Search
Close this search box.

Inkhearted «Tέρμα τα όνειρα Μόντεχριστο … τέρμα τα όνειρα»

Γράφει ο Grand Tirelire
Sun-Kil-Moon

Σκοτάδι Πηκτό Βαρύ Ασήκωτο,

αυτή είναι η πρώτη μου μνήμη, δεν την λέω ανάμνηση. Ανάμνηση λέω όλα αυτά που θα θελα να ζήσω ξανά και να τα αναβιώσω.

Σκοτάδι Πηκτό Βαρύ Ασήκωτο,

με μάτια γουρλωμένα να κοιτούν επίμονα, μα παντού μαύρο και εκείνη η μυρωδιά της κλεισούρας, της αποσύνθεσης των ονείρων, εκείνη της δέσμιας ψυχής να μου μπλοκάρει κάθε ανάμνηση μυρουδιάς.

Σκοτάδι Πηκτό Βαρύ Ασήκωτο,

αυτιά αχρείαστα… μια νεκρική σιγή απλώνεται παντού. Άγνωστο πόσο μεγάλο είναι το παντού. Ένα δωμάτιο; Ένας ολάκερος κόσμος; Μια ζωή; Μια αιωνιότητα; Για πάντα;

Σκοτάδι Πηκτό Βαρύ Ασήκωτο,

χέρια απλωμένα, τεντωμένα σχεδόν, αποχωρίζονται το κορμί, ψαχουλεύουν το τίποτα, το άγνωστο, ψάχνοντας. τους περιορισμούς τους.

Τα χεριά μου ψαχουλεύουν τους τοίχους της μοναξιάς μου μανιωδώς και ασταμάτητα ψάχνουν να βρουν αιτίες. Μάταια…

Μάτια γουρλωμένα κολλάνε τις κόρες τους στον τοίχο ψάχνοντας να βρουν μια ρωγμή, μια σχισμούλα σε αυτό το αδυσώπητο σκοτάδι το πηκτό, το βαρύ, το ασήκωτο. Μάταια μαύρισαν και αυτά και δεν βλέπουν πια καλά.

Το νοιώθεις; Ο χρόνος τελειώνει, οι τοίχοι σιμώνουν ο ένας τον άλλο και ανάμεσα τους το κορμί μου γυμνό με λιγοστές αναπνοές χωρίς αέρα…

Απόγνωση, ματαιότητα, ονόμασε τα όπως θες… μια απόκοσμη κραυγή ταξιδεύει μέσα από το σώμα μου, λες και θέλει να μείνει για πάντα. Αντηχεί στους περιορισμούς μου, στους τοίχους που σιμώνουν,

πετάγεται απότομα, αλαφιασμένα κουνά τα χεριά του, χαϊδεύει τους τοίχους σαν να ‘ναι το κορμί της αγαπημένης που έχασε, ψάχνει ανάμεσα στην αφή και την σκληρή επιφάνεια του τοιχώματος, την ανάμνηση της, ξεφυλλίζει τον τοίχο, τον διαπερνά με την σκέψη του. Αφήνει την αφή του για μια τελευταία φορά να χαϊδέψει την συντρόφια των περιορισμών του μα ξάφνου η λεία επιφάνεια διακόπτεται… Μια σχισμή… μια ρωγμή στον τοίχο…

Με φόρα ορμά στον τοίχο, με μανία χώνει το μάτι του στην ρωγμή , το σπρώχνει να περάσει από την ρωγμή, ματώνει, πονά μα θέλει να δει φως, έτσι όπως το χει στην ανάμνηση του. Δεν ξέρει αν αυτό που του χαρίζει η ρωγμή είναι φως για πιότερο σκοτάδι. Δεν παύει όμως να ναι μια ρωγμή, μια σχισμή, μια στιγμούλα στο τίποτα… στο τίποτα.

Αυτή η σκέψη γρήγορα τον κατέβαλε, τον μίκρυνε, σαν Άλικη στην Χώρα των Θαυμάτων, τον σμίκρυνε τόσο όσο να χωρά σε μια ρωγμούλα του ονείρου. Το ξέρει πια πως η κραυγή του έδωσε μια έξοδο στο όλα ή στο τίποτα, το πάλεψε μέσα του, είναι η ρωγμούλα μια ελπίδα ή μια διέξοδος και θα πετάξει περνώντας από μέσα της για μια συνάντηση με την αδιέξοδη πραγματικότητα.

Βιάζεται για ανάσες, για φως. Αυτό το σκοτάδι έγινε ακόμα πιο πηκτό, δεν αναπνέει… Οι τοίχοι σιμώνουν. Αλαφιασμένος παίρνει κάρβουνο από το μαύρο πηκτό σκοτάδι. Είναι ανθρώπινο δεν ανησυχεί, θέλει να αφήσει το σημάδι ακόμα και σε αυτό το σκοτάδι, το πηκτό, το βαρύ, τ’ ασήκωτο, σε αυτούς τους τοίχους σαν πρόσταγμα στους ένοικους του σκότους.

Μα συγχωρέστε με, με κατέβαλε το σκότος. Δεν θυμάμαι αν έγραψε στην ρωγμούλα πάνω «ελπίδα» ή «πήδα» τον άκουσα όμως να φωνάζει καθώς έσβηνε η φωνή του βιαστική για την συνάντηση με το κράσπεδο «τέρμα τα όνειρα Μόντεχριστο … τέρμα τα όνειρα»

Share:

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn
On Key

Related Posts

Επιστολή κοινοτικού συμβουλίου Κοφίνου προς υφυπουργό μετανάστευσης: «Είμαστε στην κόψη του ξυραφιού»

Επιστολή προς τον υφυπουργό μετανάστευσης Νικόλα Ιωαννίδη απέστειλε πριν λίγες μέρες στο κοινοτικό συμβούλιο Κοφίνου. Αυτούσια η επιστολή: Αξιότιμε Κύριε Υφυπουργέ Μετανάστευση, Κυρίε Δόκτωρ Ιωαννίδη,

error: Content is protected !!