Tου Μάριου Ρήγα
Εκπαιδευτικός,
Μέλος Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών,
Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ΠΟΕΔ
Μερικούς μόλις μήνες μετά την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η οποία έκρινε ως παράνομη την εργοδότηση εκπαιδευτικών με το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών, η Κυβέρνηση όχι μόνο δε σέβεται την απόφαση, αλλά προκλητικά προχωρεί σε επέκταση της αγοράς υπηρεσιών σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης για να καλύψει την ανάγκη ενίσχυσης μαθητών. Τη στιγμή που εκατοντάδες συνάδελφοι που εργοδοτούνται σε προγράμματα του Υπουργείου με αγορά υπηρεσιών αντιδρούν με απεργίες και κινητοποιήσεις, η Κυβέρνηση σφυρίζει αδιάφορα αγνοώντας αντιδράσεις συντεχνιών και αποφάσεις θεσμών. Αγνοεί ετσιθελικά και επιδεικτικά τα σοβαρά εργασιακά ζητήματα που προκύπτουν, αφού πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί θα συνεχίσουν να εργοδοτούνται χωρίς συγκεκριμένα δικαιώματα. Εκπαιδευτικοί των 800 ευρώ, εργοδοτούμενοι για 7 μήνες (κάποιοι εκ των οποίων κουτσουρεμένοι λόγω αργιών), οι οποίοι θα καταβάλουν από μόνοι τους και εξολοκλήρου τη συνεισφορά στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και χωρίς να έχουν οποιοδήποτε εργασιακό δικαίωμα. Εκπαιδευτικοί που θεωρούνται προσωρινοί και στους οποίους το κράτος δεν μπορεί να επενδύσει για να στηρίξει μακροχρόνια το δημόσιο σχολείο και τα παιδιά που το έχουν ιδιαίτερη ανάγκη.
Με την παράνομη και άδικη πολιτική της εργοδότησης εκπαιδευτικών με το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών, πέραν από τα εργασιακά, προκύπτουν και άλλα σοβαρά ζητήματα τα οποία θα έπρεπε να απασχολούν ολόκληρη την κοινωνία, αφού επηρεάζουν την ποιότητα και λειτουργία του δημόσιου σχολείου.
Συγκεκριμένα:
Η συγκεκριμένη μέθοδος εργοδότησης θα δημιουργήσει σοβαρά διοικητικά προβλήματα στον σχολικό χώρο, αφού εκατοντάδες εκπαιδευτικοί θα προσέρχονται στο σχολείο για ελάχιστες περιόδους εντός την εβδομάδα, θα διδάσκουν συγκεκριμένες ομάδες μαθητών/ριών και θα αποχωρούν, χωρίς να έχουν κάποια άλλη σχέση με τη σχολική μονάδα. Οι συνάδελφοι αυτοί δε θα μπορούν να συμμετέχουν ενεργά και ουσιαστικά στην καθημερινή λειτουργία του σχολείου και στις διάφορες δράσεις και προγράμματα που τρέχουν σε μια σχολική μονάδα, αφού η παρουσία τους θα περιορίζεται σε 2-3 περιόδους. Με απλούς αριθμούς, σε ένα σχολείο με 120 περιόδους στήριξης θα εργοδοτούνται 8 εκπαιδευτικοί με αγορά υπηρεσιών για μερικές ώρες εβδομαδιαίως και περιορισμένα καθήκοντα, αντί 4 συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί με όλα τα καθήκοντα και υποχρεώσεις που βοηθούν στην εύρυθμη λειτουργία του σχολείου. Μάλιστα, πολλοί εξ αυτών στα μέσα της χρονιάς, λόγω εξεύρεσης άλλης εργασίας και αφού τους παρέχεται αυτή η δυνατότητα μέσω του καθεστώτος εργοδότησης, εγκαταλείπουν το πρόγραμμα καθιστώντας δύσκολή και πολλές φορές αδύνατη την αντικατάστασή τους με όλα τα συνεπακόλουθα (διοικητικά και εκπαιδευτικά).
Σοβαρά ζητήματα προκύπτουν και στο εκπαιδευτικό κομμάτι και στην ποιότητα της εργασίας. Παρά το φιλότιμο και τον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών αυτών, η παρουσία τους για μερικές περιόδους εβδομαδιαίως δεν επιτρέπει την παιδαγωγική σύνδεση που απαιτείται με τους μαθητές. Η περιστασιακή τους παρουσία στη σχολική μονάδα δεν επιτρέπει στο βαθμό που απαιτείται την αλληλεπίδραση με το μόνιμο και έμπειρο προσωπικό και την ανάπτυξη αποτελεσματικής συνεργασίας προς όφελος των μαθητών. Ξέρουμε πολύ καλά πως η καθημερινή και συστηματική επαφή με τα παιδιά, και κυρίως τα παιδιά που χρειάζονται στήριξη, οδηγεί στην ανάπτυξη τέτοιας σύνδεσης η οποία παιδαγωγικά είναι απαραίτητη για να επιδιωχθούν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Μάλιστα η στήριξη αυτή παραχωρείται μόνο για λίγους μήνες (Νοέμβριο – Μάιο), αντί σε όλη την έκταση της σχολικής χρονιάς (Σεπτέμβριο – Ιούνιο).
Οι συγκεκριμένες πολιτικές αγνοούν παντελώς το γεγονός ότι το κράτος τα προηγούμενα χρόνια έχει επενδύσει σε ανθρώπινο δυναμικό, εκπαιδεύοντας και εξειδικεύοντας εκπαιδευτικούς στη διδασκαλία παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία. Η συνεχής εναλλαγή προσωπικού η οποία συμβαίνει λόγω του καθεστώτος της αγοράς υπηρεσιών, δε δίνει τη δυνατότητα στο Υπουργείο να επενδύσει σε ανθρώπινο δυναμικό και να επιμορφώσει τους εκπαιδευτικούς, με στόχο να στηριχθεί μακροχρόνια και ποιοτικά ο θεσμός με σταθερό προσωπικό. Η επιμόρφωση και η εξειδίκευση εκπαιδευτικών οι οποίοι θα ασχολούνται συστηματικά με τη στήριξη και ενίσχυση παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία δεν μπορεί να γίνει, αφού η εργοδότηση με αγορά υπηρεσιών είναι προσωρινή και δεν μπορεί να υπάρξει επένδυση από πλευράς της πολιτείας.
Η κάλυψη εκπαιδευτικών αναγκών, όσο γίνεται με το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών, αντί να γίνεται με εργοδότηση προσωπικού έναντι συμβάσεων, θα μας βρίσκει αντίθετους. Συνεπώς, η εμμονή της Κυβέρνησης να εφαρμόζει αντεργατικές πολιτικές, οι οποίες έχουν κριθεί μάλιστα παράνομες θα συνεχίσει να μας βρίσκει απέναντί της. Θα μας βρίσκει απέναντι της ακόμα πιο δυναμικά, όταν αυτές οι πολιτικές δεν αποτελούν πραγματική επένδυση για ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο προς όφελος των παιδιών μας. Οι εκπαιδευτικές πολιτικές χρειάζονται όραμα και επένδυση, και ώσπου αυτά λείπουν η σιωπή είναι συνενοχή.