Σε μια κοινωνία όπου η δημοσιογραφία περνάει και αυτή την κρίση της, (σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο), σε μια πόλη που πέρασε και περνάει ακόμη πολλά, η συνέντευξη με ένα συνάδελφο που τιμά τη λέξη «δημοσιογράφος» και που έχει ασχοληθεί δημοσιογραφικά με τη Λάρνακα όσο κανείς άλλος, (όταν εμείς κάναμε lifestyle ρεπορτάζ σε παγκύπρια περιοδικά, αυτός έδινε μάχες με την πένα του για τη Λάρνακα), θεωρούμε ως διαδικτυακό περιοδικό της πόλης και επαρχίας Λάρνακας σημαντικό να δημοσιεύσουμε μια συνέντευξη του.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα, χωρίς περιστροφές και μισόλογα, με τον Τάσο Περδίο, για την δημοσιογραφία, αλλά και τη Λάρνακα.
Της Γιώτας Δημητρίου
Τάσο το δικό σου δημοσιογραφικό ταξίδι πώς και πότε ξεκίνησε;
Σπούδασα στην Αθήνα και μπήκα στο επάγγελμα τον Απρίλιο του 2000 στη θέση στην οποία βρίσκομαι μέχρι σήμερα. Ξεκίνησα ως ανταποκριτής των επαρχιών Λάρνακας και Αμμοχώστου για την εφημερίδα Χαραυγή και στη συνέχεια ανέλαβα τα ίδια καθήκοντα και στο ραδιοσταθμό Άστρα όταν δημιουργήθηκε ο εκδοτικός Όμιλος Διάλογος μέρος του οποίου είναι και το ειδησεογραφικό portal dialogos.com.cy. Στη συνέχεια έκανα ένα διάστημα μια εκδοτική προσπάθεια εκδίδοντας μαζί με αγαπητές συναδέλφους την τοπική εφημερίδα L.A Voice.
Γιατί επέλεξες αυτό τον κλάδο;
Για να είμαι ειλικρινής το ενδιαφέρον ξεκίνησε από την ενασχόληση μου με το ποδόσφαιρο από πολύ νεαρής ηλικίας. Είχα παίξει ποδόσφαιρο στις μικρές ηλικίες στην Αλκή αλλά στη συνέχεια προέκυψαν οι σπουδές και δεν υπήρξε συνέχεια, αν και δεν ήμουν και το πιο μέτριο ταλέντο. Αποφάσισα λοιπόν να γίνω δημοσιογράφος για ν’ ασχοληθώ με το αθλητικό ρεπορτάζ με το οποίο όμως, τελικά δεν ασχολήθηκα ποτέ! Αλλά δεν μετανιώνω.
Είχες κάποια πρότυπα όταν ξεκινούσες;
Δεν έχουν σημασία τα ονόματα. Για μένα πρότυπο είναι όποιος εμβαθύνει, φτάνει στον πυρήνα της ιστορίας και δεν περιορίζεται σε μια επιφανειακή και πολλές φορές και ανακριβή απόδοση των γεγονότων. Με συναρπάζει επίσης η καλή χρήση της γλώσσας και αντίστοιχα με απογοητεύει και με εκνευρίζει η κακή χρήση της γλώσσας όσον αφορά στη δική μας δουλειά. Θεωρώ ανεπίτρεπτο να δηλώνεις δημοσιογράφος και να μη ξέρεις να χειρίζεσαι τη γλώσσα. Το πρότυπό μου, χωρίς να ονοματίζω, θα το περιέγραφα ως τον δημοσιογράφο ο οποίος φτάνει σε ένα επίπεδο στο οποίο όταν ο αναγνώστης ή ο ακροατής διαβάσει ή ακούσει ένα θέμα του, αυτόματα το θεωρεί αξιόπιστο.
Τι σήμαινε για σένα η λέξη “δημοσιογραφία” όταν ξεκινούσες και τι σημαίνει σήμερα;
Σίγουρα ήταν κάτι πιο σοβαρό από ό,τι είναι σήμερα και εννοώ στο επίπεδο της επαγγελματικής δημοσιογραφικής δουλειάς. Τότε δεν υπήρχαν τα sites τα οποία, εκτός του ότι έχουν αλλάξει εντελώς το ρόλο συμβατικών ΜΜΕ με πρώτες τις εφημερίδες, έχουν ρίξει το επίπεδο στα τάρταρα. Και δεν εννοώ όλα. Αυτό που γίνεται σήμερα με πολλά “ειδησεογραφικά” sites σε συνδυασμό με την ταχύτητά μετάδοσης μέσω των social media σίγουρα δεν είναι σοβαρή δημοσιογραφία.Περισσότερο με ένα τεράστιο ηλεκτρονικό καφενείο μοιάζει με όλο το σεβασμό στους καφενέδες.Το επίπεδο της παραπληροφόρησης είναι άνευ προηγουμένου και σίγουρα, ο πολίτης, εάν επιθυμεί πραγματικά να γνωρίζει τι γίνεται γύρω του στην κοινωνία και στην πολιτική, πρέπει να προσέχει τις πηγές πληροφόρησής του. Εάν απλώς ακολουθήσει το ρεύμα της τυχαίας ενημέρωσης από sites και από το facebook το μόνο που θα καταφέρει είναι να συγχυστεί και κυρίως να μη γνωρίζει τα πραγματικά γεγονότα.
Υπήρξαν στιγμές στην καριέρα σου που δεν μίλησες για ένα θέμα γιατί φοβήθηκες, για οποιοδήποτε λόγο;
Όχι. Να σου πω τη δική μου θεωρία. Εάν είσαι δημοσιογράφος στο σημερινό κοινωνικοπολιτικό σύστημα, με τη διαφθορά και την κατάπτωση που υπάρχει και δεν ενοχλείς κάποιους με τη δουλειά σου, σίγουρα δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου. Είναι σαν να ψαρεύεις σε ενυδρείο γεμάτο με ψάρια αλλά εσύ να μην πιάνεις ούτε ένα.Στην πορεία μου λοιπόν υπήρξαν πολλές δύσκολες στιγμές. Θυμάμαι στα πρώτα χρόνια κάποιες τηλεφωνικές “συστάσεις” από ανθρώπους του υποκόσμου για παράδειγμα. Υπήρξαν λεκτικές επιθέσεις από πολιτικά πρόσωπα και όχι μόνο. Αλλά δεν έκανα ποτέ πίσω. Η μόνη περίπτωση για την οποία αισθάνθηκα πολύ άσχημα με τον εαυτό μου και κατέβασα από το διαδίκτυο αμέσως ένα ρεπορτάζ ήταν όταν είχα κάνει ανασκόπηση σε μεγάλες τραγωδίες. Είχε τότε επικοινωνήσει μαζί μου μια από τις οικογένειες λέγοντάς μου ότι είχα ξυπνήσει άσχημες εμπειρίες σε κάποια παιδιά. Ήθελα ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί.
Υπάρχει αντικειμενική δημοσιογραφία σήμερα;
Εάν μιλάμε γενικά στον κόσμο, ευτυχώς η ακεραιότητα διασώζεται ακόμα.Θα σου φέρω ως παράδειγμα της δολοφονία της Daphne Caruana Galizia στη Μάλτα. Στην περίπτωση εκείνη δημιουργήθηκε το λεγόμενο Daphne Project. Είναι μια πλατφόρμα συνεργασίας δημοσιογράφων μεγάλων ΜΜΕ από διάφορες χώρες που μπήκε πραγματικά βαθιά στην υπόθεση της δολοφονίας και στη διαφθορά στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο που βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία. Η δουλειά αυτής της πλατφόρμας σε συνδυασμό με κάποια follow up από άλλα ΜΜΕ οδήγησαν στις συλλήψεις στην αρχή των φυσικών αυτουργών και στη συνέχεια του φερόμενου ως ηθικού αυτουργού που είναι ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες της χώρας με διασυνδέσεις στα πιο ψηλά κλιμάκια της κυβέρνησης. Αυτό κατά την άποψή μου είναι αντικειμενική δημοσιογραφία.
Κατά τα άλλα, ας μην κοροϊδευόμαστε.Εάν εργάζεσαι σ’ ένα κανάλι και βρεθείς μπροστά σ’ ένα σκάνδαλο που αφορά στον ιδιοκτήτη του, δεν υπάρχει καμία αντικειμενική δημοσιογραφία. Από τη στιγμή που προέκυψε αυτό που στο εξωτερικό ονομάζεται corporate media, η αντικειμενική δημοσιογραφία απεβίωσε.
Ποια η άποψη σου για τα sites που παρουσιάζονται ως δημοσιογραφικά, αλλά ούτε ιδιοκτήτες, ούτε διευθυντές, ούτε αρχισυντάκτες έχουν δημοσιογράφους;
Σου απάντησα και πιο πάνω. Είναι η ντροπή της δημοσιογραφίας σε πολλά επίπεδα.Και σε επίπεδο σοβαρότητας της δουλειάς και σε επίπεδο χρήσης της γλώσσας.Είναι μια ανεξέλεγκτη μηχανή παραπληροφόρησης και σύγχυσης που μόνο κακό κάνει στην κοινωνία. Όσο για τους ιδιοκτήτες, διευθυντές κ.α υπάρχει σίγουρα θεσμικό θέμα το οποίο πρέπει να ρυθμίσει η Πολιτεία. Δεν μπορεί να βρίσκονται στην ίδια μοίρα επαγγελματικοί οργανισμοί με κατά νόμο υπεύθυνους και τυχάρπαστοι που δεν υπόκεινται σε κανένα έλεγχο.Και από αυτούς μάλιστα να υφίστανται ζημιά οι σοβαροί επαγγελματίες.
Ποιος είναι ο καλός δημοσιογράφος Τάσο, κατά την δική σου άποψη;
Καλός δημοσιογράφος είναι αυτός ο οποίος κάνει το όνομα και τη δουλειά του συνώνυμα με την αξιοπιστία. Όταν η πρώτη αντίδραση που προκαλείς στον αναγνώστη ή στον ακροατή είναι “αυτός ξέρει τι λέει” τότε είσαι καλός δημοσιογράφος. Επίσης, θεωρώ πολύ σημαντικό για τον δημοσιογράφο να “αρπάζει” αμέσως την είδηση και να αποδίδει το θέμα στη σωστή του διάσταση. Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά όταν είχε τοποθετηθεί βόμβα στο γραφείο ενός υπουργού στην Αθήνα, μια εφημερίδα είχε αποδώσει το θέμα με τον τίτλο “Βόμβα σε γραφείο στην Αθήνα”. Αυτή είναι κακή αξιολόγηση και κακή δημοσιογραφία επειδή η είδηση δεν ήταν η βόμβα αλλά ο υπουργός.
Τα χρόνια σου στην LA Voice πώς ήταν; Πόσο διαφορετικό είναι να εργάζεσαι σε τοπικό ΜΜΕ αντί σε παγκύπριο;
Δεν ήταν ακριβώς εργασία υπό την έννοια της υπαλληλικής σχέσης αφού ήμουν από τους ιδρυτές της εφημερίδας μαζί με τις αγαπητές συναδέλφους Νατάσα Χριστοφόρου, Αργυρώ Ζουπανιώτου και Γεωργία Ιωαννίδου. Ήμουν επίσης αρχισυντάκτης της εφημερίδας στα τέσσερα χρόνια που παρέμεινα εκεί από το 2010 μέχρι το 2014. Ήταν μια αγνή, πραγματικά ανεξάρτητη, αυτοχρηματοδοτούμενη και θεωρώ πολύ πετυχημένη δουλειά από την οποία αποχώρησα λόγω άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεων. Ήταν κάτι εντελώς νέο, με πρωτοποριακές ιδέες και κυρίως πρωτογενές ρεπορτάζ για την πόλη μας το οποίο είχε αναπαραχθεί πολλές φορές από παγκύπριες εφημερίδες. Όταν ξεκινήσαμε είχαμε πάρει τότε αρκετές επιστολές με συγχαρητήρια από παράγοντες της πόλης, βουλευτές και όχι μόνο. Ένας από εκείνους ήταν θυμάμαι ο αείμνηστος Τάσος Μητσόπουλος με πολύ συγκινητικά λόγια.
Ως ανταποκριτής Λάρνακας στη “Χαραυγή” είσαι κοντά σε όλα τα ζητήματα που αφορούν τη πόλη και επαρχία Λάρνακας. Σήμερα ποια θεωρείς ως τα μεγαλύτερα προβλήματα της πόλης μας;
Μπορούν να συνοψιστούν σε μια πρόταση. Ο απίστευτα μεγάλος χρόνος που περνά για να προχωρήσουν κάποια έργα. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα: Εδώ και 15 χρόνια που συζητείται το θέμα της ενιαίας ανάπτυξης του λιμανιού με τη μαρίνα, έχει αποκτήσει καινούργια μαρίνα η Λεμεσός, κατασκευάζεται στην Αγία Νάπα και ξεκινά και στον Πρωταρά. Και έχει μείνει ουραγός η Λάρνακα η οποία έχει τη Μαρίνα της δίπλα στις Φοινικούδες! Η ιδανικότερη τοποθεσία για Μαρίνα είναι τελευταία και καταϊδρωμένη. Ένα τέτοιο έργο έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία και κυρίως για τον τουρισμό, αλλά η Λάρνακα θα μπορεί να τα απολαύσει τελευταία και εάν και εφόσον.
Ποια στιγμές θεωρείς ότι ήταν κρίσιμες για τη Λάρνακα τα τελευταία 10 χρόνια;
Η υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας και Συναντίληψης για τη μετακίνηση των εγκαταστάσεων πετρελαιοειδών έστω και αν υπάρχουν προβλήματα. Είναι κομβικής σημασίας αυτό το έργο. Επίσης, εάν υπογραφεί η σύμβαση παραχώρησης του λιμανιού και της Μαρίνας και γίνουν αυτά που είδαμε στην παρουσίαση, η πόλη θα εκτοξευτεί. Κρίσιμη στιγμή για τη Λάρνακα με τη θετική έννοια ήταν σίγουρα η εκλογή του Ανδρέα Βύρα στη δημαρχία.
Οι Λαρνακείς ξέρουν να διεκδικούν;
Θα σου απαντήσω με ερώτηση. Θυμάται κανείς οποιαδήποτε διεκδίκηση επί δημαρχίας Ανδρέα Λουζουτζιάτη; Εγώ δεν θυμάμαι. Αντίθετα, θυμάμαι σχεδόν δύο χιλιάδες ανθρώπους έξω από τις εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών να απαιτούν να φύγουν οι εγκαταστάσεις στις 20 Ιουνίου 2018. Αυτοί οι άνθρωποι δεν βρέθηκαν εκεί από μόνοι τους. Κάποιος οργάνωσε την κινητοποίηση. Θέλω να πω ότι η διεκδίκηση είναι συνάρτηση και της ηγεσίας. Με τον σημερινό δήμαρχο ξέρουν και οι Λαρνακείς να διεκδικούν δια του ανθρώπου που τους εκπροσωπεί. Δεν είναι τυχαίο ότι για παράδειγμα η νέα Δημοτική Αγορά χρειάστηκαν 22 χρόνια για να σχεδιαστεί και υλοποιείται σήμερα. Ούτε είναι τυχαίο ότι από τα έξι έργα που ανέλαβε το σημερινό Δημοτικό Συμβούλιο να ωριμάσει για να πάρει τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κονδύλια, υλοποιούνται και τα έξι. Δεν είχε ποτέ τέτοια ποσοστά επιτυχίας στη διεκδίκηση η Λάρνακα.
Ποια είναι τα θετικά και ποια τα αρνητικά του νυν Δημάρχου Λάρνακας;
Είναι εξαιρετικά εργατικός και πολύ “ενοχλητικός” όταν έχει να αντιμετωπίσει το τέρας της γραφειοκρατίας, τον κρατικό μηχανισμό αλλά και την κυβέρνηση. Και αυτό είναι πολύ καλό σημάδι. Είναι επίσης πάρα πολύ πρακτικός στον τόπο που χειρίζεται θέματα τα οποία άλλοι, σίγουρα θα άφηναν στον αυτόματο πιλότο βρίσκοντας διάφορες δικαιολογίες. Ο τρόπος με τον οποία παρακάμπτει προβλήματα και εμπόδια είναι υποδειγματικός. Επίσης έχει δημιουργήσει ένα κλίμα αρμονίας στο Δημοτικό Συμβούλιο. Στα πολύ θετικά του είναι ότι ασχολείται με θέματα τα οποία δεν άπτονται της δικής του αρμοδιότητας και ασκεί πιέσεις συνεχώς ενώ δεν είναι υποχρεωμένος να το κάνει.Αλλά το κάνει. Δεν ήταν για παράδειγμα υποχρεωμένος να προειδοποιεί με κινητοποίηση εάν δεν ξεμπλόκαρε η διαδικασία της υπογραφής της σύμβασης για το λιμάνι αφού αυτή η σύμβαση είναι ανάμεσα στο κράτος και μια ιδιωτική εταιρεία.
Στα αρνητικά, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να κρατήσει ισορροπίες και αρμονική συνεργασία στο Δημοτικό Συμβούλιο, ανέχθηκε μεμονωμένους παράγοντες να εκθέσουν την τοπική αρχή.
Τι χρειάζεται η Λάρνακα σήμερα;
Σίγουρα να συνεχίσει ο σημερινός δήμαρχος στο τιμόνι. Με όλο το σεβασμό σε όσους προηγήθηκαν, αλλά η Λάρνακα δεν είχε ποτέ τέτοιο δήμαρχο και τα έργα που γίνονται μιλούν από μόνα τους. Αυτό σημαίνει τοπική αυτοδιοίκηση. Έργα για την πόλη και την καθημερινότητα των ανθρώπων.
Τέλος, ποιοι λόγοι κατά την άποψη σου άφησαν πίσω τη Λάρνακα μέχρι σήμερα;
Είναι σύνθετοι οι λόγοι. Αν μιλάς για παράδειγμα για τις εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, η συμφωνία υπογράφηκε το 2001 και οι εγκαταστάσεις έπρεπε να φύγουν μέχρι το 2010. Άρα φταίνε όλες οι κυβερνήσεις που χειρίστηκαν το θέμα.
Στο θέμα του λιμανιού θυμάμαι ότι ήμουν παρών στη σύσκεψη το 2005 όταν ο τότε υπουργός Συγκοινωνιών Χάρης Θράσου ανακοίνωσε ότι πάμε σε κοινή ανάπτυξη με τη μαρίνα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι είχε αναφερθεί ότι οι διαδικασίες θα ξεκαθάριζαν το αργότερο σε 9 μήνες. Είμαστε στα 15 χρόνια και πάμε. Άρα φταίνε όλες οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν.
Υπήρχε επίσης μια σαφής “προτίμηση” προς τη Λεμεσό που δεν είναι άσχετη με τις προσβάσεις μεγάλων επιχειρηματικών κύκλων της Λεμεσού προς τα κέντρα εξουσίας.
Θα το συνόψιζα σ’ ένα συνδυασμό έλλειψης διεκδίκησης σε τοπικό επίπεδο και αδιαφορίας ή ανεπάρκειας από κυβερνήσεις. Θα σου θυμίσω: Η Λάρνακα περίμενε ή περιμένει 22 χρόνια για τη νέα δημοτική αγορά, 19 χρόνια για να φύγουν οι εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, 10 χρόνια για να ολοκληρωθεί ο δρόμος Λάρνακας – Δεκέλειας, 15 χρόνια για να δοθεί μια προσφορά για την ενιαία ανάπτυξη του λιμανιού και της μαρίνας. Ξέρετε πότε υπογράφηκε η συμφωνία παραχώρησης του παλιού νοσοκομείου για να γίνει δημοτικό μέγαρο; Στις 31 Ιανουαρίου 2013. Εδώ και 7,5 χρόνια δεν έχει γίνει κατορθωτό να δοθεί ακόμα το κτίριο, πόσο μάλλον να αναπαλαιωθεί και να γίνει η μετακίνηση. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα…