Της Γιώτας Δημητρίου
Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης 21 Μαρτίου
Είναι σωστό να αναφερθεί ότι η αρχική ιδέα για τη Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης ανήκει στον Ελλαδίτη ποιητή Μιχαήλ Μήτρα, ο οποίος το φθινόπωρο του 1997 πρότεινε στην Εταιρεία Συγγραφέων Ελλάδας να καθιερωθεί ο εορτασμός της ποίησης στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, και να οριστεί μία συγκεκριμένη ημέρα γι αυτή τη “γιορτή”.
Η ιιδέα του Μιχαήλ Μήτρα δεν έμεινε μόνο ως ιδέα αλλά επισημοποιήθηκε ως εισήγησή με επιστολή και έφτασε στον Κώστα Στεργόπουλο ο οποίος τότε Προέδρευε της Εταιρείας Συγγραφέων Ελλάδος.
Η εισήγηση για την συγκεκριμένη μέρα, δηλαδή της 21η Μαρτίου ήρθε από την ποιήτρια Λύντια Στεφάνου λόγω του ότι η μέρα αυτή της 21ης Μαρτίου “είναι η ημέρα της εαρινής ισημερίας, που συνδυάζει το φως από τη μία και το σκοτάδι από την άλλη, όπως η ποίηση, που συνδυάζει το φωτεινό της πρόσωπο της αισιοδοξίας με το σκοτεινό πρόσωπο του πένθους”.
Η πρώτη Ημέρα Ποίησης γιορτάστηκε το 1998 στο παλιό ταχυδρομείο της πλατείας Κοτζιά στην Αθήνα. Ετοιμάστηκε με ελάχιστα έξοδα και πολλή εθελοντική δουλειά, αλλά κατάφερε να έχει μεγάλη επιτυχία.
Το 1999 Ελλαδίτης συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, (ο δεύτερος πιο πολυμεταφρασμένος Έλληνας συγγαρφέας μετά τον Καζαντζάκη) πρέσβης τότε της Ελλάδας στην UNESCO, εισηγήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του οργανισμού όπως η 21η Μαρτίου να ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.
Οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Τυνήσιοι και άλλοι πρέσβεις από χώρες της Μεσογείου υποστήριξαν την εισήγηση και η ελληνική πρόταση υπερψηφίστηκε.
Τον Οκτώβριο του 1999, στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO στο Παρίσι, η 21η Μαρτίου ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης.
Η ανακοίνωση για την απόφαση ανέφερε: «Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης θα ενισχύσει την εικόνα της ποίησης στα ΜΜΕ, ούτως ώστε η ποίηση να μην θεωρείται πλέον άχρηστη τέχνη, αλλά μια τέχνη που βοηθά την κοινωνία να βρει και να ισχυροποιήσει την ταυτότητά της. Οι πολύ δημοφιλείς ποιητικές αναγνώσεις μπορεί να συμβάλουν σε μια επιστροφή στην προφορικότητα και στην κοινωνικοποίηση του ζωντανού θεάματος και οι εορτασμοί μπορεί να αποτελέσουν αφορμή για την ενίσχυση των δεσμών της ποίησης με τις άλλες τέχνες και τη φιλοσοφία, ώστε να επαναπροσδιοριστεί η φράση του Ντελακρουά “Δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ποίηση”».
Ποιητές “της Κύπρου”
Και ενώ στη Κύπρο η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης φαίνεται να περνάει απαρατήρητη, η αλήθεια είναι πως το νησί μας υπήρξε πάντα “μια καλή πατρίδα για ποιητές”.
Ανάμεσα στους γνωστούς Κύπριους ποιητές τους οποίους αξίζει κανείς όχι μόνο να διαβάσει αλλά και να μελετήσει είναι ο Τεύκρος Ανθίας ψευδώνυμο του Ανδρέα Παύλου, ο οποίος γεννήθηκε στην Κοντέα το 1903 και πέθανε το 1968
“Αλήτη! Απόψε είν’ η βραδιά τόσο καλή, τόσο καλή.
Μπορείς να πας να κοιμηθείς σ’ ένα παγκάκι, αλήτη!
Πλάτυνε η σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ,
που έκανε ο άνθρωπος τη γη κι όλο το σύμπαν σπίτι”
(Από τα “Σφυρίγματα του Αλήτη”
Ο Βασίλης Μιχαηλίδης (γενήθηκε το 1849 και πέθανε το 1917) ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Κυπριακής λογοτεχνίας.
“Η Ρωμιοσύνη έν’ φυλή συνόκ̌αιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν γαι να την-ι ’ξηλείψει,
κανένας, γιατί σ̌κ̌έπει την ’που τ’ άψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη έν’ να χαθεί, όντας ο κόσμος λείψει”.
Ο Δημήτρης Λιπέρτης ο οποίος γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1866 και πέθανε στη Λευκωσία το 1937 και θεωρείται ως ο ποιητής ο οποίος ανέδειξε τη Κυπριακή διάλεκτο, ο Παύλος Λιασίδης (1901-1985), ο Κώστας Μόνης (1914 – 2004) και αρκετοί άλλοι.
Υπάρχουν βέβαια και οι Έλλαδίτες ποιητές που αγάπησαν τη Κύπρο και άντλησαν έμπνευση και αγάπη από το νησί μας. Ανάμεσα τους και ο Νομπελίστας Γιώργος Σεφέρης ο οποίος στις 12 Μαρτίου 1954, μέσα από ένα γράμμα του έλεγε στον Κύπριο ζωγράφο Αδαμάντιο Διαμαντή :
«Στο μικρό διάστημα που έμεινα στην Κύπρο, άρχισαν πολλά πράγματα και νομίζω θα με κυνηγούν αδυσώπητα ώσπου να πάρουν μορφή. Παραξενεύομαι όταν το συλλογίζομαι. Η Κύπρος πλάτυνε το αίσθημα που είχα για την Ελλάδα. Κάποτε λέω πως μπορεί να με πήρε για ψυχοπαίδι της». Λίγους μήνες νωρίτερα έγραφε από το νησί στην αδελφή του: ««…Τον έχω αγαπήσει αυτόν τον τόπο. Ίσως γιατί βρίσκω εκεί πράγματα παλιά που ζουν ακόμη, ενώ έχουν χαθεί στην άλλη Ελλάδα… ίσως γιατί αισθάνομαι πως αυτός ο λαός έχει ανάγκη από όλη μας την αγάπη και όλη τη συμπαράστασή μας. Ένας πιστός λαός, πεισματάρικα και ήπια σταθερός. Για σκέψου πόσοι και πόσοι πέρασαν από πάνω τους: Σταυροφόροι, Βενετσιάνοι, Τούρκοι, Εγγλέζοι – 900 χρόνια. Είναι αφάνταστο πόσο πιστοί στον εαυτό τους έμειναν και πόσο ασήμαντα ξέβαψαν οι διάφοροι αφεντάδες πάνω τους.»
Σε ένα άλλο γράμμα του την ίδια χρονιά στον Γιώργο Θεοτοκά έγραφε: «Υπάρχουν σε μια γωνιά της γης 400 χιλιάδες ψυχές από την καλύτερη, την πιο ατόφια Ρωμιοσύνη, που προσπαθούν να τις αποκόψουν από τις πραγματικές τους ρίζες και να τις κάνουν λουλούδια θερμοκηπίου. Σ’ αυτή τη γωνιά της γης δουλεύει μια μηχανή που κάνει τους Ρωμιούς σπαρτούς-Κυπρίους-όχι-Ελληνες, που κάνει τους ανθρώπους μπαστάρδους, με την εξαγορά και την απαθλίωση των συνειδήσεων, με τις κολακείες των αδυναμιών ή των συμφερόντων».
Για το μόνο τόπο που ο Σεφέρης έγραψε δύο ποιήματα είναι η Αγία Νάπα την οποία αγαπούσε ιδιαίτερα.
“Παράξενο, τὸ βλέπω ἐδῶ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου… τὸ χρυσὸ δίχτυ
ὅπου τὰ πράγματα σπαρταροῦν σὰν τὰ ψάρια
ποὺ ἕνας μεγάλος ἄγγελος τραβᾶ
μαζὶ μὲ τὰ δίχτυα τῶν ψαράδων”
(Αγία Νάπα Α)
ὅπου τὰ πράγματα σπαρταροῦν σὰν τὰ ψάρια
ποὺ ἕνας μεγάλος ἄγγελος τραβᾶ
μαζὶ μὲ τὰ δίχτυα τῶν ψαράδων”
(Αγία Νάπα Α)