Ομιλία Γιώργου Κουκουμά στην Ολομέλεια της Βουλής για την Πρόταση Νόμου ΑΚΕΛ για τη νομοθεσία για εμπλουτισμό δημόσιων κτηρίων με έργα τέχνης
Πέμπτη, 24 Οκτωβρίου 2024
Η νομοθετική πρωτοβουλία που πήρε το ΑΚΕΛ, η πρόταση νόμου που έχετε ενώπιόν σας, έχει στο επίκεντρο τον πολιτισμό και τους εικαστικούς δημιουργούς του τόπου μας. Μπορεί για ορισμένους, αυτά να θεωρούνται ζητήματα «χαμηλής πολιτικής» αλλά στην ουσία, είναι αυτά που ξεχωρίζουν πού θέτει ο καθένας τον πήχη και την πυξίδα για τον τόπο μας.
Ως γνωστό, το 2009 αναθεωρήθηκε και υιοθετήθηκε εκ νέου μια πρωτοποριακή νομοθεσία που ορίζει ότι κάθε δημόσιο κτίριο που ανεγείρεται στην χώρα μας θα πρέπει να εμπλουτίζεται με έργα τέχνης, αξίας ίσης με το 1% του συνολικού κόστους του έργου.
Στη βάση αυτής της νομοθεσίας δεκάδες δημόσια κτήρια του τόπου κοσμούνται, μετά από δημόσιους διαγωνισμούς, με έργα τέχνης. Έτσι για παράδειγμα, στο εσωτερικό του κτηρίου του ΘΟΚ θα δείτε την εικαστική εγκατάσταση “Η Μνημοσύνη και ο Υποβολέας, εγώ είμαι το μνημείο”. Το νηπιαγωγείο Φρενάρους απέκτησε ένα γλυπτό εμπνευσμένο από το παραμύθι «Μικρός Πρίγκηπας». Το κτήριο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας κοσμήθηκε με το επιβλητικό έργο «Κλεψύδρα». Ωστόσο, αυτή η υποχρέωση του κράτους και των δημόσιων φορέων, δεν εφαρμόστηκε ούτε στο 1/3 των δημόσιων κτιρίων που ανεγέρθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια. Παρά το γεγονός ότι θέσαμε το ζήτημα επανειλημμένα μέσα κι έξω από τη Βουλή, δεν συγκινήθηκαν πολλοί.
Για αυτό το ΑΚΕΛ κατέθεσε Πρόταση Νόμου με την οποία τροποποιείται σε 12 σημεία η
υφιστάμενη νομοθεσία ώστε αυτή η πραγματικά πρωτοποριακή, πραγματικά προοδευτική φιλοσοφία να εφαρμόζεται στην πράξη από την Πολιτεία.
Πρώτον, επεκτείνουμε την υποχρέωση για εμπλουτισμό με έργα τέχνης πέραν από τα κτίρια που ανεγείρει το κράτος και στα κτήρια που αγοράζει, ενοικιάζει ή ενοικιάζει το κράτος και κάθε φορέας του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, Υπουργείο, Τμήμα, Ανεξάρτητη Αρχή, Ημικρατικός Οργανισμός ή Αρχή Τοπικής Αυτοδιοίκηση-. Αυτό θα πολλαπλασιάσει την εφαρμογή της νομοθεσίας και θα πολλαπλασιάσει τον εμπλουτισμό με έργα τέχνης του δημόσιου χώρου στον τόπο μας.
Επιπρόσθετα, εισάγουμε μηχανισμούς ελέγχους ώστε στο στάδιο προετοιμασίας του
προϋπολογισμού για ένα δημόσιο κτίριο, και στη διαδικασία προκήρυξης διαγωνισμού για το κτήριο, να πρέπει κάθε φορέας να ενημερώνει το Υφυπουργείο Πολιτισμού για το πώς θα εκπληρώσει την υποχρέωσή του για εμπλουτισμό με έργα τέχνης. Επίσης, το Υφυπουργείο Πολιτισμού επίσης θα έχει θέση παρατηρητή στις κριτικές επιτροπές που θα επιλέγουν τα έργα τέχνης και επιπλέον θα πρέπει επίσης να υποβάλει ετήσια έκθεση για την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας. Με αυτές τις δικλείδες ασφαλείας ευελπιστούμε ότι πλέον θα υπάρχει από τούδε και στο εξής πλήρης αν είναι δυνατόν συμμόρφωση.
Και τέλος, εισάγουμε πρόνοιες και ρυθμίσεις που ενισχύουν τη διαφάνεια στις διαδικασίες επιλογής των έργων τέχνης. Για παράδειγμα, εισάγουμε πρόνοια για ζητήματα σύγκρουσης συμφέροντος των μελών της Επιτροπής, κατ’ αναλογίαν του νόμου για τις δημόσιες συμβάσεις. Κι επίσης κατά την αξιολόγηση των έργων, σε περίπτωση ισόβαθμων έργων να δίνεται προτεραιότητα στον δημιουργό που δεν έχει επιλεγεί σε προηγούμενους διαγωνισμούς.
Γιατί έχει σημασία αυτή η πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ; Και γιατί η εφαρμογή της νομοθεσίας αποτελεί ένα διαχρονικό αίτημα των καλλιτεχνών του τόπου και ειδικότερα του Επιμελητηρίου Καλών Τεχνών Κύπρου και του Συνδέσμου Εικαστικών Καλλιτεχνών και Θεωρητικών Τέχνης-φυτώριο τους οποίους εισακούσαμε για να πάρουμε αυτή την πρωτοβουλία;
Πρώτον, γιατί ο εμπλουτισμός των δημόσιων κτηρίων με έργα τέχνης στηρίζει στην
πράξη το έργο και την παραγωγή των Κυπρίων καλλιτεχνών, των εικαστικών, των ανθρώπων δηλαδή που βιοπορίζονται από την καλλιτεχνική τους δημιουργία.
Ανθρώπων δηλαδή που κατά κανόνα -σε όλη τους της ζωή ή έστω για ένα κομμάτι της ζωής τους περνούν μέσα από συμπληγάδες οικονομικών δυσκολιών- προκειμένου να μείνουν αφοσιωμένοι στην Τέχνη και την αποστολή της. Και πρέπει να πούμε ότι οι καλλιτέχνες της Κύπρου δεν χρειάζονται μόνο την παρουσία των πολιτειακών αξιωματούχων σε εγκαίνια εκθέσεων και σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις υπό τα φλάς της δημοσιότητας. Χρειάζονται την στήριξη της Πολιτείας για να έχει ο τόπος επιτέλους μια πραγματική πολιτική για τον Πολιτισμό και η νομοθεσία αυτή είναι μία από τις πολλές ψηφίδες μιας τέτοιας πολιτικής.
Δεύτερο, γιατί ο εμπλουτισμός με έργα τέχνης των δημόσιων κτηρίων του τόπου αναμορφώνει και εξυψώνει την όψη και την εικόνα που εκπέμπουν αυτά τα κτήρια –
τόσο στις προσόψεις όσο και στο εσωτερικό τους- που είναι -εν πολλοίς- το πρόσωπο της Πολιτείας. Από τα σχολεία μέχρι τα πανεπιστήμια και τα θέατρα, από τα νοσοκομεία μέχρι τα δικαστήρια, από τα κυβερνητικά τμήματα μέχρι τα δημαρχεία και τα κέντρα εξυπηρέτησης του πολίτη όλα τα δημόσια κτήρια μπορούν -με ένα ζωγραφικό πίνακα, ένα χαρακτικό, ένα γλυπτό, μια τοιχογραφία- να εκπέμπουν μια αισθητική κατά τεκμήριο υψηλή, και μια αισθητική του σύγχρονου πολιτισμού της χώρας.
Τρίτο, η φιλοσοφία αυτής της νομοθεσίας είναι σαφής: η θέση της τέχνης και των έργων τέχνης δεν είναι μόνο στις γκαλερί και τις εκθέσεις. Είναι μέσα στην κοινωνία, μέσα στην καθημερινότητα των πολιτών, μέσα στα σχολεία των παιδιών μας, μέσα στο κτήριο κρατικών υπηρεσιών που επισκέπτονται καθημερινά οι πολίτες του τόπου, παντού αν είναι δυνατόν. Παντού μέσα στη ζωή και την καθημερινότητα του λαού που δικαιούται -και ίσως και υποχρεούται- να γνωρίζει, να αναγνωρίζει, να εκτιμά και να απολαμβάνει τα έργα τέχνης των δημιουργών του τόπου μας, την τέχνη και τον πολιτισμό του τόπου μας. Διότι κατ’ ακρίβεια, τα έργα τέχνης δεν εμπλουτίζουν μόνο τα κτήρια, αλλά πρώτα από όλα και πάνω απ’ όλα εμπλουτίζουν τους ανθρώπους.