) και κατόπιν η Τουρκοκρατία (από το 1571). Τέλος, η ισχυρή πολιτιστική επιρροή της αγγλικής γλώσσας είναι εμφανής (από το 1878) και συνεχής στην Κυπριακή διάλεκτο.
Από διαλεκτολογικής πλευράς η Κυπριακή συγκαταλέγεται στα νότια ιδιώματα της Ελληνικής γλώσσας, καθώς διατηρεί αμετάβλητα τα φωνήεντα των άτονων συλλαβών (εν αντιθέσει προς τα βόρεια ιδιώματα, όπου παρατηρούμε εκτεταμένες στενώσεις και κωφώσεις). Ακόμη ανήκει στη λεγόμενη νησιωτική ζώνη του ίντα, επειδή χρησιμοποιεί την αντωνυμία ίντα (< τι ένι τα) αντί της αντωνυμίας τι στην εισαγωγή ερωτηματικών προτάσεων. Στην ίδια διαλεκτική ζώνη ανήκουν επίσης η Κρητική διάλεκτος, καθώς και τα ιδιώματα των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου.

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Κυπριακής Διαλέκτου

  1. Διατήρηση της προφοράς τωνδιπλών συμφώνων (εκτός από το -ρρ-), αλλά και υστερογενής διπλασιασμός απλών συμφώνων, συνήθως σε ενδοφωνηεντική θέση
    και στο ληκτικό τέρμα -ννω των ρημάτων (λ.χ. άλ-λος, άμ-μος, βράσ-σω, αλ-λάσ-
    σω – σήμ-μερα, ποτ-τέ, πίν-νω, γκρεμ-μός) ή μεταξύ λέξεων (λ.χ. απ-πέξω, ταμ
    μάθκια «τα μάτια»).
    Σημείωση: Η ανάπτυξη υστερογενών διπλών φαίνεται ότι έχει την αφετηρία της
    στην ελληνιστική εποχή, όταν ακόμη διετηρείτο η προφορά των διπλών
    συμφώνων στον ελληνόφωνο κόσμο.
  2. Διατήρηση του τελικού -ν των ονομάτων (κυρίως) και των ρημάτων της
    μεσαιωνικής Ελληνικής (λ.χ. χαρτίν, τραπέζιν, βουνόν, αιτιατική θάλασ-σαν, ταμίαν, τέθκοιαν ημέραν, ρήματα (α)δονούσεν, τραυούμεν, έλαμνεν, εν νοδκιά «είναι ομίχλη [νοτιά]»), αλλά και ανάπτυξή του σε άλλες θέσεις, χωρίς ιστορική βάση (λ.χ. πρόγραμ-μαν, γ΄ πρόσ. εξέβην).
  3. Αφομοίωση του ενρίνου με τους άηχους κλειστούς φθόγγους, με αποτέλεσμα τον
    σχηματισμό νέων διπλών συμφώνων (λ.χ. αθ-θός < ανθός, νύφ-φη < νύμφη, συχ-
    χωρώ < συγχωρώ, ακάθ-θα < ακάνθα). Το φαινόμενο λειτουργεί επίσης μεταξύ
    λέξεων (λ.χ. εδ δακ-κάν-νει «δεν δαγκώνει», εθ θέλω «δεν θέλω») και
    μαρτυρείται ήδη από τον μεσαίωνα.
  4. Σίγηση των ενδοφωνηεντικών β, γ, δ (ηχηρών διαρκών) και κατόπιν συχνή
    συγχώνευση των φωνηέντων ή έκκρουση του ασθενεστέρου (λ.χ. φοούμαι
    «φοβούμαι», μαειρεύκω «μαγειρεύω», τριυρίζω, γάαρος < γάδαρος, ετσά <
    ετσιδά).
  5. Εκτεταμένη ουράνωση και δασύς τσιτακισμός του κ σε τζ, καθώς και
    προσθίωση του χ σε τζ προ των φωνηέντων /e, i/ (λ.χ. τζεφαλή «κεφαλή»,
    τζυώνιν «κυδώνι», χαρτζίν < χαλκείον, πασιά < παχιά, φτώσεια < φτώχια,
    σιύλλος < σκύλος.
  6. Προφορά των αήχων κλειστών κ, π, τ συνοδευόμενων από δασύ πνεύμα (περίπου
    όπως τα ανακεκαμμένα αρχικά σύμφωνα στα αγγλικά take, tall, λ.χ. κόκκ’αλον,
    ποτ’έ).
  7. Ανομοίωση διάρκειας των συμφωνικών συμπλεγμάτων βγ > βg/βκ, βδ > βd/βτ,
    γδ > γτ, ργ/ρχ > ρg/ρκ (λ.χ. αρκή < αρχή, αρκάντžελος < αρ-χάγγελος, κόβκω <
    κόβγω, γτύννω < (ε)γδύννω < εκδύω) και αφομοίωση ηχηρότητας των
    συμφωνικών συμπλεγμάτων χρ > γρ, φρ > βρ, φλ > βλ, θρ > δρ (λ.χ. Γριστούγεν-
    να, βρίσσω «σωπαίνω» < φρίττω, δρέφει «επουλώνει, γιαίνει» < θρέφει).

    Μορφοσυντακτικά χαρακτηριστικά΄
    Διατήρηση των ληκτικών επιθημάτων -ουσιν και -ασιν στο γ΄ πληθυντικό
    πρόσωπο του ενεστώτα και μέλλοντα (το -ουσιν) και του αορίστου (το –
    ασιν). Πρόκειται για αξιοσημείωτο αρχαϊσμό της διαλέκτου (λ.χ. κλώθουσιν,
    φεύκουσιν, αναστενάξασιν, εχαθήκασιν). Ωστόσο, και τα επιθήματα -ουν και
    -αν της Νεοελληνικής Κοινής επιδίδουν με αυξανόμενο ρυθμό.
    -Εκτεταμένη παρουσία του ρηματικού παραγωγικού επιθήματος -ίσκω, είτε επειδή
    διατηρήθηκε από παλαιότερη φάση τής γλώσσας είτε από κατ’ αναλογίαν
    σχηματισμό με βάση το αοριστικό θέμα. Προσδίδει στο ρήμα εναρκτική ή
    θαμιστική σημασία (λ.χ. κριν-ίσκω, μειν-ίσκω, φαν-ίσκω «υφαίνω», ταντžυν-ίσκω
    < ταγγός).
    -Διατήρηση αξιοσημείωτων αρχαϊσμών στον παρατατικό των πρώην
    συνηρημένων ρημάτων (λ.χ. θωρώ: εθώρουν, εθώρες, εθώρεν…) και παραμονή
    του τόνου στην προπαραλήγουσα στη μέση φωνή των προπαροξύτονων ρημάτων
    (λ.χ.σιαίρουμαι: εσιαίρουμουν, εσιαίρεσουν, εσιαίρετουν…, ρέουμαι < ορέγομαι:
    ερέουμουν, ερέεσουν, ερέετουν…, αλλάσσουμαι: αλλάσσουμουν, αλλάσσεσουν,
    αλλάσσετουν…, βάλλουμαι: εβάλλουμουν, εβάλλεσουν, εβάλλετουν, έρκουμαι:
    έρκουμουν, έρκεσουν, έρκετουν…).
    -Επίταξη του εγκλιτικού μετά το ρήμα, όπως συμβαίνει και με άλλα νησιωτικά
    ιδιώματα (λ.χ. έδοξέν μου «μου φάνηκε», λαχαίννει του, έωκέν μας «μας έδωσε»,
    λαλεί του «του λέει»).
    -Χρήση του άρθρου τα ως αναφορικής αντωνυμίας με σημασία «αυτά που, τα
    οποία» (λ.χ. τα γρικώ στ’ αφθιά μου, θαρρώ ζυγώνουσί με «αυτά που ακούω στα
    αφτιά μου, θαρρώ πως με ζυγώνουν»).
    -Χρήση της εμφατικής άρνησης ’εν τžαι (< δεν και) αντί του απλού δεν (λ.χ. ’εν
    τžαι δίνει μου, ’εν τžαι είδα τον).
    -Χρήση του περιφραστικού δείκτη εν να, ο οποίος προέρχεται από τη φρ. θέλω να
    (απρόσ. θέλει να) > θελ’ να > θεν’ να > εν να, για τον σχηματισμό του διαρκούς
    και του στιγμιαίου μέλλοντα (λ.χ. εν να κλαίω – εν να κλάψω).
    -Κλίση του ρήματος είμαι σε ενεστώτα και παρατατικό: (ενεστώτας) είμαι, εί-σαι,
    είναι / έναι / έν(ι), είμαστιν, είσαστιν, είναι / έναι / έν(ι), (παρατατικός) ήμουν,
    ήσουν, ήτουν / ήταν, ήμαστιν, ήσαστιν, ήτουν / ήταν).
    -Η κλίση των προσωπικών αντωνυμιών της διαλέκτου αποτυπώνεται στον
    ακόλουθο πίνακα:

    Λεξιλογικά χαρακτηριστικά
    Εξαιτίας των διαφόρων γλωσσικών στρωμάτων που ανά τους αιώνες συνδέθηκαν με το νησί της Κύπρου, μπορούμε σήμερα να εντοπίσουμε τις ακόλουθες χαρακτηριστικές λεξιλογικές ομάδες, πέρα από το λεξιλόγιο που είναι κοινό κτήμα με τις υπόλοιπες διαλέκτους και με την Κοινή:
    -Αρχαϊσμοί: Αξιοσημείωτος είναι ο λεξιλογικός πλούτος που διασώζει στοιχεία από την αρχαία και ελληνιστική εποχή της Ελληνικής. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: άφτω «ανάβω» (< άπτω), φτείρα «ψείρα» (< αρχ. φθείρ, -ρός), šοίρος (< χοίρος), ποζέγνω (< αρχ. ἀποζεύγνυμι), δρόπης (< ελνστ. ὑδρόφις, -εως), καμμώ «κλείνω τα μάτια» (< αρχ. καμμύω), κίλλης «μικρόσωμος γάιδαρος» (λ. τής αρχ. Κυπριακής), ροθέσιν (< αρχ. ὁροθέσιον), ορτσούμαι «χορεύω» (< αρχ.ὀρχοῦμαι), ξαργκώ «μένω αδρανής» (< αρχ. ἐξαργῶ).
    -Ιδιωματισμοί: Σε αυτούς περιλαμβάνονται λέξεις και φράσεις γνωστές στον ελληνόφωνο κορμό, οι οποίες όμως έχουν αποκτήσει εντελώς διακριτή σημασία και χρήση. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: γέν-νημαν ήλιου «ανατολή», χαρτωμένος «αρραβωνιασμένος» (από το χαρτί τού προικοσυμφώνου), θαρκούμαι «νομίζω» (< θαρρούμαι), στρούθος «σπουργίτης», κούκ-κουρον «παξιμάδι» (υποκοριστικό τού ουσιαστικού κόκκος), μιτά μου «μαζί μου».
    -Παλαιά Γαλλικά δάνεια: Λέξεις της παλαιάς Γαλλικής και των διαλέκτων της εισήλθαν μεταξύ του 12ου και του 14ου αιώνα, καθιστώντας την Κυπριακή διάλεκτο μοναδική από αυτή την άποψη στον ελληνόφωνο κόσμο.
    ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: τσαέρα «καρέκλα» (< προβηγκιακό chaira), τσαΐνα «αλυσίδα» (< προβηγκ. chaina), βλαντζίν «συκώτι» (< παλ. γαλλ. flanc), κουμανταρία «γλυκό κρασί τής Κύπρου» (< παλ. γαλλ. vin de commanderie «κρασί τού τάγματος Commanderie των Ιωαννιτών ιπποτών»), κουμουδκιάζω «ετοιμάζω ταφή νεκρού» (< προβηγκ. accoumoudar), κουφουρκιάζω «παρηγορώ» (< προβηγκ. coumfortar), μίζαρον «σάβανο» (< παλ. γαλλ. mise à mort).
    -Ιταλικά και Βενετικά δάνεια: Η περίοδος της Βενετοκρατίας άφησε αξιοσημείωτα ίχνη στη διάλεκτο. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: βαντζάρω «προχωρώ» (<avanzare), γάρπος «καμάρι» (< garbo), ζόπ-πος «αδέξιος» (< zoppo), κάστϊον «βάσανο» (< castigo), κουρτέλ-λα «μαχαίρι» (< coltella), πιν-νιάδα «πήλινη χύτρα» (< pignada).
    -Τουρκικά δάνεια: Οι τουρκικές λέξεις είναι πολυάριθμες και απαντούν προσαρμοσμένες στα μορφολογικά σχήματα της διαλέκτου. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: άσ̌κοσ-σου «μπράβο» (< aşk olsun), ζατ-τίν «έτσι κι αλλιώς» (< zatî), ζϊαφέτ-τιν «συμπόσιο» (< ziyafet), καΐσ̌ιν «παγίδα» (< kayış), κκουσ̌μάς «κουβέντα» (<konuşma), μέσελα «δηλαδή;» (< mesele).
    -Αγγλικά δάνεια: Οι αγγλικές λέξεις έχουν εισέλθει από την περίοδο της αγγλοκρατίας και διευρύνουν έκτοτε διαρκώς την παρουσία τους στο λεξιλόγιο της διαλέκτου, πράγμα που προωθείται από τη διαρκώς ενισχυόμενη επιρροή του αγγλόφωνου κόσμου στη νήσο. Όσες έχουν προσαρμοστεί μορφολογικά υπέστησαν αξιοσημείωτη αλλοίωση. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: φούρπ’ος «ποδόσφαιρο» (< football), σέντερ «αποστολέας (αλληλογραφίας)» (< sender),τσιαρτšάρω «χρεώνω» (< charge), τρενάρω «εκπαιδεύω» (< train). Χαρακτηριστικός άγγλισμός είναι επίσης το ρ. απολογούμαι, που έχει αποκτήσε
    τη σημασία. «ζητώ συγγνώμη» με επίδραση του ελληνογενούς αγγλικού apologise.


    Ένας μπορεί να γράφει και να γράφει για την τόσο όμορφη και ιστορική γλώσσα των
    Κυπρίων. Ελπίζω να μην κούρασα τους αναγνώστες αυτής της μελέτης- παρουσίασης
    του αγαπητού φίλου κ. Κλεάνθη Κοτσιοφίδη. Τον ευχαριστούμε θερμά για τους κόπους
    του, την υπομονή του και την αγάπη του στις νέες γενιές Κυπρίων που θέλουν να
    γνωρίζουν τη γλώσσα των προγόνων τους. Του είμαστε ευγνώμονες!

ΖΑΝΝΕTΟΣ ΤΟΦΑΛΛΗΣ
( ztofallis@gmail.com )
Λονδίνο, 15 Σεπτεμβρίου 2024
GREEK TRANSLATIONS
31 Athenaeum Road
Whetstone
LONDON N20 9AL, UK
Tel: 020 8445 3324

Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn
On Key

Related Posts

error: Content is protected !!