Στη δημοσιότητα δίδει ο τέως Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης επιστολή που απέστειλε σήμερα στον Πρόεδρο και τα Μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημόσιων Δαπανών για τις απολαβές και τα ωφελήματα του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη, κατά την περίοδο 14.4.2014 έως 28.2.2018 που εκτελούσε καθήκοντα Κυβερνητικού Εκπροσώπου.
Στην επιστολή μεταξύ άλλων ο κ. Μιχαηλίδης αναφέρει ότι «είναι αδιανόητο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να έχει παρανόμως λάβει δημόσιο χρήμα και να αρνείται να το επιστρέψει κρυβόμενος πίσω από κατά παραγγελία γνωματεύσεις που κρατεί μάλιστα στο σκοτάδι».
«Η κοινωνία δεν ανέχεται πλέον αυτές τις μεθοδεύσεις και συμπεριφορές. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται πολύ καλά την αλληλοεξυπηρέτηση συμφερόντων μεταξύ Προεδρικού και Νομικής Υπηρεσίας», αναφέρει ο κ. Μιχαηλίδης, επισημαίνοντας ότι δεν μπορούμε πλέον να μένουμε απαθείς, ούτε και να επιτρέψουμε να συνεχιστεί, αυτό το θέατρο παραλόγου που επιβάλλει τον νόμο της σιωπής μπροστά σε κατά παραγγελία γνωματεύσεις ή ακόμη και δικαστικές αποφάσεις.
Διαβάστε αυτούσια την επιστολή:
Πρόεδρο και Μέλη Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημόσιων Δαπανών, Απολαβές και ωφελήματα κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, ως Συμβούλου ή Γενικού Πρόξενου Α΄, Υπουργείο Εξωτερικών, κατά την περίοδο 14.4.2014 έως 28.2.2018 που εκτελούσε καθήκοντα Κυβερνητικού Εκπροσώπου.
Στις 7 Δεκεμβρίου 2023 η Ελεγκτική Υπηρεσία εξέδωσε Έκθεση με τον πιο πάνω τίτλο. Όπως αναφέρεται σε αυτήν, η Έκθεση αφορούσε έλεγχο συμμόρφωσης και διενεργήθηκε στο πλαίσιο των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας και αποσκοπούσε στο να διαπιστώσει την κανονικότητα των δαπανών που αφορούσαν στο συγκεκριμένο θέμα, εάν δηλαδή διενεργήθηκαν σύμφωνα με το καθορισμένο νομικό πλαίσιο. Λόγω της σχετικά μικρής έκτασης του ελέγχου, η έκθεση δημοσιοποιήθηκε υπό μορφή Ανακοίνωσης. Η Ανακοίνωση, η οποία σημειωτέον είχε εγκριθεί ομόφωνα από τη Διευθυντική Ομάδα της Υπηρεσίας, επισυνάπτεται για σκοπούς εύκολης αναφοράς.
2. Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε, κατά την ετοιμασία της Έκθεσης, είχαν ζητηθεί με βάση τη διαδικασία που προβλέπεται στα σχετικά ελεγκτικά πρότυπα, οι απόψεις της Διοίκησης Προεδρίας η οποία απαντώντας προέβαλε τους εξής ισχυρισμούς:
- Η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν έχει εξουσία έκφρασης ελεγκτικής γνώμης επί των ευρημάτων της σε κανονιστικά θέματα, εάν δεν λάβει προηγουμένως γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,η Ανακοίνωση συνιστά υπέρβαση εξουσίας επειδή τα συμπεράσματά της βασίστηκαν σε λανθασμένη νομική ερμηνεία που δόθηκε από την Ελεγκτική Υπηρεσία και όχι από τη Νομική Υπηρεσία,η μη λήψη γνωμάτευσης από τον Γενικό Εισαγγελέα πιθανό να εκληφθεί ως σκόπιμη παραγνώριση συστατικών στοιχείων που πρέπει να χαρακτηρίζουν τη δράση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, και
- στην Ανακοίνωση ενδέχεται να υπάρχει παραβίαση προσωπικών δεδομένων και θα έπρεπε να είχε ζητηθεί η άποψη της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί απαντήθηκαν στην ίδια την Έκθεση, στη βάση κυρίως γνωμάτευσης του πρώην Γενικού Εισαγγελέα Κρίτωνα Τορναρίτη, αλλά και των πρώην Γενικών Εισαγγελέων Πέτρου Κληρίδη και Κώστα Κληρίδη. Επιπλέον, στην Έκθεση περιλήφθηκε η ακόλουθη αναφορά: «Με την παρούσα ανακοίνωσή μας, απορρίπτουμε απερίφραστα τη θέση της Διοίκησης Προεδρίας ότι η Υπηρεσία μας δεν έχει εξουσία έκφρασης ελεγκτικής γνώμης εάν δεν λάβει προηγουμένως γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Η θέση μας είναι ότι έχουμε εξουσία να διενεργούμε τον καθορισμένο έλεγχο χωρίς να τίθεται ως προϋπόθεση ή ως υποχρέωσή μας η λήψη γνωμάτευσης από τον Γενικό Εισαγγελέα. Με τη σαφή αυτή τοποθέτησή μας, ανοίγεται ο δρόμος, εάν η Διοίκηση Προεδρίας επιμένει να αμφισβητεί την εξουσία μας αυτή, να καταχωρήσει αίτηση στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, με βάση το άρθρο 139 του Συντάγματος, εντός 30 ημερών από την έκδοση της παρούσας Ανακοίνωσης, προς επίλυση της διαφοράς.»
3. Ελεγχόμενη οντότητα στον υπό αναφορά έλεγχο ήταν η Διοίκηση Προεδρίας, της οποίας ελέγχων λειτουργός είναι ο Προϊστάμενος Διοίκησης Προεδρίας. Αυτός είχε υποχρέωση να λάβει μέτρα για συμμόρφωση με τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στην υπό αναφορά Έκθεση, ουσιαστικά απαιτώντας από τον κ. Νίκο Χριστοδουλίδη (όχι από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας) την καταβολή των χρημάτων που παρανόμως είχε ωφεληθεί και λάβει την περίοδο 2014-2018. Εάν ο Προϊστάμενος Διοίκησης Προεδρίας χρειαζόταν νομική καθοδήγηση, αυτός μπορούσε να ζητήσει γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα.
Στοιχειώδεις κανόνες ηθικής δεοντολογίας επέβαλλαν όπως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας λάβει μέτρα ώστε ο Προϊστάμενος Διοίκησης Προεδρίας να ενεργήσει ανεπηρέαστος. Αντί τούτου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, καταπατώντας βάναυσα κάθε τέτοια έννοια ηθικής δεοντολογίας, ζήτησε ο ίδιος γνωμάτευση (1) ασκώντας ανεπίτρεπτη πίεση με το βάρος της θέσης του. Ουσιαστικά ο Γενικός Εισαγγελέας, ενήργησε ως να ήταν ιδιώτης δικηγόρος του κ. Χριστοδουλίδη.
1 Δηλώσεις Προέδρου της Δημοκρατίας στις 7.12.2023: «Θα αποστείλω την έκθεση στον Γενικό Εισαγγελέα και θα ακούσω τις απόψεις του».
4. Το άρθρο 139 του Συντάγματος παρέχει περιθώριο 30 ημέρων σε μία αρχή να αμφισβητήσει τις εξουσίες μιας άλλης αρχής. Συνεπώς, αν η Προεδρία πίστευε ότι η Έκθεση είχε εκδοθεί καθ΄ υπέρβαση των εξουσιών μου, είχε κάθε ευχέρεια να ζητήσει επίλυση της διαφοράς στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο μέχρι τις 6 Ιανουαρίου 2024. Προφανώς όμως ο σχεδιασμός του Προέδρου της Δημοκρατίας με τον Γενικό Εισαγγελέα και τον Βοηθό του, ήταν η εξόντωσή μου. Κάτι που τελικά πέτυχαν με την καθοριστική συνδρομή του Προέδρου και των επτά μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
5. Όπως διαφάνηκε εκ των υστέρων, ο Γενικός Εισαγγελέας έδωσε τη γνωμάτευσή του, ξεπλένοντας τις οφειλές του κ. Χριστοδουλίδη, τις ίδιες ημέρες που συζητούσαν στο Προεδρικό (2) τη στρατηγική που θα ακολουθούσαν και το ποιος ή ποιοι θα υπέγραφαν την αίτηση για την καρατόμησή μου. Τελικά αποφάσισαν να την υπογράψει ο Γενικός Εισαγγελέας αφού ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας φοβήθηκε το πολιτικό κόστος. Με τον ίδιο τρόπο που και τώρα, φοβούμενος το πολιτικό κόστος, κρύβεται πίσω από τον Γενικό Εισαγγελέα και επιχειρεί την οικονομική εξόντωσή μου.
2 Δηλώσεις Προέδρου της Δημοκρατίας στο ΡΙΚ στις 8.11.2024
Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι, ενώ στη γνωμάτευση που η Κυβέρνηση διέρρευσε στον Reporter, συμφερόντων του Υπουργού Εσωτερικών, κατηγορούμαι ότι είχα ενεργήσει «καταχρηστικά και καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων μου», και ενώ όπως στη συνέχεια αποκάλυψε η εφημερίδα Πολίτης, στη γνωμάτευση η συμπεριφορά μου χαρακτηρίζεται ως «ανάρμοστη», το θέμα αυτό δεν περιλήφθηκε στην αίτηση για την απόλυσή μου. Βασικά, ο Γενικός Εισαγγελέας άφησε πίσω δύο θέματα προφανώς για να προστατεύσει τους εμπλεκόμενους. Το ένα θέμα είναι αυτό. Το δεύτερο αφορά τα υπηρεσιακά όπλα που παραχωρούνται στους ιδιώτες. Το γεγονός ότι τα δύο αυτά θέματα δεν συμπεριλήφθηκαν επιβεβαιώνει ότι η καταχώρηση της αίτησης ήταν προϊόν συνεργασίας του νυν και τέως Προέδρου της Δημοκρατίας με τους επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας.
6. Το γεγονός ότι η γνωμάτευση, αντί να δοθεί επίσημα και ολόκληρη στη δημοσιότητα, διέρρευσε αποσπασματικά, είναι στοιχείο απόλυτα συνάδον με την πολιτική συσκότισης και αδιαφάνειας που ακολουθούν σε όλα τα θέματα η Προεδρία της Δημοκρατίας και η Νομική Υπηρεσία.
Επί των αποσπασμάτων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, σημειώνω τα ακόλουθα:
(α) Μη δημοσίευση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για έγκριση πρόσθετων ωφελημάτων στον κ. Χριστοδουλίδη επειδή θα ασκούσε τα καθήκοντα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου.
Το θέμα σχολιάζεται στην παράγραφο 3(δ) της Έκθεσης. Στη γνωμάτευσή του, όπως αυτή διέρρευσε, ο Γενικός Εισαγγελέας ισχυρίζεται ότι η πρόνοια του άρθρου 57.4 του Συντάγματος περί δημοσιοποίησης των Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, εκτός εάν το ίδιο αποφασίσει διαφορετικά, αφορά μόνο «εκτελεστές διοικητικές πράξεις επιδεχόμενες προσβολή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος». Στην προσπάθεια του να ξεπλύνει τις οφειλές του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Γενικός Εισαγγελέας δεν σέβεται ούτε τον εαυτό του. Με μια απλή ανάγνωση οποιωνδήποτε τευχών του Τέταρτου Παραρτήματος της Επίσημης Εφημερίδας, στο οποίο δημοσιεύονται με βάση τα άρθρο 57.4 οι Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Γενικός Εισαγγελέας μπορεί να διαβάσει εκατοντάδες Αποφάσεις που δεν είναι «εκτελεστές διοικητικές πράξεις επιδεχόμενες προσβολή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος».
(β) Η ανάθεση καθηκόντων και τα περί ασυμβίβαστου.
Με βάση τον Reporter, «η Νομική Υπηρεσία επικαλείται γνωμάτευση του πρώην γενικού εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη επί παρόμοιου ζητήματος, όπου αποφάνθηκε πως “δεν φαίνεται να τίθεται θέμα άσκησης διττής εξουσίας”.» Ο Γενικός Εισαγγελέας εκφράζει επίσης τη θέση ότι «τα καθήκοντα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, όπως και στην παρόμοια περίπτωση, δεν εμπίπτουν στη σφαίρα άσκησης πολιτειακής εξουσίας, όπως π.χ. θα ήταν η περίπτωση της θέσης του Υπουργού, ο οποίος λαμβάνει αποφάσεις μέσα στα πλαίσια της πολιτειακής του εξουσίας».
Η Ελεγκτική Υπηρεσία στην Έκθεσή της δεν είχε αναφέρει ότι δεν μπορούσε ο κ. Χριστοδουλίδης να ασκεί τα καθήκοντα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου. Είχε απλώς εξηγήσει ότι ο κ. Χριστοδουλίδης ουδέποτε διορίστηκε επίσημα ως Κυβερνητικός Εκπρόσωπος (στην πράξη δηλαδή δεν υπήρξε τέτοιος διορισμός) και ότι απλώς ασκούσε τα καθήκοντα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου. Σχετικές είναι οι παράγραφοι 3(ε) έως (ζ) της Έκθεσης. Θέλω να πιστεύω ότι ο Γενικός Εισαγγελέας, αν και πλέον δεν θα με εξέπληττε οτιδήποτε, δεν θα διανοηθεί να μας πει ότι αύριο μπορεί να διοριστεί κανονικά, με επίσημο διορισμό, με διαβεβαίωση στο Προεδρικό Μέγαρο και με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα, ως Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, κάποιος που είναι και θα παραμείνει ταυτόχρονα δημόσιος υπάλληλος. Υπενθυμίζω ότι μετά που η κα Δόξα Κωμοδρόμου διορίστηκε, με τον τρόπο που περιγράφω πιο πάνω, ως Αναπληρώτρια Κυβερνητική Εκπρόσωπος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αντιλήφθηκε το σοβαρό ατόπημα και ανακάλεσε τον διορισμό με νέα δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα.
(γ) Επίδομα συντήρησης εξωτερικού
Η γνωμάτευση, όπως έχει διαρρεύσει, δεν απαντά σε κανένα από τα επιχειρήματα που παρατίθενται στη παράγραφο 5.3 της Έκθεσης. Υπενθυμίζω ότι για το ποσό των €20.804 που αφορά το θέμα αυτό, η Ελεγκτική Υπηρεσία είχε σημειώσει ότι «εφόσον παρήλθε ο εύλογος χρόνος, και με δεδομένο ότι η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου μπορούσε καλόπιστα να εκληφθεί από τον κ. Χριστοδουλίδη όταν υπέβαλλε τα σχετικά αιτήματα για πληρωμή, ως να αποτελούσε ικανοποιητική βάση για να αποζημιώνεται όπως εάν ήταν Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, ο χειρισμός του θέματος εναπόκειται στον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.»
(δ) Το υπηρεσιακό όχημα
Για το θέμα αυτό ο Γενικός Εισαγγελέας κατ’ αρχάς δεν σχολιάζει το γεγονός ότι μέχρι τις 7.11.2014 ακόμη και επίσημα διορισμένος Κυβερνητικός Εκπρόσωπος να ήταν ο κ. Χριστοδουλίδης, δεν θα δικαιούτο να χρησιμοποιεί το υπηρεσιακό όχημα για ιδιωτικές μετακινήσεις. Συνεπώς, πρόδηλα για την περίοδο αυτή ο Γενικός Εισαγγελέας συγκαλύπτει την παρανομία του κ. Χριστοδουλίδη. Όπως φυσικά πράττει και για την υπόλοιπη περίοδο μέχρι τις 28.2.2018 αφού ο κ. Χριστοδουλίδης απλώς ασκούσε καθήκοντα και δεν ήταν κανονικά ούτε και επίσημα διορισμένος ως Κυβερνητικός Εκπρόσωπος. Ήταν ένας δημόσιος υπάλληλος που παράλληλα ασκούσε και κάποια άλλα καθήκοντα.
Επισημαίνω την ακόλουθη φράση από τη γνωμάτευση: «Πέραν της νομικής διάστασης, με τις τοποθετήσεις του μέσω της ανακοίνωσης, αλλά ακόμη και μέσω πρόσφατων δημοσιευμάτων, δίδει την εντύπωση στην κυπριακή κοινωνία ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παράνομα επωφελήθηκε από ωφελήματα τα οποία δεν εδικαιούτο και ότι έχει καταχραστεί δημόσιο χρήμα, το οποίο οφείλει να επιστρέψει». Στο ίδιο πνεύμα, ο Γενικός Εισαγγελέας, εκφεύγει των υποτιθέμενων νομικών αναλύσεων και με κατηγορεί προσωπικά ότι «δεν προέβηκε στους ορθούς ελέγχους, ώστε να διαπιστώσει έγκαιρα τέτοιες ισχυριζόμενες παρατυπίες είτε προέβηκε σε τέτοιους ελέγχους χωρίς να διαπιστώσει κάτι μεμπτό, πλην όμως το παρουσιάζει ως τέτοιο σε αυτό το χρονικό σημείο…». Ο ίδιος ισχυρισμός είχε προβληθεί κατά κόρον από τους εκπροσώπους της Κυβέρνησης αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης και απαντήθηκε πλήρως στην ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ημερ. 9.12.2023 η οποία και επισυνάπτεται στην παρούσα.
Ο Γενικός Εισαγγελέας, από ανεξάρτητος νομικός σύμβουλος, μετατρέπεται σε πολιτικό υποστηρικτή και απολογητή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Είναι προφανές ότι μεταξύ τους υπήρξε αλληλοεξυπηρέτηση στοχεύσεων και επιδιώξεων, η οποία συνεχίζεται και σήμερα με τα θέματα των περιουσιακών μου δικαιωμάτων, με το θέμα του Πόθεν Έσχες των επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, με το θέμα της επιβεβλημένης διαφάνειας των χορηγών στον Φορέα Κοινωνικής Στήριξης, και σε πολλά άλλα θέματα.
Επιστέγασμα της πολιτικής συναλλαγής Προεδρίας – Νομικής Υπηρεσίας αποτελεί η ακόλουθη φράση από τη γνωμάτευση: «Επίσης η μεθοδολογία που ακολουθεί για υπολογισμό, δεικνύει την πρόθεση να θέσει σε ανυποληψία τον Πρόεδρο της Δημοκρατία.»
Ο Γενικός Εισαγγελέας, εκτός από νομικός που δίνει γνωματεύσεις κατά παραγγελία, αποφάσισε να ενεργήσει και ως ελεγκτής, έκανε δικούς του αριθμητικούς υπολογισμούς των χιλιομέτρων που διένυε παράνομα ο κ. Χριστοδουλίδης με λεφτά των φορολογούμενων πολιτών, και κατέληξε ότι οι υπολογισμοί της Ελεγκτικής Υπηρεσίας (κατά μέσο όρο 138 χλμ ημερησίως, περιλαμβανομένων αργιών, σαββατοκύριακων, ημερών που ο κ. Χριστοδουλίδης απουσίαζε στο εξωτερικό και των ημερών που ήταν με άδεια), ήταν λανθασμένοι. Ούτε τα προσχήματα δεν τηρεί πλέον ο Γενικός Εισαγγελέας.
(ε) Η συσσωρευμένη άδεια
Στη γνωμάτευση, όπως έχει διαρρεύσει, δεν υπάρχει κανένα νομικό σημείο που να απαντά στα ευρήματα της παραγράφου 5.5 της Έκθεσης. Υπενθυμίζω ότι ο κ. Χριστοδουλίδης, για όσο διάστημα ασκούσε τα καθήκοντα Κυβερνητικού Εκπροσώπου, δεν συμπλήρωνε τα έντυπα αδειών που προβλέπονται για τους δημόσιους υπαλλήλους ώστε να καταγράφεται πόσες άδειες πήρε και πόσες (και εάν) του έμειναν ώστε να τις μεταφέρει. Μετά, μόλις έγινε Υπουργός Εξωτερικών, θυμήθηκε (επειδή τον σύμφερε) ότι τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια ήταν δημόσιος υπάλληλος και συμπλήρωσε τον Μάρτιο του 2018 τα έντυπα για τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια χωρίς να βάλει σε αυτά ημερομηνία. Στη βάση των πιο πάνω παρανόμως συμπληρωθέντων εντύπων, πιστώθηκαν στον κ. Χριστοδουλίδη διαδοχικά 13 ημέρες για κάθε ένα από τα τέσσερα χρόνια που εκτελούσε τα καθήκοντα Κυβερνητικού Εκπροσώπου (το μέγιστο μεταφερόμενων ημερών που επιτρέπεται για ένα δημόσιο υπάλληλο), οι οποίες προστέθηκαν στο αρχικό υπόλοιπο αδειών του, με αποτέλεσμα, στις 31.12.2017, αυτό να ανέλθει στο ανώτατο όριο συσσώρευσης των 70 ημερών που προβλέπει η νομοθεσία. Κατά την ημερομηνία αφυπηρέτησής του, προστέθηκαν επίσης οι πέντε ημέρες άδειας που κερδήθηκαν αναλογικά, εντός των δύο πρώτων μηνών του 2018, και το σύνολο των 75 ημερών υπολογίστηκε στο ποσό των €18.176, το οποίο του καταβλήθηκε αφού αφαιρέθηκε φόρος εισοδήματος και μείωση απολαβών. Την παράνομη πληρωμή έκανε το λογιστήριο του Υπουργείου Εξωτερικών όταν αυτός ήταν Υπουργός Εξωτερικών.
7. Δυστυχώς μέχρι σήμερα η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν έχει αντιδράσει στα όσα διέρρευσαν ως μέρος γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα. Αντιλαμβάνομαι ότι το θέμα για τον Γενικό Ελεγκτή έχει κλείσει. Κρίμα.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το θέμα θα πρέπει να κλείσει και για την Επιτροπή σας, αφού έχετε κάθε ευχέρεια να ασκήσετε κοινοβουλευτικό έλεγχο. Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισα να σας απευθύνω την παρούσα. Νοείται δε ότι παραμένω στη διάθεσή σας, αν φυσικά και εσείς συμφωνείτε ότι είναι αδιανόητο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να έχει παρανόμως λάβει δημόσιο χρήμα και να αρνείται να το επιστρέψει κρυβόμενος πίσω από κατά παραγγελία γνωματεύσεις που κρατεί μάλιστα στο σκοτάδι.
8. Έχω ισχυρή άποψη ότι η κοινωνία δεν ανέχεται πλέον αυτές τις μεθοδεύσεις και συμπεριφορές. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται πολύ καλά την αλληλοεξυπηρέτηση συμφερόντων μεταξύ Προεδρικού και Νομικής Υπηρεσίας. Δεν μπορούμε πλέον να μένουμε απαθείς, ούτε και να επιτρέψουμε να συνεχιστεί, αυτό το θέατρο παραλόγου που επιβάλλει το νόμο της σιωπής μπροστά σε κατά παραγγελία γνωματεύσεις ή ακόμη και δικαστικές αποφάσεις. Τα λεχθέντα ως προϊόν διαπλεκόμενων και αλληλοεξυπηρετούμενων συμφερόντων προφανώς δεν μπορούν να αποτελούν θέσφατο.
9. Για λόγους διαφάνειας η παρούσα δίνεται στη δημοσιότητα.
Δρ Οδυσσέας Φ. Μιχαηλίδης
τέως Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας