Search
Close this search box.

Ιωάννα Καρυστιάνη: «Για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη»

Η Ιωάννα Καρυστιάνη έδωσε μία σπουδαία και χειμαρρώδη συνέντευξη στην Lifo με αφορμή το νέο της βιβλίο με τίτλο «Κορνιζωμένοι».
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ.


Το SkalaTimes επέλεξε μερικά σπουδαία λόγια της Καρυστιάνη από τη συνέντευξη αυτή:

«Γιατί στη ζωή θέλω παντού να ψάχνω έστω λεπτομέρειες καλοσύνης που πλέον δεν είναι ορατές. Εναποθέτω ελπίδες στα νέα παιδιά επειδή τα έχουμε γαμήσει με λάθη οι προηγούμενες γενιές. Αν απαλλαγούν από την «εμπειρία» και τη «σοφία» μας, θα κάνουν έναν καλύτερο κόσμο. Είμαι 72 ετών και για ένα πράγμα είμαι σίγουρη, ό,τι πιο μεγαλειώδες στη ζωή είναι η αγάπη».

«Η θεία μου η Σαπφώ, Μικρασιάτισσα, μικρότερη αδελφή της μητέρας μου, είχε οσιακό τέλος», μας λέει. «Παντρεύτηκε 35 χρονών τον Δήμο, χήρο με τρία παιδιά, με τον οποίο έκανε κι άλλα δύο, κι είχαν μια καταπληκτική σχέση· είχαν πολλή αγάπη ο ένας για τον άλλο. Όταν πέθανε ο θείος Δήμος, η θεία Σαπφώ ήταν 87 χρονών. Άσπρισε μόνη της όλο το σπίτι, κατέβασε τις κουρτίνες και τις έπλυνε, έπλυνε τα τσούλια, τις κουρελούδες, τα χαλιά, και στο μνημόσυνο του θείου κάλεσε όλη τη γειτονιά, –πρόσφυγες οι περισσότεροι, Αλβανοί, Γεωργιανοί– μαζί με τους συγγενείς κι έκανε ένα τρικούβερτο τραπέζι στη μνήμη του λες και είχε λεφτά, με ψαρικά και αρνιά.
Αφού τελειώσαν όλα, λέει στη Γεωργία και στον Μανόλη, στα παιδιά της, “να με αφήσετε να πλύνω εγώ τα πιάτα και να περιμένετε, γιατί μετά θέλω να σας πω κάτι”. Αυτό που τους είπε ήταν ότι “χωρίς τον Δήμο η ζωή μου δεν έχει νόημα, σταματάω να τρώω, σταματάω να πίνω τα φάρμακά μου”, και αυτό που είπε το έκανε· πέθανε σε οχτώ μέρες».

«Δεν συνηθίζεις μια απώλεια, αλλά και γιατί να τη συνηθίσεις; Όταν πεθάνει ένας άνθρωπος που έχει σημαδέψει τη ζωή μας, η υπόθεση δεν πάει ποτέ στο αρχείο, δεν ξεχνιέται. Σε επηρεάζει, θυμάσαι, σκέφτεσαι, αναθεωρείς κάποια πράγματα, μπορείς να συγχωρήσεις ή να σιχαθείς εκ των υστέρων, αλλά η σχέση παραμένει ενεργή με κάποιον τρόπο. Ειδικά όταν η σχέση ήταν έντονη».

«Υπάρχει γύρω μας πολλή και ξέφρενη βία, που ασκείται με πολλή άνεση και χωρίς ελαφρυντικά, μερικές φορές και με έπαρση, και δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν τη βλέπουμε, ανοίγεις τον υπολογιστή και βλέπεις μπάζα της κακόμοιρης της Γάζας…».

«Θέλω να σου πω ότι είμαι πιο πολύ αναγνώστρια παρά πεζογράφος –σιγά τα λάχανα, έχω γράψει κάτι λίγα βιβλία– και όχι μόνο σέβομαι τον αναγνώστη και τον λατρεύω, αλλά ζητάω και τη συμμετοχή του στο βιβλίο. Δεν θέλω να του το κάνω νιανιά. Όπως δοκιμάζομαι εγώ, δοκιμάζω τις αντοχές μου και κάνω πίσω εκεί που καταλαβαίνω ότι δεν μπορώ να είμαι ειλικρινής, ότι δεν έχω δύναμη, έτσι θέλω και ο αναγνώστης να μην το ξεπετάξει για να αποφορτιστεί από την καθημερινότητα. Γιατί πολλές φορές τα μυθιστορήματα ειδικά παίζουν αυτόν τον ρόλο, σε αποφορτίζουν, κι αυτό είναι καλό, ευλογία, αλλά δεν μπορεί να είναι μόνο αυτό η λογοτεχνία. Υπάρχουν απαιτήσεις».

«Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, λέει η Σιωπηλή μέσα στο βιβλίο, η Αναστασούλα η Πελεκάνου, «δεν είναι σωστό να δέχεται κανείς την καταπίεση της συμμετοχής σε μια συζήτηση», αλλά αυτοί τα είπαν όλα και μόνοι τους, ο ένας εναντίον του άλλου. Δεν επιθυμώ να εμπλουτίσω το ρεπερτόριο με αυτές τις σαχλές ατάκες που ακούστηκαν ένθεν κακείθεν. Να πω και ότι η στεναχώρια μου είναι πέραν αυτού, γιατί από παλιά, αν πάρει κανείς την αριστερά σ’ όλο της το φάσμα, από το κομμουνιστικό κόμμα μέχρι όλα τα υπόλοιπα κινήματα και οργανώσεις, βλέπει ότι όταν υπάρξει μια ήττα από τον ταξικό αντίπαλο ή από την ανεπάρκεια εξυπηρέτησης λαϊκών συμφερόντων, ο πιο εύκολος αντίπαλος να τα βάλεις και να τον χρεώσεις είναι ο πρώην σύντροφος. Αυτός είναι ο πιο βατός αντίπαλος, οπότε εκεί πέφτει το ξεφώνημα.Τι γίνεται όμως; Εστιάζουμε όλοι σ’ αυτό, που είναι η μικρή εικόνα, και δεν βλέπουμε το πανοραμικό πλάνο της μεγάλης εικόνας και το πού πάει ο κόσμος σήμερα. Δηλαδή, η πολιτική, η οποία έχει συγκεντρώσει τόση εμπειρία, έχει πια τόσα μέσα, έχει τόση γνώση, έχει τόσους ειδικούς με 15 μεταπτυχιακά από τα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου, έχει καταφέρει να γίνει αξιοθρήνητη. Θα περίμενε κανείς ότι τον 21ο αιώνα θα ήταν καλύτερα τα πράγματα, μετά τον αιματηρό, μιλιταριστικό 20ό αιώνα στην Ευρώπη του Διαφωτισμού, με τα τόσα εκατομμύρια νεκρούς, αλλά έχει παλινορθωθεί η μισαλλοδοξία για θρησκευτικούς και πολιτικούς λόγους, ο αντικομμουνισμός, ο νόμος του Χαμουραμπί, που δικαιολογεί τα αντίποινα».

«Δεν υπάρχει αμφισβήτηση, γιατί υπήρξαν πάρα πολλές αποτυχίες που δεν αναλύθηκαν επαρκώς και δεν ζυγίστηκαν, ώστε να βρεθεί κάτι που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες και στις σύγχρονες αντιλήψεις, να είναι ελκυστικό και ταυτόχρονα να κάνει καλό στους ανθρώπους. Για μένα η πιο λαϊκίστικη πολιτική είναι η αντιλαϊκή πολιτική. Όλοι μου οι ήρωες κάνουν ταπεινά επαγγέλματα, ο Σπούγιας είναι κορνιζοποιός. Παρότι είναι μια εποχή που πολλοί θέλουν να βρεθούν στα κέντρα των αποφάσεων, στις μεγαλουπόλεις και στις μητροπόλεις, ο Χρόνης και η Κλέα θέλουν να γίνουν δάσκαλοι στην άγονη γραμμή και να μάθουν τα παιδιά να αγαπάνε τα λουλούδια και να ξεχωρίζουν τα φυτά. Σου είπα, είμαι με τους ταπεινούς, στη χαμηλή κλίμακα, και πιστεύω ότι τα ταπεινά πράγματα είναι πολύ πιο σπουδαία από ό,τι νομίζουμε. Από ό,τι μας επιτρέπουν. Ξεμάθαμε να ζυγίζουμε…».

Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn

Leave a Comment

On Key

Related Posts

error: Content is protected !!